του Νικόλα Δημητριάδη από την Ρήξη
Η πολυδιαφημισμένη επένδυση στα Ναυπηγεία Ελευσίνας φαίνεται να οδηγείται σε νέα αναβολή, καθώς ο υπουργός Άμυνας κ. Παναγιωτόπουλος αρνήθηκε να υπογράψει το σχέδιο εξυγίανσής τους, παραπέμποντάς το στο υπουργείο Οικονομικών. Κι όμως, λίγες μέρες πριν, σε σχετική εκδήλωση, και παρουσία του πρέσβυ των Η.Π.Α., ο Άδωνης Γεωργιάδης υποσχόταν ότι ο συνάδελφός του θα υπογράψει το σχέδιο. Ασφαλώς η διάσταση μεταξύ των δύο υπουργών έχει ένα οικονομικό κίνητρο, καθώς το σχέδιο προβλέπει κούρεμα χρεών και το Πολεμικό Ναυτικό είναι ο βασικός πιστωτής, έχοντας λαμβάνειν από τα ναυπηγεία περί τα 150 εκατομμύρια ευρώ. Μήπως, όμως, το άδειασμα του Άδωνη υποκρύπτει και άλλα ελατήρια;
Εδώ παρατηρείται μία μεθόδευση από τα παλιά: η επένδυση στην Ελευσίνα συνδέεται με το πρόγραμμα ναυπήγησης νέων πλοίων για το Πολεμικό Ναυτικό, θυμίζοντας τις περίφημες «προίκες» του παρελθόντος. Οι επενδυτές, δηλαδή, εμφανίζονται να συνδέουν την επένδυσή τους με την εξασφάλιση παραγγελιών από το κράτος και εν προκειμένου το πρόγραμμα της ναυπήγησης κορβετών. Ο ίδιος ο κ. Παναγιωτόπουλος, όμως, φέρεται σύμφωνα με ανακοίνωση των εργαζομένων του ναυπηγείου, να έχει δηλώσει πως «Χωρίς να επενδυθούν πρώτα κεφάλαια στην Ελευσίνα, υπογραφή δική μου δεν μπαίνει για κούρεμα χρεών του ΠΝ, όπως και ανάθεση έργου, γιατί όπως γνωρίζετε θα πάω φυλακή»…
Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει και μία πρωτοτυπία: Όπως και με το πρόγραμμα των φρεγατών, η Ελευσίνα «εκπροσωπεί» συγκεκριμένες εταιρείες με συγκεκριμένα πλοία – τότε ήταν η φρεγάτα MMSC της αμερικανικής εταιρείας Λόκχηντ Μάρτιν, τώρα η κορβέτα FCx30 της ιταλικής Φινκαντιέρι, που επιθυμεί να επενδύσει στο ναυπηγείο (και η οποία συνεργάζεται με τη Λόκχηντ Μάρτιν). Η επένδυση στα ναυπηγεία, δηλαδή, επιχειρεί να «υπαγορεύσει» στο Πολεμικό Ναυτικό τις εταιρείες (και τις χώρες) που θα αναλάβουν τον επανεξοπλισμό του. Καθώς τα σχετικά δημοσιεύματα στον Τύπο φέρουν το Πολεμικό Ναυτικό να προσανατολίζεται μάλλον στη γαλλική πρόταση, αυτή των φρεγατών Gowind, η κόντρα των δύο υπουργών αποκτά άλλη διάσταση.
Την ίδια στιγμή, το Ναυπηγείο Ελευσίνας ασκεί και έναν πρωτότυπο «εκβιασμό» στο Πολεμικό Ναυτικό, καθώς κωλυσιεργεί τη ναυπήγηση της τελευταίας πυραυλακάτου που έχει αναλάβει, λαμβάνοντας διαρκώς νέες χρηματοδοτήσεις για να συνεχίζει τη λειτουργία του. Η πυραυλάκατος όφειλε να είναι έτοιμη από το 2018, έτσι το Πολεμικό Ναυτικό δίνει κάθε λίγους μήνες μία παράταση (και κάποια εκατομμύρια για να πληρώνονται οι εργαζόμενοι) και μετά το πέρας της παράτασης, έρχεται η επόμενη. Ως τώρα, η σχετική σύμβαση έχει φτάσει από τα 300 εκατομμύρια στα 400 και ουδείς γνωρίζει πού θα ανέλθει το τελικό κόστος.
Την ώρα που το Πολεμικό Ναυτικό καλείται να αντιμετωπίσει τον τουρκικό επεκτατισμό με έναν απαρχαιωμένο στόλο, ένα ολοκαίνουριο πλοίο βρίσκεται επί σειρά ετών εκτός, για λόγους που κανείς δεν μπορεί επισήμως να ανακοινώσει…
Από την άλλη, στον Σκαραμαγκά, η νέα διοίκηση του κ. Προκοπίου διαμηνύει ότι δεν στηρίζεται σε κρατικές παραγγελίες, αλλά σκοπεύει να λειτουργήσει τα ναυπηγεία ανεξάρτητα από τα προγράμματα του Πολεμικού Ναυτικού.
Σε αντίθεση με την Ελευσίνα, δείχνει ότι μπορεί να ναυπηγήσει και τις κορβέτες ανεξαρτήτως επιλογής. Μακάρι να μπορέσει να επαναλάβει την επιτυχία της Σύρου όπου το ναυπηγείο, υπό τη διοίκηση της Onex, λειτουργεί επιτυχημένα χωρίς καμία κρατική «βοήθεια». Μέχρι τότε, βέβαια, έχει ακόμη πολύ δρόμο, καθώς ο κ. Προκοπίου μπορεί να κέρδισε τον διαγωνισμό για τα ναυπηγεία, αλλά δεν έχει καταφέρει να τα αναλάβει ακόμη. Είναι και ο Δήμος Χαϊδαρίου που επιθυμεί κάποιο κομμάτι των εγκαταστάσεων και η υπόθεση σέρνεται στα δικαστήρια. Όλα τριγύρω αλλάζουνε, κι όλα τα ίδια μένουν…
Η κυβέρνηση είναι αρκετά δραστήρια στην παραγγελία οπλικών συστημάτων του εξωτερικού, αλλά δείχνει να μην είναι σε θέση να λύσει τον γόρδιο δεσμό της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας.
Γιατί εκεί, βέβαια, δεν αρκεί να βάλει το χέρι στην τσέπη, αλλά θα πρέπει να έρθει αντιμέτωπη με όλες τις παθογένειες του παρελθόντος. Και αυτό δεν το έχει κατορθώσει ως τώρα.
Άλλωστε, ποιος επενδυτής θα δεχτεί να αναλάβει μία εταιρεία με χρέη εκατοντάδων εκατομμυρίων, χωρίς εξασφαλισμένες παραγγελίες; Έτσι, η πώληση της ΕΛΒΟ στην ισραηλινή εταιρεία Plasan δεν έχει φέρει ακόμη δουλειές στο εργοστάσιο της Σίνδου – πλανάται και εδώ η υποψία ότι η εξαγορά αυτή έγινε με την προοπτική της «προίκας».
Καθώς, δε, το ενδιαφέρον για τις ελληνικές αμυντικές εταιρείες του ιδιωτικού τομέα εξακολουθεί να είναι… φιλολογικό, δεν είναι τυχαίο ότι ο επανεξοπλισμός της χώρας γίνεται ως τώρα με απευθείας αγορές από το εξωτερικό.
Η Άγκυρα, όμως, δεν θα περιμένει το ελληνικό κράτος να νοικοκυρέψει τα του οίκου του. Η κατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων έχει φτάσει στο μη παρέκει και στην προσπάθεια ενίσχυσής τους δεν μπορεί, δυστυχώς, να αγνοηθεί η παράμετρος του χρόνου. Είναι κι αυτός ένας λόγος που οδήγησε στην αγορά των αεροσκαφών Ραφάλ αλλά και γαλλικών φρεγατών. Οι παραδόσεις των Μπελαρά θα ξεκινήσουν το 2025 και οι τρεις φρεγάτες θα είναι επιχειρησιακά έτοιμες μέχρι το τέλος του 2027. Οι άλλοι υποψήφιοι του διαγωνισμού είναι ζήτημα αν θα μπορούσαν να παραδώσουν ως τότε έστω και ένα πλοίο.
Αυτό το αντιλαμβάνεται καλά ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, γι’ αυτό και αρνείται να συναινέσει στους πειραματισμούς του πάντα πρόθυμου κ. Άδωνη Γεωργιάδη. Όμως ο κ. Παναγιωτόπουλος δεν αποφασίζει μόνος του.
Έτσι, ενώ είχε προαναγγείλει τη γρήγορη απόφαση για το πρόγραμμα των κορβετών, και ενώ διαφαινόταν η επικράτηση της γαλλικής πρότασης, ήρθε ο πρωθυπουργός προχθές να αναγγείλει την αναβολή της απόφασης για το τέλος του καλοκαιριού. Όπως και με τις νέες φρεγάτες, που πήγαν από αναβολή σε αναβολή, όπως με τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών ΜΕΚΟ, που έχει αποφασιστεί από το 2014 και ακόμη… συζητείται, έτσι και με το πρόγραμμα των κορβετών, οι ναυτικοί μας θα πρέπει να περιμένουν.