Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης
«Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. O έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. O άμεσος έλεγχος του Κράτους, που λαμβάνει και τη μορφή του καθεστώτος της προηγούμενης άδειας, έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών…». Άρθρο 15, παρ.2 του Συντάγματος.
Εξηγεί και τη λέξη «έλεγχος» και ποιο κομμάτι του «κράτους» τον επιτελεί. Αυτό γίνεται ακόμη σαφέστερο στην προηγηθείσα συζήτηση για την ένταξη της εν λόγω διατύπωσης στην αναθεώρηση του 2001. Δεν είναι έκπληξη ότι τα μέλη του ΣτΕ απεφάνθησαν ομόφωνα περί της αντισυνταγματικόυτητα του νόμου Παππά. Οι 14 πλειοψηφούντες θεώρησαν την αντισυνταγματικότητα ανεπίδεκτη νομικής θεραπείας, ενώ οι 11 μειοψηφούντες πρότειναν προθεσμία διορθώσεων 6 μηνών.
Το ΕΣΡ λειτουργούσε για χρόνια. Πρόσφατα, έληξε η θητεία τριών μελών, χωρίς απώλεια της απαρτίας των υπολοίπων. Επιδιώκοντας να διαμορφώσει το τοπίο ενημέρωσης κατά βούληση, προέβη στα εξής: κατήργησε με νόμο το ΕΣΡ, του πήρε την αρμοδιότητα αδειοδότησης, διενήργησε τον σχετικό διαγωνισμό, και επιχείρησε να επανασυστήσει το ΕΣΡ. Το ΣτΕ απεφάνθη ότι το ΕΣΡ είναι διαρκής αρχή· δεν καταργείται με νόμο. Η αφαίρεση της αρμοδιότητας αδειοδότησης είναι αντισυνταγματική, και αυτό δεν διορθώνεται.
Πριν την απόφαση, η κυβέρνηση λειτουργούσε παρεμβατικά στη Δικαιοσύνη: άφησε από το καλοκαίρι σε εκκρεμότητα τον διορισό αντιπροέδρων δικαστών πιθανώς με το (αφελές;) σκεπτικό ότι θα ψηφίσουν αρεστά προς την κυβέρνηση, παρενέβη επί της ουσίας ο ίδιος ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ δηλώνοντας ότι «δεν δίνει ούτε μία πιθανότητα» να ακυρωθεί ο νόμος από το ΣτΕ, καλλλιέργησε ένα δημόσιο κλίμα που επέτρεψε τη ματαίωση της διάσκεψης του ΣτΕ, ώστε δύο αντιπρόεδροι να διαχωρίσουν δημόσια τη θέση τους, επιχείρησε να δημιουργήσει τετελεσμένα φέρνοντας τη νύχτα της Παρασκευής 14.10.16 τροπολογία με την οποία θα έκλειναν τα κανάλια μέσα σε 5 μόνο ημέρες (αντί 90 του αρχικού σχεδίου) πιθανώς όταν διεφάνη πως το ΣτΕ θα προχωρούσε στην επί της ουσίας συζήτηση, και τελικά συντόνισε έναν εκβιασμό δικαστή μέσω «ανεξάρτητου» (αλλά κυβερνητικού) βουλευτή και του κομματικού τους εντύπου για μία υπόθεση του 2014.
Αυτά εξελήφθησαν ως «προσπάθεια εκβιασμού δικαστών» από τις ενώσεις δικαστών και εισαγγελέων, και εφετών, σε κοινά τους δελτία τύπου. Όχι απλώς για «εικασία» εκβιασμού, αλλά «προσπάθεια».
Μετά την απόφαση η κυβέρνηση λειτούργησε ακόμη χειρότερα. Κλιμάκωσε τις επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης, της χρέωσε τα Μνημόνια (που τελικά και η ίδια υπέγραψε), της χρέωσε το κούρεμα του PSI (το οποίο στον δικό της προϋπολογισμόεκθειάζει (*), διότι εξαιτίας του πληρώνουμε το 50% των τόκων της εξυπηρέτησης των δανείων), της χρέωσε με εξωφρενική χυδαιότητα την απώλεια στελέχωσης ιατρών και την εξώθηση παιδιών από παιδικούς σταθμούς, και της χρέωσε ότι επιστρέφει χρήματα «από τους φτωχούς στους πλουσίους επιχειρηματίες». Ταυτόχρονα, υπουργοί μιλάνε για «πόλεμο» και «δικαστικό πραξικόπημα», ο γραμματέας των ΑΝΕΛ προτρέπει τον πρωθυπουργό να “τσακίσει” τους δικαστές
Η Δαμόκλειος Σπάθη της απαξίωσης της Δικαιοσύνης δια της ένταξη της στην πολιτική ρητορική (ως «εχθρός» ή «αντίπαλος»), κατεύθυνση προς την οποία οδηγούνται όσοι συντονίζονται με την αφήγηση της κυβέρνησης, είναι επικίνδυνη. Οι ρόλοι κάθε εξουσίας είναι διακριτοί.
(*) Απόσπασμα από τη σελίδα 51 του σχεδίου προϋπολογισμού του 2017, που κατέθεσε στις αρχές Οκτωβρίου 2016 η κυβέρνηση, όπου αναφέρει πως λόγω του PSI πληρώνουμε τις μισές δαπάνες για εξυπηρέτηση του χρέους.