Οι κυβερνητικές προτεραιότητες και ο νέος ελιγμός για να κλείσει η συμφωνία. Χαμηλώνουν οι προσδοκίες στο Eurogroup
Στο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι ούτως ή άλλως οι Ευρωπαίοι δεν πρόκειται να αποδεχθούν σ’ αυτή τη φάση να τοποθετηθεί ο πήχυς του πλεονάσματος πολύ χαμηλότερα – συνεπώς η ελληνική πλευρά δεν «θυσιάζει» τίποτε επί της ουσίας.
Αλλωστε, όπως έχει ειπωθεί σε πολλές κλειστές συσκέψεις που έγιναν τις τελευταίες μέρες με συμμετοχή των Ευκλείδη Τσακαλώτου, Γ. Δραγασάκη και Γ. Χουλιαράκη, το να αναλάβει τώρα η ελληνική πλευρά δέσμευση για πλεονάσματα 3,5%, έχει μόνον θεωρητική αξία, καθώς ο στόχος μπορεί να αλλάξει σε κάποια επόμενη αναθεώρηση.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο υπουργείο Οικονομικών εκτιμούν ότι αν κλείσει τώρα η αξιολόγηση και ακολουθήσει συμφωνία για το χρέος, το 3,5% μπορεί να αναπροσαρμοσθεί προς τα κάτω μετά από έξι μήνες ή σε ένα χρόνο.
Οσον αφορά τα εργασιακά, η κυβέρνηση όχι μόνον εμφανίζεται ανυποχώρητη, αλλά έχει ήδη διαμηνύσει προς τους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ ότι θέλει να κλείσει οπωσδήποτε το θέμα πριν από το Eurogroup και να μην αφεθεί ως εκκρεμότητα της τρέχουσας αξιολόγησης.
Για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων φαίνεται ότι θα κατορθώσει να αποσπάσει τη συναίνεση των ευρωπαϊκών Θεσμών, γεγονός που θα αναγκάσει ενδεχομένως και το ΔΝΤ να προσυπογράψει εκόν-άκον.
Ως προς την άρση των περιορισμών στις ομαδικές απολύσεις, κυβερνητικοί παράγοντες εκτιμούν ότι συμφωνία δεν μπορεί να επέλθει επί των προτάσεων-απαιτήσεων του ΔΝΤ. Υπάρχει όμως δυνατότητα να κλείσει το θέμα με αναπροσαρμογή του πλαφόν απολύσεων, κατάργηση της απαιτούμενης τώρα υπουργικής απόφασης και τροποποίηση κανονιστικών διατάξεων
Εχοντας πλέον μια ολοκληρωμένη εικόνα των προθέσεων, «διαθέσεων» και απαιτήσεων των δανειστών, η κυβέρνηση τοποθετεί τώρα χαμηλότερα τον πήχυ των προσδοκιών από το Eurogroup και ετοιμάζεται για έναν ακόμη γύρο σκληρής διαπραγμάτευσης, σε περίπτωση που δεν μπορέσει να επιτύχει – όπως είναι πολύ πιθανόν – μία πολιτική συμφωνία. Παράλληλα συνεχίζει τις προσπάθειες για το κλείσιμο όλων των εκκρεμοτήτων της διαπραγμάτευσης, χωρίς να απομακρυνθεί από τις «κόκκινες γραμμές» που έχει θέσεις στα εργασιακά.
Αξιολογώντας ως σημαντικότερες πολιτικά και κοινωνικά τη διατήρηση του πλαφόν στις μαζικές απολύσεις και την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, εμφανίζεται πρόθυμη να προσφέρει ως «αντάλλαγμα» την αποδοχή του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% μετά το 2018.
Ετσι θα διευκολυνθεί και η συζήτηση με τους Ευρωπαίους εταίρους για ελάφρυνση χρέους, αν και το ΔΝΤ θα επιμείνει εν τοιαύτη περιπτώσει στην ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων.