Tου Nίκου Γ. Ξυδάκη
Ο έλεγχος της περιουσίας των πολιτικών και των κρατικών λειτουργών βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης.
Δικαίως. Αλλά παρά τους διαδοχικούς νόμους ή, μάλλον, εξαιτίας των αλλεπάλληλων τροποποιήσεων της νομοθεσίας, ο έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων, το γνωστό «πόθεν έσχες», είναι ελάχιστα αποτελεσματικός και διεξάγεται προσχηματικά.
Στην πράξη, το μόνο που γίνεται είναι η τελετουργική υποβολή μιας τυπικής δήλωσης ακινήτων, χρεογράφων και καταθέσεων, χωρίς καμία διασταύρωση.
Η τελετουργία εξαντλείται με την ενιαύσια δημοσίευση αυτών των τυπικών δηλώσεων των βουλευτών, από τον Tύπο – σαν ηδονοβλεψία άνευ αντικειμένου.
Μάλιστα, ο πολύς κόσμος αγνοεί ότι υπόχρεοι τέτοιων δηλώσεων «πόθεν έσχες» είναι και οι εξωκοινοβουλευτικοί υπουργοί και πολιτικοί, δικαστικοί, περιφερειάρχες, δήμαρχοι, τραπεζίτες, ιδιοκτήτες ΜΜΕ, δημοσιογράφοι και πολλοί άλλοι δημόσιοι άνδρες που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα και εξουσία. Ακόμη όμως και αυτή η τελετουργία άνευ συνεπειών φαίνεται να αδυνατίζει περαιτέρω.
Πρόσφατα, στις 10 Μαρτίου 2011, τροποποιήθηκε ο νόμος 3213 του 2003, για τη «δήλωση και τον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης βουλευτών, δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης και άλλων κατηγοριών προσώπων».
Με την ψήφιση του νόμου 3932/2011 για τη Σύσταση Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, άλλαξαν μερικά άρθρα του νόμου 3213.
Μια αλλαγή φαίνεται πιο κρίσιμη: Με το άρθρο 10 του νέου νόμου (3932/2011) προστίθεται ένα μικρούλι εδάφιο στο άρθρο 10, παρ. 3 του παλαιού νόμου (3213/2003). Το εδάφιο έχει το εξής περιεχόμενο:
«Ομως, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες. Ποιες πράξεις; Η μη υποβολή δήλωσης «πόθεν έσχες» ή η ανακριβής δήλωση.
Σύμφωνα με τον νόμο, όποιος δεν υποβάλλει δήλωση ή δηλώνει ανακριβώς, υπόκειται σε ποινικές και διοικητικές κυρώσεις. Αν κριθεί ότι ήταν αμελής, λ.χ., πλήρωνε πρόστιμο 10 χιλ. ευρώ.
Τώρα, με την αλλαγή του άρθρου 3, ο αμελής ή ο ανακριβής (εκ δόλου ή εξ αμελείας), μπορεί και να μείνει ατιμώρητος, εφόσον έτσι κρίνει το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο.
Προφανώς, υπάρχουν πολλοί αμελείς που δεν υποβάλλουν δήλωση. Πολλοί εξ αυτών είναι και δικαστικοί. Με την τροποποίηση ανοίγει ο δρόμος να μην τιμωρηθούν οι αμελείς, ούτε καν με πρόστιμο. Εστω.
Αλλά τι γίνεται αν κριθεί ατιμώρητος κάποιος με ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, όπου πιθανόν υπάρχει απόκρυψη και δόλος;
Με ποια πραγματικά δεδομένα θα εκτιμήσει «ελεύθερα όλες τις περιστάσεις» ο δικαστής;
Θα έχει στοιχεία από ενδελεχείς διασταυρώσεις λογαριασμών, τίτλων ακινήτων, χρεογράφων;
Μάλλον όχι. Αρα δεν θα μπορεί εξ αντικειμένου να κρίνει «όλες τις περιστάσεις». Η μικροσκοπική τροποποίηση ανοίγει μια κερκόπορτα, απ’ όπου μπορούν να διαφύγουν μεγάλα ψάρια, όχι απλώς αμελείς υπάλληλοι.
Κι αν ξεφύγει ατιμώρητο το μεγάλο ψάρι από αυτή την ποινική κρίση, τότε ξεφεύγει και από κάθε διοικητική κρίση, αποφεύγει πρόστιμα, δημεύσεις κ.λπ. Μήπως έτσι «φωτογραφίζονται» κάποια μεγάλα ψάρια, ήδη περικυκλωμένα;
Δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι υπό την παρούσα πολιτική και ηθική αναταραχή, πέρασε στη Βουλή τέτοια νομοθετική αστοχία, με την υπογραφή πέντε υπουργών.
Σε έναν ταλαίπωρο νόμο, που είχε ήδη ξανατροποποιηθεί, μόλις τον περασμένο Μάιο… Ισως κάτι να μας διαφεύγει από τη νομική και πολιτική ουσία./Καθημερινή