Ύστερα από την ψυχρολουσία με τα νέα μέτρα της καταστροφικής επιβίωσης από την τετράδα των αυτοκρατόρων (Κυβέρνηση + ΔΝΤ+ ΕΚΤ + Ε.Ε), βγήκα περατζάδα στην νυχτερινή διασκέδαση, στην περιοχή αεροδρομίου Μακεδονία για να δω, πως πάνε τα κέφια του κόσμου.
Προς μεγάλη μου έκπληξη διαπίστωσα ένα πολύ καλό κλίμα. Ο κόσμος έπνιγε τον καημό του αλλά Ελληνικά στα πολιτιστικά κέντρα, ακόμα και στα κλαμπάκια.
Βέβαια από κίνηση δεν θύμιζε τα παλιά δοξασμένα χρόνια, ιδίως τις καθημερινές, όπου όλο κι όλο 1-2 κέντρα είναι ανοιχτά.
Εκεί έφτασαν τα πράγματα , από επταήμερα να λειτουργούν διήμερα, εκτός από 1-2 νυχτερινά κέντρα , λες και είμαστε Γερμανία.
Αυτά συλλογιζόμουν και θυμήθηκα πριν από δεκαετίες όταν μας έλεγαν ότι κάποτε η Ελλάδα θα γίνει Ευρώπη. Πράγματι, μας ακούμπησαν και εμάς τα Ευρωπαϊκά συστήματα, διασκέδαση μόνο τα Σαββατοκύριακα.
Πάει η Ελλάδα που ξέραμε, όταν ήταν πλούσια σε εργατικό δυναμικό, ο κόσμος ήταν άνετος, φιλόξενος, έξω καρδιά, και με το χαμόγελο ως τα αυτιά.
Μ΄ αυτές τις σκέψεις ξεκίνησα την τσάρκα μου, με το ταξί αγκαζέ από το κέντρο της πόλης προς την λεωφόρο των μπουζουκιών, ημέρα Τρίτη στο νυχτερινό κέντρο “Μούσες εν χορώ”.
Το δρομολόγιο με το ταξί εσκεμμένα το επέλεξα, ώστε να διαπιστώσω τι ξοδεύουν οι θαμώνες για την διασκέδαση τους.Έτσι λοιπόν το πρώτο μπερντέ τον ακούμπησα στον ταξιτζή αξίας 55 Ευρώ, και όχι 25 Ευρώ όπως λανθασμένα νόμιζα ότι στοιχίζει το δρομολόγιο.
Για ημέρα Τρίτη το κέντρο “Μούσες εν χορώ” δεν είχε τον ανάλογο κόσμο, όπως τα παλαιότερα χρόνια.. Όμως βρήκα αρκετό κόσμο να διασκεδάζει με κέφι. Η καλλιτέχνιδα Βασιλική Νταντά πάνω στην πίστα απλά ερμήνευε τα τραγούδια του προγράμματος της, και λέω απλά, γιατί από το κοινό κρατούσε μια απόσταση, λάθος μεγάλο.
Ενώ στα πρώτα της βήματα στην πόλη είχε πολύ καλή επικοινωνία με τον κόσμο που έρχοταν να την ακούσει. Τι έγινε και άλλαξε έτσι;; Μάλλον θα φταίει ένα Cd Single που έβγαλε, και μ΄ αυτό νομίζει η κοπελιά, πως κάνει κάτι το ξεχωριστό, για να μην πώ ότι καβάλησε το καλάμι.
Λίγη ώρα αργότερα στην πίστα βγήκε ο Σάκης Βέρρος .Ο κόσμος αμέσως τον πλάκωσε στα λουλούδια, που τα πετούσε από δεξιά, αριστερά, και κέντρο. Από τα πρώτα ακόμα τραγούδια γέμισε η πίστα από θαμώνες που χόρευαν, αλλά και αποθέωναν τον καλλιτέχνη ο οποίος μετά από 10 χρόνια στο κουρμπέτι ξέρει πολύ καλά το παιχνίδι της επικοινωνίας..
Δεν είναι τυχαίο πως το νέο του τραγούδι “Φεγγάρι μου” που ακούγεται πολύ, έγινε κιόλας σουξέ.
Έπειτα στην πίστα βγήκε ο Χρήστος Ανδρουλάκης, μετά από πολλά χρόνια και πάλι στην πόλη μας, και παλιός γνώριμος του κοινού της Θεσσαλονίκης, καθώς με τις πολύ καλές δημόσιες σχέσεις, δεν αφήνει απαρηγόρητα τα καφέ της πόλης, και ως καλλιτέχνης είναι πολύ καλός.
Μ΄ αυτές τις εντυπώσεις έφυγα με το ταξί προς το κέντρο, ξοδεύοντας συνολικά 110 Ευρώ. Τόσο θα ξοδεύει και ένας θαμώνας για την μετακίνηση του, συν τα ποτά που θα καταναλώσει, στο σύνολο πάνω από 150 Ευρώ. Πολλά λεφτά για μια βραδιά. Κι αν πέρασε καλά χαλάλι του, αλλά αν δεν ευχαριστήθηκε, τότε είναι βέβαιο ότι δεν θα ξαναπατήσει στην περιοχή.
Την Τετάρτη το βράδυ επισκέφθηκα το νυχτερινό κέντρο “Μαμούνια Live” όπου ο Ανδρέας Στάμος έδινε τα ρέστα. Το μαγαζί έμοιαζε με γήπεδο, καθώς οι ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ, φίλαθλοι, δημοσιογράφοι ρεπόρτερ, έγιναν μια μπάλα. Ο καλλιτέχνης ανέβασε στην πίστα τους έγχρωμους ποδοσφαιριστές της ομάδας, και αυτοί προσπαθούσαν να χορέψουν σε Ελληνικούς ρυθμούς. Το κέφι στο μαγαζί ήταν πρωτοφανές.
Όταν τελείωσε το πρόγραμμα ο Ανδρέας Στάμος τον επισκέφθηκα στο καμαρίνι του. Είχαμε να τα πούμε πολύ καιρό. Εκεί βρήκα και τον επιχειρηματία του νυχτερινού κέντρου, και όλοι μαζί πιάσαμε μια μεγάλη κουβέντα, κουτσομπολεύοντας τα νυχτερινά δρώμενα.
Παράλληλα και το ΣΔΟΕ έκανε την δική του περατζάδα, μαζεύοντας αποδείξεις από τα κέντρα διασκέδασης της περιοχής, αν και τα περισσότερα ήταν κλειστά. Όπως καλά πληροφορούμε στην πόλη έφτασαν με ειδικό λεωφορείο της υπηρεσίας 50 κυνηγοί κεφαλών, και θα μείνουν για δυο εβδομάδες να κοσκινίσουν όλη την πόλη.
Πάντως, στην διπλανή μέγα επιχείρηση, στο γνωστό καζίνο, το κλιμάκιο του ΣΔΟΕ ούτε απ΄ έξω δεν πέρασε. Φαίνεται πως εκεί είναι άλλα τα συμφέροντα που παίζονται, θα υπάρχει άλλο φορολογικό καθεστώς, που δεν πρέπει να το αγγίξουν.
Τα νυχτερινά κέντρα “Μούσες εν χορώ” και “Μαμούνια Live”, την Πέμπτη που ξαναπέρασα είχαν λιγότερο κόσμο.
Στην πρεμιέρα του Σάκη Ρουβά στο νυχτερινό κέντρο “Politia Clubbing” βρήκα πολύ λίγο κόσμο, όμως το Σάββατο το μαγαζί των 800 θέσεων και με την τιμή της φιάλης στα 190 Ευρώ ήταν γεμάτο, όπως και όλα τα άλλα.
Στο νυχτερινό κέντρο “ODEON” με τον Δημήτρη Μητροπάνο και την Πέγκυ Ζήνα οι εμφανίσεις τους πήραν παράταση μέχρι τα τέλη Μαΐου.
Στην εικόνα των γεμάτων κέντρων συμβάλλουν τα 200 έως 400 άτομα που διασκεδάζουν τζαμπαντάν, είναι πολιτική των επιχειρηματιών για να φαίνονται γεμάτα τα κέντρα τους. Επίσης κάθε φορά πουλούν και για άλλα 150 άτομα σε μισή τιμή την φιάλη (μαθητές – φοιτητές).
Οι προσφορές αυτές γίνονται εδώ και 10 χρόνια στην διασκέδαση της Θεσσαλονίκης, όταν η ανεργία άρχισε να παίρνει τεράστιες διαστάσεις, με τα εργοστάσια να κλείνουν το ένα μετά το άλλο.
Η Θεσσαλονίκη με την φτώχια είναι εξοικειωμένη, γι΄ αυτό άλλωστε την αποκαλούν και φτωχομάνα.
Πάνω σ΄ αυτά τα δεδομένα λειτουργεί η πόλη, ο καθένας από την μεριά του επινοεί και κάποιο σχέδιο, έτσι ώστε η επιχείρηση του με τους εργαζομένους να δουλεύει, και ο κόσμος να είναι ευχαριστημένος.
Ωστόσο, οι κόντρες μεταξύ των επιχειρηματιών καλά κρατούν.
Για παράδειγμα μεταξύ του νυχτερινού κέντρου “ODEON” και του “Politia Clubbing”, ο ένας θέλει να ξεπεράσει τον άλλο. Μάλιστα στην μεγάλη κίνηση βγάζουν φωτογραφίες τις οποίες αλληλοστέλνουν, για να αποδείξουν πόσο κόσμο έχει το μεν κέντρο από το δε.
Και αυτό γιατί ο ένας κατηγορεί τον άλλον, ότι το μαγαζί του είναι άδειο από κόσμο. Έτσι φωτογραφίζουν την κίνηση για να αποδείξουν το αντίθετο, και εμείς που τους ξέρουμε γελάμε για όλα αυτά.
Αυτή η βλακώδης κόντρα θα έπρεπε να τερματιστεί εδώ και καιρό, θα ήταν πιο χρήσιμο να ασχοληθούν περισσότερο με το σέρβις και τις τιμές των μαγαζιών τους. Ας βάλλουν νερό στα κρασί τους, μπας και εξυπηρετήσουν καλύτερα τον κόσμο.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από την περατζάδα στα νυχτερινά κέντρα, είναι πως η φτώχεια θέλει καλοπέραση !!!!!!
Η Θεσσαλονίκη προσφέρει αυτό το αγαθό, για όλα τα βαλάντια, όλες τις εποχές, και σ΄ όλες τις κρίσεις.