του Βίκτωρα Τσιλώνη, Δ.Ν., δικηγόρου – αρχισυντάκτη Intellectum
Το τραγικό δυστύχημα με την σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών στην κυριότερη σιδηροδρομική διαδρομή της Ελλάδας ανέδειξε τις παθογένειες ενός συστήματος όχι απλά ελληνικού ή πανευρωπαϊκού αλλά παγκόσμιου, κι αυτό είναι και το πιο τραγικό. Είμαστε όλοι στα Τέμπη!
Ο Τάκης που δουλεύει είκοσι χρόνια στο χασάπικο της θείας του γιατί αρχικά δεν διορίστηκε όπως δικαιούταν μέσω ΑΣΕΠ και δεν μπόρεσε να δικαιωθεί ποτέ στα διοικητικά δικαστήρια.
Ο καθηγητής που εργάζεται ως συμβασιούχος σε γνωστό ελληνικό πανεπιστήμιο αλλά του απαγορεύεται να εργαστεί μέσω ΕΣΠΑ σε άλλο πανεπιστήμιο την ίδια χρονιά και επομένως πρέπει να βρει άλλους πόρους εκτός από τη διδασκαλία για να συντηρηθεί ο ίδιος και η οικογένειά του.
Η νέα δικηγόρος που μόλις ορκίστηκε και προσλαμβάνεται από μια εισπρακτική για να παραστεί στα δικαστήρια για το «μεροκάματο» χωρίς ουσιαστικά να κάνει κάτι πέρα από τη διεκπεραίωση ενός διακοσμητικού ρόλου, την ίδια στιγμή που έμπειροι δικηγόροι να δυσκολεύονται να βρουν κάθε μήνα τα προς το ζην ένεκα της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης.
Ο εργαζόμενος που καταφεύγει στα δικαστήρια για την μη καταβολή δεδουλευμένων του στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο και αντιμετωπίζεται σχεδόν ως κατηγορούμενος από τον πρόεδρο και τον εισαγγελέα, ο πολίτης που υποβάλλει επανειλημμένα αίτηση για να εργαστεί στο δημόσιο μέσω ΑΣΕΠ και ποτέ δεν του αναγνωρίζεται το μεταπτυχιακό ή το διδακτορικό του για αστείους ή ανύπαρκτους λόγους.
Ο ακαδημαϊκός, ο οποίος κατά την αξιολόγηση διάσημου ελληνικού πανεπιστημίου για την πρόσληψη νέων διδασκόντων είναι τελευταίος στην κατάταξη των υποψηφίων, ενώ λίγο πριν τον κορωνοϊό προετοιμαζόταν για συνέντευξη στο άσημο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ.
Η θεία Γιαννούλα που διαμένει μόνιμα σ’ έναν απομονωμένο οικισμό στα Τζουμέρκα της Ηπείρου μαζί με άλλους τρεις ακόμη ηλικιωμένους και επιβιώνει λαμβάνοντας μια (διαρκώς μειούμενη τα τελευταία έτη) αναπηρική σύνταξη ύψους 440 ευρώ.
Είμαστε όλοι στα Τέμπη σημαίνει ότι βρισκόμαστε και διαβιούμε σε ένα σύστημα σαθρό που έχει κατασκευαστεί πάνω στα θεμέλια της αναξιοκρατίας, της αδικίας και του ρουσφετισμού.
Ένα σύστημα με εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους-φύλακες, οι οποίοι έχουν γαλουχηθεί από αυτό και έχουν εξαρτήσει την επιβίωσή τους από αυτό.
Ένα σύστημα συνεπώς που είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανατραπεί.
Ένα σύστημα που δεν χρειάζεται την εντροπία του Αριστοτέλη, την αρχή δηλαδή σύμφωνα με την οποία ένα σύστημα απορρυθμίζεται από μόνο του εάν δεν γίνουν εκ νέου ενέργειες ρύθμισής του, αφού έχει κατασκευαστεί εξαρχής για λειτουργεί ισοπεδωτικά, ευνοιοκρατικά και απορυθμισμένα.
Είμαστε όλοι στα Τέμπη σημαίνει ότι υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα γιατί τα Τέμπη δεν είναι μόνο η Ελλάδα, αλλά όλος ο κόσμος.
Κι αυτό γιατί με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούν τα πράγματα στην Ελλάδα, λειτουργούν δυστυχώς πολλές φορές και στη Χάγη και στη Νέα Υόρκη και στη Μαλαισία (βλ. πτήση ΜΗ370) και στο Πεκίνο και σ’ όλο τον κόσμο.
Ίσως αρκετά πιο «τυπικά», αρκετά πιο «διακριτικά», αρκετά πιο «διαδικαστικά», αλλά επί της ουσίας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο δομημένα.
Και το δυσάρεστο αυτό ζήτημα γίνεται προφανώς πολύ σοβαρότερο και εξαιρετικά θανατηφόρο όταν έχεις την «ατυχία» να κάθεσαι στο πρώτο ή στο δεύτερο βαγόνι ή να περιμένεις υπομονετικά στην ουρά του κυλικείου ενός τρένου που περνάει «ανέμελα» από τα Τέμπη.