Η καταστολή του κοινωνικού ανοσιολογικού συστήματος. Ιστορική ανεκδοτολογία και το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα .
Η βαθμίδα δημοκρατίας ενός κυρίαρχου πολιτειακού συστήματος συναρτάται, εν πολλοίς, με την πυκνότητα των κοινωνικοπολιτικών ελέγχων και εξισορροπήσεων και με το κατά πόσο το σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης εδράζεται σε κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς.
Έτσι λοιπόν, υπό συνθήκες «εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας» (στην κλασική ονομαζόταν «ιδεώδες της ανεξαρτησίας» ενώ σήμερα αποτελεί την θεμελιώδη αρχή του διεθνούς δικαίου) διεξάγεται ο συλλογικός κατ’ αλήθειαν βίος που διαμορφώνει διαρκώς τον συλλογικό τρόπο ζωής, δηλαδή την σχέση της εξουσίας με την υποκείμενη κοινωνία.
Είναι πλέον επαληθευμένο ότι φρικώδεις διεθνικοί δρώντες και προεκτάσεις τους στο εσωτερικό πολλών βαλκανικών κρατών, αναπτύσσουν διανεμητικού χαρακτήρα δραστηριότητες.
Στην Ελλάδα, όπως φαίνεται από την πρόσφατη δημοσίευση του περιοδικού Άρδην (Μάρτιος-Απρίλιος 2006), επηρεάζονται δραστικά στρατηγικοί θεσμοί του κράτους όπως το Υπουργείο Εξωτερικών, το Υπουργείο Άμυνας και το Υπουργείο Παιδείας.
Ο διανεμητικός τους ρόλος, εν τούτοις, δεν τίθεται υπό την αίρεση της λαϊκής ετυμηγορίας και ασφαλώς δεν υπόκεινται σε επαρκείς κοινωνικοπολιτικούς ελέγχους (τόσο λόγω του διεθνικού τους χαρακτήρα όσο και λόγω ακαδημαϊκών μεταμφιέσεων οι φορείς των οποίων σχεδόν μεταφυσικά αξιώνουν εγκυρότητα και αξιοπιστία επί ζητημάτων όχι περιγραφής και ερμηνείας αλλά αποφαινόμενοι επί αξιολογικά φορτισμένων «προτάσεων πολιτικής».).
Αφήνοντας κατά μέρος δραστηριότητες που εμπίπτουν αυστηρά στην ιδιωτική σφαίρα και που δεν σχετίζονται με δημόσιους φορείς, δύο περιπτώσεις είναι εξαιρετικά προβληματικές.
Πρώτον, όταν ακαδημαϊκοί λειτουργοί εμπλέκονται σε χρηματοδοτήσεις στις οποίες συμμετέχουν οργανισμοί διεθνικών δρώντων όπως ο Σόρος. Έτσι, για παράδειγμα, στο όνομα ιστορικών λαθών που ενδεχομένως περιέχουν κάποια εγχειρίδια και που θα μπορούσαν κάλλιστα να διορθωθούν στο πλαίσιο μιας αξιολογικά ελεύθερης επιστημονικής έρευνας υπό αυστηρά ακαδημαϊκό πρίσμα, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε επιστημονικά απίστευτες ιστοριογραφικές προσεγγίσεις σε σύγκριση με τις οποίες ακόμη και ιστοριογραφικές προσεγγίσεις ολοκληρωτικών καθεστώτων είναι ακίνδυνες.
Προαποφασίζεται ιδεολογικά το είδος της ιστορίας που κάποιοι θέλουν και στην συνέχεια αυτή η προγραμματικά δηλωμένη προκατειλημμένη γνώμη καθοδηγεί την επιλογή των πηγών, την μεθοδολογία και ασφαλώς τα συμπεράσματα: «περιεχόμενο ελεύθερο από στερεότυπα …, επικεντρώνεται στην διαφορετικότητα …
Η ιστορία της καθημερινής ζωής πρέπει να προκρίνεται έναντι της αναφοράς στα ιστορικά γεγονότα …». Βεβαίως, κάθε επιστήμονας των κοινωνικών επιστημών που σέβεται στοιχειώδη κριτήρια επιστημονικής αντικειμενικότητας θα έστελλε το προϊόν τέτοιων ιδεολογικοπολιτικών εκλογικεύσεων στον σκουπιδοτενεκέ.
Κάθε στοιχειωδώς καταρτισμένος διεθνολόγος, βεβαίως, γνωρίζει την πηγή τέτοιων στρεβλών θεωρημάτων. Πρόκειται για μεταμοντέρνα κριτικά κοντστρουκτιβιστικά ιδεολογήματα-θεωρήματα, δηλαδή φτωχούς συγγενείς αναρχικών μαρξιστικών αναλύσεων. Όπως υποστηρίζουν –βλ. ξεχωριστό σημείωμα– σκοπός των αναλύσεών τους είναι η «διάβρωση των ιδεολογικών και άλλων δομών των εθνών-κρατών, εκφυλισμό της κρατικής κυριαρχίας ως έννοιας, απονομιμοποίηση και αποσυναρμολόγηση των κανονιστικών συστημάτων και εξουσιαστικών δομών των εθνών-κρατών και ανάδειξη μιας «παγκόσμιας κοινωνίας» εντός ενός κατακερματισμένου παγκόσμιου χώρου στο εσωτερικό του οποίου η εξουσία θα διαχέεται στο «μικροεπίπεδο».
Παρανοϊκές δηλαδή ανοησίες που παραβλέπουν την κοινωνικοπολιτική οντολογία αιώνων και που αποτελούν το ανώτατο στάδιο του διεθνοαναρχισμού όπως ορίστηκε πιο πάνω. Το γεγονός βεβαίως ότι τέτοια ανόητα, ανελεύθερα και φασιστοειδή ιδεολογήματα είναι ενδεδυμένα ακαδημαϊκούς μανδύες, αποτελεί μια άλλη μεγάλη και πονεμένη ιστορία που για ακόμη μια φορά ταλανίζει τις κοινωνικές επιστήμες και ιδιαίτερα την ήδη αδιέξοδη προσπάθεια «επιστημονικής μελέτης των διεθνών σχέσεων».
Το ζήτημα που τίθεται εδώ είναι άλλο, άμεσο και σοβαρότερο:
Ότι ολόκληρες παρέες ομοϊδεατών που συσπειρώνονται πλέον σε ακαδημαϊκούς χώρους και ταυτόχρονα παρακλάδια φρικωδών διεθνικών συστημάτων όπως αυτό του Σόρος αλληλοτροφοδοτούνται και επηρεάζουν διανεμητικά και αποσταθεροποιτικά την ενδοκρατική και διακρατική ζωή. [Εκτός και αν η διάσπαση της Σερβίας –με καθωσπρέπει βεβαίως διασφάλιση … των μοναστηριών της στο Κόσσοβο– ή η κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι άνευ σημασίας ιστορικές λεπτομέρειες ή ατυχήματα]
Δεύτερον και συναφές βαθύτατο πρόβλημα, είναι η περίπτωση ελληνικών διεθνικών ΜΚΟ που σχετίζονται με διεθνικά «συστήματα Σόρος» και οι οποίοι στην συνέχεια εκτείνονται και βαθαίνουν σ’ όλο το κοινωνικοπολιτικό φάσμα. Οι βαθύτατα διανεμητικές δραστηριότητες τέτοιων ΜΚΟ εξ αντικειμένου ούτε τίθενται υπό την αίρεση της λαϊκής ετυμηγορίας ούτε υπόκεινται σε επαρκείς κοινωνικοπολιτικούς ελέγχους.
Υπό το κάλυμμα τόσο της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας όσο και «διεθνικών δράσεων λόγω παγκοσμιοποίησης» διαπλέκονται δημοσιογράφοι, ιδρύματα ή ινστιτούτα αναλύσεων, ακαδημαϊκοί λειτουργοί, ποικιλόχρωμοι διανοούμενοι, πρώην πρέσβεις πρώην επιτελικά στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, νυν και πρώην στελέχη κομμάτων, τραπεζίτες, εφοπλιστές και άλλοι επιχειρηματίες.
Ερωτώ: Εάν ένα τέτοιο διεθνικά διαπλεγμένο «σύστημα» οργανωθεί και διασυνδεθεί με αδιαφανή ηγεμονικά κέντρα, κερδοσκόπους και ιδιοτελή ενδοκρατικά συμφέροντα ποικίλων επιπέδων και αποχρώσεων πως και σε ποιο βαθμό θα επηρεάζει το σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης της Ελλάδας ή άλλων κρατών της περιοχής;
Είναι μια τέτοια κατάσταση συμβατή με την προαναφερθείσα ορθολογιστική και κλασική νοηματοδότηση της πολιτικής που συναρτά την κοινωνία με την εξουσία και το κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένο σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης;
Δεν ενδιαφέρουν τέτοια φαινόμενα την κοινωνία, τα πνευματικά ελίτ, τους διανοουμένους, τους αριστερούς, τους δεξιούς και τους κεντρώους που συχνά νοιάζονται ή κόπτονται για την «εθνική ανεξαρτησία», τη δυνατότητά δηλαδή μιας κοινωνίας να λειτουργεί κυρίαρχα στο εσωτερικό και να συμμετέχει ορθολογιστικά και ισόρροπα στην διεθνή ζωή;
Είναι δυνατό η εκπαίδευση, τα βιβλία της ιστορίας, η διπλωματία μας, οι ένοπλες δυνάμεις, η οικονομία ή οποιασδήποτε άλλος διανεμητικός θεσμός να σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με ένα τέτοια φρικώδη διεθνικά «πολιτικά» ανοσιουργήματα;
Ίσως είναι χρήσιμο να επισημανθεί ότι δεν αναφέρομαι σε συμπτωματικές διαβρώσεις που οφείλονται στην περιβόητη «παγκοσμιοποίηση» ή σε κάποια περιφερόμενη ασθενή ακαδημαϊκή ψυχή που ανοητολογεί χωρίς κανείς να τον λαμβάνει υπόψη.
Αναφέρομαι σε εν δυνάμει συστηματική, οργανωμένη και καλά σχεδιασμένη στρατηγική εξωγενών διεθνικών δρώντων άνομων και καταχρηστικών συμφερόντων οι δράσεις των οποίων επηρεάζουν διανεμητικά το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας και άλλων Βαλκανικών κρατών.
Τέτοιοι ανορθολογικοί διεθνικοί δρώντες –τα προαναφερθέντα «μείγματα ενός κάποιου συστήματος Σόρος»–, κυριολεκτικά ως διεθνικές ύαινες, πρώτα φροντίζουν να εξασθενίσουν τα υποψήφια θύματά τους και στην συνέχεια να τα κατασπαράξουν, κερδοσκοπώντας εις βάρος τους, διασπώντας τα και εξανεμίζοντάς τα.
Ενώ βεβαίως ανυποψίαστα μέλη κοινωνιών θα υπόκεινται τις συνέπειες της απροσεξίας τους και της επιπολαιότητάς τους, κάποια από αυτά τα ακαδημαϊκά εξαρτήματα –παραφράζοντας τον Γκράμψι, θα τους ονόμαζα «οργανικούς διανοούμενους φρικωδών διεθνικών ανωμαλιών»– θα κολυμπούν στην πισίνα τους σε κάποια Μαγιόρκα ή κάποια Ύδρα.
Πενιχρές και ματαιόδοξες ηδονές, ασφαλώς, δραστών που δεν φαίνεται να νοιάζονται τις συνέπειες για τις δικές τους πατρίδες («ας τραβήξουμε μια γραμμή κάτω από το κυπριακό» και ας τελειώσουμε με αυτή την κουραστική υπόθεση έστω και αν αυτό σημαίνει την παντοτινή υποδούλωση εκατοντάδων χιλιάδων συνανθρώπων μας. Πλανάται στην ατμόσφαιρα, λοιπόν, το ερώτημα:
Είναι η Ελλάδα ανεξάρτητη-κυρίαρχη ή διολισθαίνει πλέον στην κατηγορία κρατών-στόχων των οποίων τα θεμιτά και νομιμοποιημένα συμφέροντα κατασπαράζονται από ύαινες της διεθνικής και διεθνοπολιτικής διαπλοκής;
Καλά θα κάνουμε να παρατηρήσουμε ξανά ότι η παρ’ ολίγον παντοτινή υποδούλωση εκατοντάδων χιλιάδων κυπρίων με το διεθνοφασιστικό σχέδιο Αναν δεν είναι άσχετη υπόθεση με τα «συστήματα Σόρος», τις υπόγειες διατλαντικές διασυνδέσεις τους και τα θλιβερά παρακολουθήματά τους στην Ελλάδα, στην Τουρκία και στα υπόλοιπα κράτη της περιφέρειάς μας (ή ακόμη και ευρύτερα). Βασικά, μελετώντας τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στο τεύχος 58 του περιοδικού Άρδην (Μάρτιος-Απρίλιος 2006), ειλικρινά διερωτώμαι κατά πόσο σύντομα είναι ήδη πολύ αργά και κατά πόσο το πρόβλημα διορθώνεται μόνο με δραστικές κοινωνικοπολιτικές αποφάσεις.
Διερωτώμαι κατά πόσον διεθνοαναρχικά-μεταμοντέρνα πνευματικά σκουπίδια σχετιζόμενα μεν τις προαναφερθείσες φρικώδεις χρηματοδοτήσεις διεθνικών δρώντων, μολύνουν ανεπίστροφα με λανθασμένες αναλύσεις το κοινωνικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό μας σύστημα. Ήδη, διεθνικοί ΜΚΟ σχετιζόμενοι με το προαναφερθέν δίκτυο φαίνεται ότι, ενδεχομένως λόγω αμέλειας του πολιτικού μας συστήματος και ιδιαίτερα των εκπαιδευτικών φορέων, νομιμοποιούνται διαδικαστικά με συνχρηματοδοτήσεις και συνεργασίες δημόσιων φορέων συμπεριλαμβανομένων των Ενόπλων Δυνάμεων και των Διπλωματικών υπηρεσιών.
Ακόμη και εξ αντικειμένου ανυποψίαστοι φορείς όπως τράπεζες, επιχειρηματίες, ακαδημαϊκοί θεσμοί και διεθνείς θεσμοί στους οποίους η Ελλάδα συμμετέχει κυρίαρχα, εμφανίζονται ως συνχρηματοδότες.
Δηλαδή, το συντεταγμένο κοινωνικοπολιτικό και ακαδημαϊκό σύστημα αντικαθίσταται αργά αλλά σταθερά από ένα άλλο διεθνικά επηρεαζόμενο σύστημα εξωπολιτικού χαρακτήρα βαθύτατων όμως διανεμητικών προεκτάσεων. Σε κάθε περίπτωση, τονίζεται ότι η προηγηθείσα εύλογη περιγραφή ενός προβληματικού συστήματος διεθνικών δραστηριοτήτων δεν αφορά τις προθέσεις του καθενός, την νομιμότητα, ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα ή οτιδήποτε παρόμοιο, ζητήματα που δεν ενδιαφέρουν την παρούσα ανάλυση. Αφορά κάτι πολύ πιο ουσιαστικό:
Πρώτον, τον πολιτικό ανορθολογισμό των διεθνικών δραστηριοτήτων αυτού του είδους,
δεύτερον το έλλειμμα ουσιαστικής κοινωνικοπολιτικής νομιμοποίησης δραστηριοτήτων βαθύτατων διανεμητικών συνεπειών για την οντολογικά θεμελιωμένη κυριαρχία-ανεξαρτησία της Ελλάδας και άλλων γειτονικών κρατών.
Τρίτον, τις διαβρωτικές συνέπειες για την ακαδημαϊκή διαδικασία στον ευαίσθητο και ταυτόχρονα κρίσιμο τομέα των κοινωνικών επιστημών και ιδιαίτερα τις πανεπιστημιακού επιπέδου διεθνών σπουδών.
Τυχόν νομικές ή άλλες πτυχές που αφορούν την εφαρμογή των κανονιστικών διατάξεων και την ευνομία-ορθολογισμό του κοινωνικοπολιτικού συστήματος εμπίπτουν στην δικαιοδοσία των αρμόδιων θεσμών των ενδιαφερομένων κρατών και όχι του υποφαινόμενου. ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Πηγή:Π.Ήφαιστος Καθηγητής/ifestos.edu.gr /Διεθνείς Σχέσεις – Στρατηγικές Σπουδές, Έδρα Jean Monnet Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών.