
Είχε προηγηθεί η άρνηση του Μαρτζουκί να ανανεώσει την παλαιότερη δανειακή σύμβαση του ΔΝΤ με το παλιό καθεστώς, δηλώνοντας ότι «πρέπει πρώτα να διεξαχθεί έρευνα για να διευκρινιστεί το αν το κράτος πρέπει να πληρώσει τα χρέη αυτά».
Ταυτόχρονα απαίτησε την αποπομπή του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Τυνησίας,Μουσταφά Καμέλ Ναμπλί, κρίνοντας ότι αυτός δεν κατέβαλε τις απαραίτητες προσπάθειες ώστε να ανακτήσει το κράτος τα περιεχόμενα των «παγωμένων» τραπεζικών λογαριασμών της οικογένειας Μπεν Αλί σε τράπεζες του εξωτερικού, και συγκεκριμένα της Ελβετίας.
«Μεγάλο μέρος του χρέους δημιουργήθηκε από παράνομες δραστηριότητες του καθεστώτος Μπεν Αλί επομένως αρμόδια να αποφανθεί επί του θέματος είναι η δικαιοσύνη» εξήγησε η κυρία Μπαρέκ, η οποία συμβουλεύεται και την οργάνωση «Επανέλεγχος του χρέους» (ACET-“Auditons les créances envers la Tunisie”), μια οργάνωση που ιδρύθηκε από Γάλλους και Τυνήσιους το Φεβρουάριο του 2011, έναν μόλις μήνα μετά την πτώση του καθεστώτος.
Αυτό που προτείνουν είναι η σύσταση μιας ανεξάρτητης μεικτής επιτροπής, στην οποία θα μετέχουν 4 εμπειρογνώμονες από διεθνείς οργανισμούς, και θα έχει ως αποκλειστικό σκοπό της τον λογιστικό έλεγχο των δανείων που είχε υπογράψει ο δικτάτορας στη διάρκεια των 23 χρόνων του στην εξουσία.
Σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2010, πάνω από το μισό δημόσιο χρέος της χώρας, που ανέρχεται σήμερα στα 15 περίπου δις ευρώ, δημιουργήθηκε στα χρόνια του Μπεν Αλί.
Όπως δηλώνει ο Ζιχάν Σαντούλ, δικηγόρος και εκπρόσωπος τύπου του ACET: «Είναι παράλογο να κληρονομήσει άνευ όρων το χρέος αυτό ο λαός της Τυνησίας, τη στιγμή μάλιστα που η ετήσια δόση αποπληρωμής του είναι εξαπλάσια των κονδυλίων για την υγεία, τριπλάσια αυτών της παιδείας και εξαπλάσια των κονδυλίων για την περιφερειακή ανάπτυξη».
BHMA