Ο γνωστός μεγάλος Βάρδος του Ελληνικού πενταγράμμου, στην προηγούμενη ζωή του σίγουρα ήταν “καβουροποιός”, αφού και σήμερα εξακολουθεί να έχει καβούρια στις τσέπες του.
Την τσιγκουνιά του αυτή, όλοι όσοι συνεργάζονται μαζί του την γνωρίζουν εκ των προτέρων.
Όμως κάποιοι που δεν ξέρουν πως λειτουργεί τον παρεξηγούν (και με το δίκιο τους). Όπως συνέβη σε μια πολυτελή ψαροταβέρνα επί της παραλιακής των Αθηνών, όπου συχνάζουν κυρίος εφοπλιστές, επιχειρηματίες, πολιτικοί, καλλιτέχνες, και όχι μόνο.
Σ΄ αυτήν την ψαροταβέρνα ο μεγάλος βάρδος – καβουροποιός ήταν καλεσμένος από τον επιχειρηματία νυχτερινού κέντρου, με τον οποίον ήρθε σε συμφωνία για εμφανίσεις στην επιχείρηση του.
Μάλιστα έλαβε και προκαταβολή το 50%, των μεροκάματων.
Και αφού έκλεισε η συμφωνία ο επιχειρηματίας θέλοντας να το γιορτάσει και επίσημα με τον καλλιτέχνη του έκανε το τραπέζι στην εν λόγω ψαροταβέρνα.
Ως προκαταβολή ο λαϊκός βάρδος έλαβε ένα πολύ σεβαστό ποσό, το οποίο πήγε αμέσως και τα κατέθεσε στον τραπεζικό του λογαριασμό. Έπειτα ξεκίνησε για το ραντεβού που είχε με τον επιχειρηματία στην μαρίνα της Γλυφάδας. Μόνο που είχε φτάσει πρώτος.
Οι σερβιτόροι τον τακτοποίησαν στο ρεζερβέ τραπέζι που είχε κλειστεί νωρίτερα. Τον περιποιήθηκαν αλλά βασιλικά, προσφέροντας του αρχικά μια κρύα φιάλη νερό.
Έπειτα ο μετρ του μαγαζιού ήλθε για να πάρει παραγγελία.
Ο καλλιτέχνης – καβουροποιός βλέποντας όλες αυτές τις κινήσεις με τον επιχειρηματία ακόμα άφαντο, τον έπιασε κρύος ιδρώτας, λέγοντας στον μετρ, “..Πάρε από εδώ το νερό, δεν το έχω παραγγείλει, και μην φέρνεις ακόμα τίποτα, μέχρι να έλθει η παρέα που έκλεισε το τραπέζι..”
Ο μετρ τον κοίταξε παράξενα και έκανε όσα του είπε ο καβουροποιός.
Και ενώ η ώρα περνούσε, ο επιχειρηματίας ήδη είχε καθυστερήσει 45′ λεπτά, ο καλλιτέχνης βρισκόταν σε σύγχυση.
Γύριζε το κεφάλι του δεξιά και αριστερά, ασταμάτητα, όταν επιτέλους είδε τον επιχειρηματία αναστέναξε φωνάζοντας “…Άϊντε ρε φίλε, που είσαι τόση ώρα που περιμένω…”.
Αμέσως μετά ο καλλιτέχνης κάνει νήματα στον σερβιτόρο λέγοντας του, “… τώρα μπορείς και το νερό να φέρεις, αλλά και την παραγγελία να πάρεις..” και συνέχισε, “…φέρε μας ένα φαγκρί, τουλάχιστον να είναι 2 κιλά, κεφαλοτύρι ψητό, σαλάτα χωριάτικη, χταπόδι ψητό στην σχάρα, και πατάτες τηγανιτές.., α΄..μ ναι, και μια φιάλη αυτοκρατορικό Μακεδονικό κρασί…”.
Έπειτα ο καλλιτέχνης παραπονέθηκε ξανά στον επιχειρηματία για την καθυστέρηση “Α΄….ρε….’ΑΡ” τόση ώρα περίμενα…”
“..Εσύ τρώγε τώρα, και εγώ θα καθαρίσω τον λογαριασμό…” του απάντησε ο επιχειρηματίας που είχε δει στα μάτια του λαϊκού βάρδου την λαχτάρα που πήρε.
Με τα σταράτα αυτά λόγια του επιχειρηματία πήγε η καρδιά του καλλιτέχνη στην θέση της.
Που να ήταν και κανένας φτωχός!!!!! Είναι ο μόνος καλλιτέχνης της σειράς του που έχει μαζέψει όπως λέμε “φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι”. Δεν ξοδεύει ούτε για κολατσιό, όταν εργάζεται, όλα τα φέρνει από το σπίτι.
Ακόμα και τους μουσικούς με τους οποίους συνεργάζεται χρόνια, όλο κι όλο ένα τραπέζι τους έκανε, και αυτό γράφτηκε στην ιστορία.
Ε΄ ρε τι προβλήματα που έχουν οι πλούσιοι!!!!
Είναι ικανοί να χάσουν την ψυχραιμία τους, ακόμα και συγκοπή να πάθουν ,αμα πρόκειται να ξοδέψουν έστω και ένα Ευρώ από τον τραπεζικό τους λογαριασμό, σαν τον καβουροποιό, κατά τα άλλα μεγάλο βάρδο του Ελληνικού τραγουδιού.
Που λόγος για πουρμπουάρ, με τέτοιους καβουροποιούς αυτό ακούγεται σαν ανέκδοτο.