Τρίτη, 19 Αυγούστου, 2025
ΑρχικήΤέχνες γράμματαΤζέφρι Ευγενίδης: “Βασικά,...

Τζέφρι Ευγενίδης: “Βασικά, είμαι Έλληνας”

Συνέντευξη της Μαριλένας Αστραπέλλου

Τζέφρι Ευγενίδης,  καθηγητής και βραβευμένος με το βραβείο Πούλιτζερ συγγραφέας, μιλάει για τη σχέση του με την Ελλάδα, τη θρησκεία, τους σύγχρονούς του αμερικανούς λογοτέχνες και τη σημασία τού να μεγαλώνεις στο Ντιτρόιτ

Ακούσια ακολούθησε τη συμβουλή της Βιρτζίνια Γουλφ προς επίδοξους συγγραφείς «μην εκδώσετε βιβλίο πριν από τα 30» και με αργούς, αλλά άκρως αποτελεσματικούς, ρυθμούς εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, το περίφημο «Αυτόχειρες παρθένοι», σε ηλικία 33 ετών, ενώ ακολούθησαν τα επόμενα δύο με χρονική απόσταση εννέα χρόνων το ένα από το άλλο

Ο 52χρονς Ευγενίδης, διδάσκει στο Τμήμα Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Πρίνστον από το 2007, στο μεταξύ εξέδωσε και το βιβλίο «Της αγάπης μου ο σπουργίτης πέταξε» (εκδ. Libro), στο οποίο σταχυολόγησε διηγήματα συγγραφέων με θέμα τον έρωτα και την αγάπη.

Οσοι αγάπησαν το βραβευμένο με Πούλιτζερ «Middlesex: Ανάμεσα στα δύο φύλα» (εκδ. Libro), με πρωταγωνίστρια την ερμαφρόδιτη Καλλιόπη Στεφανίδη, περίμεναν με αγωνία την επιστροφή του κατά τα φαινόμενα τελειομανούς Ευγενίδη.

Ηγγικεν η ώρα λοιπόν. Το καινούργιο βιβλίο του, «The Μarriage Ρlot» (εκδ. Farrar, Straus and Giroux), βρίσκεται πλέον στις προθήκες των βιβλιοπωλείων.

Ήρεμα, με πλήρη έλεγχο των εκφραστικών του μέσων και χωρίς εξάρσεις, τονικές ή συναισθηματικές, μας μίλησε στο άψογα διαρρυθμισμένο και εξαιρετικά καλόγουστα διακοσμημένο σπίτι του στο Πρίνστον και, μόλις τελείωσε η συνέντευξη, επέδειξε μια μικρή ανυπομονησία όταν ρώτησε με γνήσιο ενδιαφέρον: «Πείτε μου, πώς είναι η κατάσταση στην Ελλάδα…».

Πάντως είναι αναπόφευκτη η σύνδεση των ηρώων σας με πρόσωπα που γνωρίζετε. Διότι, όπως έχει πει και η Τζόαν Ντίντιον, όταν γράφεις «πάντα ξεπουλάς κάποιον».

«Προσπαθούσα για πολύ καιρό να γράψω μόνο από τη φαντασία μου, διαπίστωσα όμως ότι μου ήταν αδύνατο να δημιουργήσω στέρεους χαρακτήρες, παρά μόνο αν αντλούσα υλικό από προσωπικές μου ιστορίες, από ανθρώπους που γνωρίζω. Συνήθως παίρνω δύο-τρεις ανθρώπους που γνωρίζω και δημιουργώ έναν χαρακτήρα. Χρησιμοποιώ πολλές από τις εμπειρίες μου, αλλά όσο το κάνεις αυτό έρχεσαι κοντά στο Ζeitgeist και καταλήγεις να γράφεις για το τι συμβαίνει στη ζωή σου και στον κόσμο σήμερα, αντί για πριν από 25 χρόνια. Δεν έχεις άλλη επιλογή από το να ξεπουλήσεις κάποιον προκειμένου να περιγράψεις τον κόσμο στον οποίο ζεις».

Εσείς έχετε πολλά κοινά με τον χαρακτήρα του Ελληνοαμερικανού Μίτσελ. Γεννηθήκατε στο Ντιτρόιτ, φοιτήσατε στο Πανεπιστήμιο Μπράουν, ταξιδέψατε στην Ινδία και δουλέψατε εθελοντικά για τη Μητέρα Τερέζα…

«Όλοι οι χαρακτήρες φοίτησαν στο Μπράουν και όλοι οι χαρακτήρες έχουν κάποια κοινά με εμένα. Ο γυναικείος χαρακτήρας, για παράδειγμα, πολύ περισσότερα από ό,τι θα μπορούσατε να φανταστείτε…

Είναι αλήθεια, όμως, ότι ο Μίτσελ και εγώ έχουμε τα περισσότερα κοινά στοιχεία. Όντως πήγα στην Ινδία και προσπαθούσα να γράψω για αυτή την εμπειρία εδώ και πολλά χρόνια. Μου ήταν πολύ δύσκολο να βρω τη σωστή προσέγγιση προκειμένου να περιγράψω τι σκέπτεται ένας έξυπνος νέος ο οποίος προσπαθεί να κατευνάσει τις αμφιβολίες του για τη θρησκεία, ενώ ταυτόχρονα είναι ειλικρινής ως προς την ανάγκη του για τη διερεύνησή της. Ήταν για μένα το πιο δύσκολο κομμάτι του βιβλίου, μου πήρε πολλά χρόνια για να το καταφέρω».

Είναι, όμως, επιτυχημένο ακριβώς επειδή περιγράφει κάτι πολύ αληθινό. Το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στις ευγενείς προθέσεις και στην ουσιαστική υλοποίησή τους. Ισως ως άνθρωποι επιθυμούμε πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορούμε να πραγματοποιήσουμε και ίσως θέλουμε να πιστεύουμε ότι είμαστε κάτι ανώτερο από αυτό που όντως είμαστε. Η Μητέρα Τερέζα είναι από τις ελάχιστες εξαιρέσεις.

«Ναι, αλλά και εκείνη κατά τη διάρκεια της ζωής της πέρασε μέσα από σκοτεινά κανάλια, υπήρξαν περίοδοι που είχε χάσει την πίστη της. Δεν ξέρω αν μπορώ να μιλήσω για την ανθρωπότητα, μπορώ όμως να μιλήσω για τον χαρακτήρα μου και αυτό που λέτε ισχύει στην περίπτωσή του. Ανακαλύπτει ότι δεν μπορεί να είναι ο καλός χριστιανός που θα ήθελε να είναι.

Η εμπειρία με τη Μητέρα Τερέζα είναι μια ήττα για αυτόν. Tου αποκαλύπτει, όμως, πολλά για τον άνθρωπο που πρόκειται να γίνει».

Τι ήταν αυτό που σας γοήτευε και θελήσατε να μελετήσετε τις θρησκείες; Νιώθατε διχασμένος δεδομένου ότι ο πατέρας σας ήταν ορθόδοξος και η μητέρα σας, ως Ιρλανδή, μάλλον καθολική;

«Όχι, μεγάλωσα ως “τίποτα”. Δεν είμαι σωστός Έλληνας! Καθόλου. Βαπτίστηκα χριστιανός ορθόδοξος, αλλά ο πατέρας μου δεν μας πήγε ποτέ στην εκκλησία.

Ο θείος μου ήταν παπάς και πηγαίναμε εκκλησία μόνο όταν τον επισκεπτόμασταν, αλλά αυτό δεν συνέβαινε πολύ συχνά. Μέχρι τα 20 είχα πάει το πολύ έξι φορές σε ορθόδοξη εκκλησία.

Η μητέρα μου ήταν από το Κεντάκι, πρεσβυτεριανή, αλλά η οικογένειά της δεν ήταν καθόλου θρήσκα. Εισήλθα στον κόσμο των θρησκειών μέσα από τη λογοτεχνία, γιατί δεν καταλάβαινα πολλές από τις θρησκευτικές αναφορές.

Στην ποίηση του Τζον Μίλτον, στον Σαίξπηρ… Διαπίστωσα ότι είχα άγνοια του πώς η θρησκεία είχε διαμορφώσει τη Δυτική Ιστορία. Αρχισα να παρακολουθώ μαθήματα θεολογικών σπουδών προκειμένου να εκπαιδεύσω τον εαυτό μου γύρω από αυτό το τεράστιο πεδίο ανθρώπινης γνώσης που δεν κατείχα. Μεγάλωσα ως άθεος πιστεύοντας ότι η θρησκεία ανήκει στο παρελθόν, ένας πρωτόγονος τρόπος για να βλέπεις και να αντιμετωπίζεις τον κόσμο. Διαβάζοντας, όμως, ορισμένους θεολόγους και διανοητές, διαπίστωσα ότι υπήρχαν υψηλά επίπεδα ευφυΐας σε πολλά από αυτά τα βιβλία».

Πού σας οδήγησε αυτή η αναζήτησή σας;

«Πειραματίστηκα με πολλές θρησκείες, όπως κάνουν συχνά οι νέοι. Ανατολικές θρησκείες, διαλογισμό. Πήγα σε συναντήσεις Κουακέρων, σε καθολικές εκκλησίες. Δεν ασπάστηκα, όμως, κάποιο δόγμα».

Είχατε δεσμούς με την Ελλάδα καθώς μεγαλώνατε;

«Υπήρχε η αίσθηση ότι ήμασταν Έλληνες, ο πατέρας μου έδινε στα πλεούμενά του ελληνικά ονόματα ή όταν ξεκινούσε μια νέα εταιρεία τής έδινε πάντα ελληνικό όνομα. Πηγαίναμε σε ελληνικές ταβέρνες στο Ντιτρόιτ. Είχα την αίσθηση ότι ήμουν Έλληνας και λόγω του ονόματός μου, που ήταν τόσο δυσπρόφερτο.

Όλοι μου οι φίλοι είχαν περίεργα ονόματα εξαιτίας της εθνικότητάς τους και φωνάζαμε ο ένας τον άλλον “Έλληνα”, “Άραβα” ή οτιδήποτε άλλο. Είχαμε επίγνωση της καταγωγής μας, αλλά παράλληλα δεν σήμαινε και τίποτε».

Υπάρχει, παρ’ όλα αυτά, ένα μικρό κομμάτι σας που το νιώθετε ελληνικό; Πώς αισθάνεστε, για παράδειγμα, όταν ακούτε στην τηλεόραση για την κρίση χρέους της Ελλάδας;

«Αισθάνομαι συνδεδεμένος με την Ελλάδα και με πράγματα ελληνικά διαρκώς. Αναγνωρίζω αμέσως τα ελληνικά ονόματα που αναφέρονται στην εφημερίδα. Το “Τζον Κυριάκου”, επί παραδείγματι, που είναι αυτός ο τύπος από τη CIA ο οποίος συνελήφθη για διασπορά πληροφοριών σε δημοσιογράφους, ή το “Χάρι Μαρκόπουλος” που είναι ο πρώτος που ανακάλυψε ότι ο Μέιντοφ είχε εξαπατήσει τους πάντες. Παρακολουθώ τι γίνεται στην Ελλάδα περισσότερο από τους υπόλοιπους Αμερικανούς, αλλά παρακολουθώ τι γίνεται και στη Γερμανία, επειδή έζησα εκεί πέντε χρόνια. Θέλω να έχω μια σφαιρική άποψη για το παγκόσμιο γίγνεσθαι και όχι μια αυστηρά αμερικανική.

Με λυπεί αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα πολύ περισσότερο από ό,τι μπορεί να συμβαίνει στην Κορέα. Νιώθω έναν δεσμό».

Και ποια είναι η άποψή σας για την τωρινή κατάσταση;

«Νομίζω ότι είναι πιο περίπλοκη από ό,τι την παρουσιάζουν τα μέσα. Οι Γερμανοί, για παράδειγμα, οι οποίοι σήμερα έχουν θυμώσει με τους Έλληνες επειδή πρέπει να τους βοηθήσουν, δεν είχαν κανένα πρόβλημα όταν δάνειζαν την Ελλάδα και αποκόμιζαν οφέλη από αυτό.

Τώρα που τα πράγματα δεν πάνε καλά, παραπονιούνται. Νιώθω ότι δεν δίνεται έμφαση σε αυτό το κομμάτι της ιστορίας. Ταυτόχρονα δεν πιστεύω ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι αθώα και άμοιρη ευθυνών.

Υπάρχει, όμως, ευθύνη που επιμερίζεται σε πολλούς, και όχι μόνο στους Ελληνες, επεκτείνεται ως τις ΗΠΑ και την Goldman Sachs. Εγώ έτσι το βλέπω».

Πώς πιστεύετε ότι βλέπουν οι Έλληνες τους Αμερικανούς; Για παράδειγμα, ο πατέρας του Μίτσελ γνωρίζει το αντιαμερικανικό κλίμα που υπήρχε στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’80 όταν του λέει στο βιβλίο:

«Όταν πας στην Ελλάδα, να μην παραλείψεις να πεις σε όλους εκείνους τους σοσιαλιστές εκεί πέρα “Δόξα τω Θεώ, έχουμε τον Ρόναλντ Ρίγκαν”». «Εξαρτάται για ποιο μέλος της οικογένειας γράφω.

Ο πατέρας μου ήταν συντηρητικός, Ρεμπουμπλικανός, υπέρ της Αμερικής. Aν θα έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στο τι είναι καλό για την Αμερική ή για την Ελλάδα, θα επέλεγε την Αμερική. Ο καλύτερός του φίλος, τον οποίο αγαπούσα πολύ, γνώριζε καλά πως η CIA είχε δεσμούς με τη χούντα και είχε έναν σαφή προσανατολισμό κατά της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα. Επισκεπτόταν συχνά την Ελλάδα, ο πατέρας μου δεν είχε πάει ποτέ στην Ελλάδα».

Το όνομά σας πώς και δεν το αλλάξατε; Το άκουσα να προφέρεται με διαφορετικούς τρόπους εδώ στην Αμερική.

«Αγγλοποίησα το επώνυμό μου σε “Γιουτζένιντες” αντί για “Ευγενίδης”. Δεν ήθελα να αλλάξω το όνομά μου. Πιστεύω θα ήταν έγκλημα να κάνω κάτι τέτοιο. Προτίμησα να τους μάθω να το λένε.

Αν μπορούμε να έχουμε έναν πρόεδρο που τον λένε Μπαράκ Ομπάμα, τότε μπορώ κι εγώ να κρατήσω το όνομά μου».

Έχετε  έρθει αρκετές φορές στην Ελλάδα. Τι σας ώθησε να το επιχειρήσετε την πρώτη φορά;

«Ήθελα να δω την Ελλάδα. Τη δεύτερη φορά ήρθα στο πλαίσιο μιας περιοδείας για την προώθηση του βιβλίου μου. Πολύς κόσμος έρχεται για διακοπές, αλλά για μένα ήταν σημαντικό να γνωρίσω τον πολιτισμό από τον οποίο προέρχονταν οι παππούδες μου.

Πήγα και στην Τουρκία, επειδή με ενδιέφερε να δω πού έζησαν. Είχα έντονη την εικόνα της γιαγιάς μου που της έλειπε το χωριό της, οπότε το επισκέφτηκα. Δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι είχαν ζήσει Έλληνες εκεί.

Έμενα σε ένα ξενοδοχείο στην Προύσα και όταν τους είπα ότι θέλω να επισκεφθώ αυτό το μικρό χωριό με ρώτησαν: “Γιατί θες να πας εκεί; Δεν υπάρχει τίποτε”. Και τους είπα: “Οι παππούδες μου ήταν από εκεί”. Και αποκρίθηκαν: “Όντως, μοιάζεις με Τούρκο”.

Και απάντησα: “Βασικά, είμαι Έλληνας”.

“Μα δεν μένουν Έλληνες εδώ”.

“Ε, κάποτε έμεναν”. Κάθε ανάμνηση αυτού του γεγονότος είχε σβηστεί εντελώς. Ήταν απίστευτο».

Εσείς μεγαλώσατε στις μεσοδυτικές Πολιτείες. Τι σημαίνει ακριβώς να μεγαλώνει κανείς σε αυτό το κομμάτι της Αμερικής;

«Η στερεοτυπική εικόνα που έχει ο κόσμος στην Αμερική για τους μεσοδυτικούς είναι ότι είναι απλοί, καλοί άνθρωποι και δουλευταράδες, ότι δεν είναι υπερβολικά εκλεπτυσμένοι, αλλά είναι ηθικοί. Δεν είναι γεμάτοι υπεροψία, σε αντίθεση με την εντύπωση που τρέφουν για εκείνους που είναι από το Λος Αντζελες και τη Νέα Υόρκη.

H αλήθεια είναι πιο περίπλοκη. Πολλοί σπουδαίοι συγγραφείς μεγάλωσαν σε αυτά τα μέρη και ταυτόχρονα αναπτύχθηκαν εκεί σπουδαίες δουλειές στην αρχιτεκτονική, όπως αυτή του Φρανκ Λόιντ Ράιτ. Υπάρχει ένα κομμάτι εκεί από όπου κατάγομαι εγώ το οποίο ήταν ανέκαθεν πολύ φιλελεύθερο και πολύ ζωντανό από καλλιτεχνική άποψη.

Πολλοί Αμερικανοί, όμως, δεν το αναγνωρίζουν αυτό. Το αποκαλούν “fly over country”, το μέρος πάνω από το οποίο πετάς για να πας στην Καλιφόρνια».

Το Ντιτρόιτ έχει μια μακρά ιστορία όσον αφορά τη βιομηχανία αυτοκινήτου και τη μουσική, αλλά εξίσου εντυπωσιακή είναι και η παρακμή του. Αλήθεια, έχετε δει τις φωτογραφίες των ερειπίων των δυο γάλλων φωτογράφων;

«Δεν χρειάζεται να τις δω αυτές τις φωτογραφίες. Τις μισώ αυτές τις φωτογραφίες. Τις αποκαλώ “το πορνό των ερειπίων”. Ιδίως όταν πρόκειται για γάλλους φωτογράφους οι οποίοι πιστεύουν ότι είναι “όμορφο” που αυτό το μέρος σαπίζει. Eχει κουράσει τους κατοίκους του Ντιτρόιτ αυτού του είδους η προσέγγιση, να αισθητικοποιείς τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει μια πόλη.

Όλα τα μέρη που φωτογράφισαν τα γνωρίζω πολύ καλά από τα 15 μου. Το να έρχονται και να τραβάνε φωτογραφίες 30 χρόνια μετά δεν είναι κατά τη γνώμη μου αποκαλυπτικό, από καμία άποψη»

BHMAmagazino

.
Ο Τζέφρι Ευγενίδης (Jeffrey Kent Eugenides) είναι Αμερικανός συγγραφέας, ελληνικής καταγωγής. Γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1960 στο Ντιτρόιτ τουΜίσιγκαν.

Οι γονείς του πατέρα του μετανάστευσαν στην Αμερική από τη Μικρά Ασία, ενώ η μητέρα του έχει Ιρλανδικές ρίζες.

Αποφοίτησε με έπαινο από τοΠανεπιστήμιο Μπράουν και απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στην Αγγλική Φιλολογία και Δημιουργική Γραφή από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, το 1986.

Το πρώτο του μυθιστόρημα Αυτόχειρες παρθένοι (The Virgin Suicides), εκδόθηκε το 1993 και έγινε ταινία το 1999, υπό τη σκηνοθεσία της Σοφίας Κόπολα, με πρωταγωνιστές τους Κίρστεν Ντανστ, Τζος Χάρτνετ, Καθλίν Τέρνερ και Τζέημς Γουντς. Το βιβλίο αυτό έχει μεταφραστεί σε 15 γλώσσες.

Το δεύτερο μυθιστόρημά του Middlesex, Ανάμεσα στα δύο φύλα (Middlesex), που εκδόθηκε το 2003, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και βραβεύτηκε με το βραβείο Πούλιτζερ. Κάποια από τα έργα του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά όπως The New Yorker, The Paris Review, The Yale Review, Granta, Best American Short Stories.

Εκτός απο το βραβείο Πούλιτζερ, έχει επίσης βραβευτεί με το Whiting Writer’s Award, και με το Harold D. Vursell Award, από την Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων.

Έζησε για λίγα χρόνια με την σύζυγό του Karen Yamauci και την κόρη τους στο Βερολίνο, ενώ τώρα κατοικεί και πάλι στοΣικάγο.

spot_img

Τώρα ζωντανά! Web Radio από το Ελληνικό Φαινόμενο!

 

 

Τελευταία νέα

Δύο έμπειρες δημοσιογράφοι από μεγάλα κανάλια εντάσσονται πλέον στο δυναμικό του ERTNEWS.

Η Αδαμαντία Λιόλιου, με πλούσια εμπειρία σε διεθνείς ανταποκρίσεις και ρεπορτάζ σε κρίσιμες περιοχές, αφήνει το ΟΡΕΝ και αναλαμβάνει νέο ρόλο στην ενημερωτική ομάδα. Παράλληλα, η Στέλλα Στυλιανού, από το Mega, με μακρά πορεία σε δελτία ειδήσεων και εμπειρία...

Προσφυγή στα σκαριά για τις περιφερειακές άδειες: Επιστολές ΕΕΤΕΠ σε ΕΕΤΤ και Digea και συνάντηση με Π. Μαρινάκη.

Με προσφυγή σε δικαστικά μέσα για αθέμιτο ανταγωνισμό προειδοποιεί την κυβέρνηση η Ένωση Ενημερωτικών Τηλεοράσεων Ελληνικής Περιφέρειας με επιστολή της προς την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων. Η ΕΕΤΕΠ ζητάει από την ΕΕΤΤ «να μην προχωρήσει σε καμία σχετική...

Παραιτήθηκε ο Βρετανός εμπορικός απεσταλμένος στην Τουρκία μετά την επίσκεψή του στα Κατεχόμενα!!

Το περιστατικό είχε προκαλέσει οργή σε πολιτικούς, όπως και η κυπριακή κυβέρνηση Ο ίδιος επέμενε ότι ήταν προσωπική επίσκεψη Οβουλευτής του Εργατικού Κόμματος Αφζάλ Καν παραιτήθηκε από τη θέση του εμπορικού απεσταλμένου του Ηνωμένου Βασιλείου στην Τουρκία, μετά από...