Συνέδριο με τον προαναφερόμενο τίτλο διοργάνωσε η γαλλική Προεδρία της ΕΕ, με στόχο να συνεισφέρει στο διάλογο μεταξύ των κρατών μελών για το ανάλογο θέμα. Η συνάντηση έγινε εν αναμονή πρότασης της Επιτροπής για τροποποίηση των κανόνων που αφορούν τις κρατικές ενισχύσεις στους δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς. Ο διάλογος οργανώθηκε γύρω από βασικά ερωτήματα για το ρόλο των δημόσιων ραδιοτηλεοράσεων στο νέο ψηφιακό περιβάλλον, όπως: Με ποιο κριτήριο μια υπηρεσία εντάσσεται στην κοινωνική αποστολή που έχουν οι δημόσιοι φορείς ή χαρακτηρίζεται εμπορική; Μπορούν τα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά Μέσα να προσφέρουν υπηρεσίες επί πληρωμή;
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση οφείλει να δραστηριοποιείται σε τομείς που δεν καλύπτουν τα ιδιωτικά ΜΜΕ;
Ποιο είναι το μέλλον της δημόσιας χρηματοδόησης;
Πρέπει οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς να αναπτυχθούν σ’ όλες τις πλατφόρμες;
Ως προς τις απαντήσεις, οι συμμετέχοντες συμφώνησαν στη διατήρηση του ευρωπαϊκού μοντέλου της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης που επιδιώκει ποιότητα, προσβασιμότητα, στήριξη δημιουργικότητας και καινοτομίας, πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία, πλουραλισμό, αντικειμενικότητα, σεβασμό των κανόνων ανταγωνισμού.
Ακόμη, οι συμμετέχοντες αναφέρθηκαν στο σχετικό Πρωτόκολλο της Συνθήκης του Άμστερνταμ, με το οποίο δίνεται έμφαση αφενός στην ελευθερία των κρατών μελών να ορίζουν τους στόχους της δημόσιας υπηρεσίας και αφετέρου στο σεβασμό των κανόνων ανταγωνισμού.
Η σχετιζόμενη Ανακοίνωση της Επιτροπής, που ακολούθησε το 2001, προσέφερε ένα σταθερό νομικό πλαίσιο και μια ισορροπία δημόσιου-ιδιωτικού. Σήμερα, όμως, χρειάζεται αναθεώρηση, προκειμένου δημόσιοι και ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς να επεκταθούν στις νέες πλατφόρμες μετάδοσης. Παρά ορισμένες αντιδράσεις, η δυνατότητα των δημόσιων ΜΜΕ να επεκταθούν σ’ όλες τις πλατφόρμες είναι η κρατούσα άποψη, αφού αποτελεί το μόνο τρόπο ώστε η νέα γενιά να γίνει αποδέκτης των δημόσιων υπηρεσιών.
Το πρόβλημα εντοπίζεται στον προσδιορισμό των επιτρεπόμενων ορίων για την κρατική χρηματοδότηση, καθώς και στην εξασφάλιση διαφάνειας και ελέγχου. Από την πλευρά της, η αρμόδια Επίτροπος ανταγωνισμού Νeelie Kroes προτείνει εκσυγχρονισμό της Ανακοίνωσης με άξονα τέσσερις βασικές αρχές:
-ανάδειξη της ρυθμιστικής αξίας του Πρωτοκόλλου
-ενδυνάμωση της αρχής της επικουρικότητας
-ενίσχυση της ευελιξίας του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου έναντι μιας ταχέως εξελισσόμενης αγοράς
-αποτελεσματικό έλεγχο σε εθνικό επίπεδο.
Σε ότι αφορά το ρόλο που προκύπτει για τα κράτη μέλη, οι συμμετέχοντες υπογράμμισαν ότι επαφίεται σ’ αυτά να ξεκαθαρίσουν και να εκσυγχρονίσουν την εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας στη λειτουργία των δημόσιων ΜΜΕ.
Η ολιγωρία των κρατών θα υποχρεώσει την Επιτροπή να αναλάβει πρωτοβουλίες. Από την άλλη, αναπτύσσονται σε εθνικό επίπεδο μέθοδοι αξιολόγησης του δημόσιου χαρακτήρα μιας οπτικοακουστικής υπηρεσίας. Το ΒΒC προσφέρει ένα καλό παράδειγμα, εφαρμόζοντας το σύστημα του Public Value Test (PVT).
Παρόμοια συστήματα εφαρμόζονται πλέον σε Γερμανία, Ιρλανδία και Βέλγιο. Το PVT έχει δύο πλευρές: αφενός την εκτίμηση της αξίας για το κοινό μιας νέας υπηρεσίας σε συνδυασμό με την καλή χρήση των πόρων του BBC και, αφετέρου, την εκτίμηση της επιρροής στην αγορά, θέμα με το οποίο ασχολείται η ρυθμιστική αρχή, Ofcom.
Άδεια δημιουργίας της νέας υπηρεσίας δίδεται μόνον αν προκύπτει ξεκάθαρα ότι η αξία για το κοινό είναι σημαντικότερη από ένα πιθανό- αρνητικό αποτέλεσμα. Όμως, ορισμένες χώρες (π.χ. Ολλανδία), τάσσονται κατά τέτοιων δοκιμών. Κι αυτό γιατί θεωρούν ότι τελικά δε λειτουργούν «ουδέτερα», αλλά ευνοούν όσους επιθυμούν τον περιορισμό της δημόσι- ας υπηρεσίας.
Οι χώρες αυτές υποστηρίζουν πως είναι προτιμότερη μια εθνική προσέγγιση από την «αντιγραφή» ενός γενικού μοντέλου. Ένα πρώτο σχέδιο της νέας Ανακοίνωσης της Κομισιόν θα παρουσιαστεί το φθινόπωρο και θα ακολουθήσει διαβούλευση. Η διαδικασία αναμένεται να ολοκληρωθεί στο α’ εξάμηνο του 2009.
πηγή;Hellenic Audiovisual Institute