Το χθες και το αύριο της μουσικής βιομηχανίας από έρευνα του Ινστιτούτο Οπτικοακουστικών Μέσων (ΙΟΜ)
Η διαδρομή της ελληνικής δισκογραφίας στον χρόνο και τις εποχές, είναι πρωτίστως μία διαδρομή μουσική, κοινωνική, ταξική, πολιτική και πολιτιστική, αλλά και μια εξέλιξη συναισθημάτων, όπως αυτά εκφράζονται μέσα από τις νότες και τους στίχους. Δευτερευόντως είναι μία διαδρομή επιχειρηματική, οικονομική, καθώς η καταγραφή και η διάδοση του μουσικού προϊόντος συνδέεται άρρηκτα με την τεχνολογία και την αγορά.
Η νέα έρευνα του Ινστιτούτου Οπτικοακουστικών Μέσων με τίτλο «Aπό τις 78 στροφές στο CD. 80 χρόνια ελληνικής δισκογραφίας»
* με συγγραφέα τον κ. Γιώργο Νοταρά, επιχειρεί να καταγράψει αυτήν την διαδρομή που ξεκινάει με το γραμμόφωνο των 78 στροφών και τον Αττίκ και φτάνει σήμερα στην εποχή του διαδικτύου. Δημιουργοί και έργα παρελαύνουν στις σελίδες του βιβλίου, ενώ αναλύονται όλες οι εποχές και τα ρεύματα (πού, πότε, πώς και γιατί προέκυψαν) της ελληνικής δισκοραφίας από όλα τα είδη της μουσικής, και παρατίθενται κατάλογοι επιλεγμένων τίτλων.
Η ποιότητα και η ποσότητα των δίσκων στην Ελλάδα τα τελευταία 60-70 χρόνια είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Όμως, η ελληνική δισκογραφική βιομηχανία όπως και η παγκόσμια βρίσκονται πλέον μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Αυτό που αφορά τόσο την ποιότητα των έργων όσο και την ανάπτυξη της σχετικής αγοράς.
Όπως αναφέρει στον πρόλογό του ο πρόεδρος του ΙΟΜ Ρ.Μορώνης, «τα δεδομένα είναι αδιαμφισβήτητα, καταγεγραμμένα και ανησυχητικά για μία βιομηχανία που μέχρι πριν από 20 χρόνια παρουσίαζε μεγάλη άνθηση».
Η χρήση των κατά καιρούς «νέων» μέσων μετάδοσης της μουσικής επηρεάζει τη δομή των τραγουδιών. Το ραδιόφωνο, τα βιντεοκλίπ, το διαδίκτυο, το DVD, το MP3 ανα- γκάσουν παγκοσμίως καλλιτέχνες και δισκογραφικές να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
Σήμερα, ο κλάδος της δισκογραφίας περνάει κρίση, παρά το υψηλό μέγεθος κύκλου εργασιών που παρουσιάζει. «Οι αναλύσεις των αιτίων της … στην Ελλάδα έχουν καθαρά οικονομικό χαρακτήρα και μιλούν για τιμές ακριβές σε σχέση με το εισό- δημα και για την πειρατεία». Γίνεται επίσης λόγος για την ποιότητα, η οποία φαίνεται να βαρύνει λιγότερο στην επιλογή των παραγωγών από τον καλλιτέχνη.
«Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ένα καλό προϊόν είχε διεξόδους διάδοσης και μόνο λόγω της αξίας του. Σήμερα κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό». Πέρα από τα καθαρώς εμπορικά προϊόντα, οι επενδύσεις με ρίσκο έχουν περιοριστεί σημαντικά. Ο συγγραφέας, διαπιστώνει άλλο ένα δείγμα της οικονομικής κρίσης στη συγκέντρωση στις δισκογραφικές εταιρείες και στα καταστήματα πωλήσεων.
Διεθνώς, η κρίση στη δισκογραφία οφείλεται κυρίως στην πειρατεία μέσω διαδικτύου. Πρόσφατες έρευνες καταδεικνύουν πως η ψηφιακή αγορά μουσικής αυξάνεται, καθώς ο καταναλωτής μπορεί με ελάχιστο κόστος να προμηθευτεί τα μουσικά κομμάτια που επιθυμεί χωρίς να χρεωθεί για όλα τα κομμάτια ενός CD. Μια προσέγγιση που θυμίζει τα παλαιότερα 45άρια. Αλλά και σε ό,τι αφορά την πειρατεία, η οδός των δικαστηρίων που ακολουθήθηκε αρχικά, εγκαταλείπεται, καθώς η αγορά αναζητά πιο άμεσες και ευέλικτες λύσεις.
Τα DRM (Digital Rights Management – Διαχείριση Ψηφιακών Δικαιωμάτων) αποσύρονται, ενώ αναζητούνται λύσεις που εμπλέκουν την ταυτοποίηση των χρηστών μέσω των παροχέων πρόσβασης στο διαδίκτυο ή την επιβολή ενός «μουσικού φόρου» που θα καταβάλλεται μέσω των παροχέων πρόσβασης.
Τελικά, όπως αναρωτιέται ο συγγραφέας, «η δισκογραφική βιομηχανία απειλείται με εξαφάνιση;» Ο ίδιος όμως απαντά επισημαίνοντας ότι κάτι νεότερο καταργεί κάτι παλαιότερο- πως πάντα θα υπάρχει ένα καινούργιο μέσο κατανάλωσης γιατί, τελικά, εκείνο που δεν μπορεί να καταργηθεί είναι η μουσική…
* Η έρευνα του Ινστιτούτου Οπτικοακουστικών Μέσων για την ελληνική δισκογραφία εντάσσεται στην σειρά βιβλίων υπό τον γενικό τίτλο «Παρεμβάσεις» (Εκδ. Καστανιώτη).
Στην ίδια σειρά κυκλοφορεί το βιβλίο «Τηλεοπτική Πολιτική Διαφήμιση στην Ελλάδα. 1993-2007», ενώ υπό έκδοση είναι το βιβλίο «Οι έφηβοι και το internet.Ασφαλής και δημιουργική χρήση»./IOM