Ο Εθνικός μας κυνηγός. Αρχέγονος σκύλος που με τα δυνατά κυνηγετικά χαρακτηριστικά του και με τον ισχυρό χαρακτήρα του, έφτασε στις μέρες μας από τους προγόνους μας.
Όπως μας εξιστορεί ο Ξενοφώντας στο έργο του «Κυνηγετικός», ο Ελληνικός Ιχνηλάτης κατάγεται από τους καταδιωκτικούς σκύλους της Αρχαίας Ελλάδας, όπως αναπαρίσταται σε τοιχογραφίες των Ανακτόρων της Τίρυνθας, που έγιναν πριν από 3.500 χρόνια.
Σκύλος δυνατός που έζησε και ζει για χιλιάδες χρόνια στα πετρώδη βουνά και στους κάμπους της χώρας μας, ο Ελληνικός Ιχνηλάτης δικαιολογείται για τα μικρά ελαττώματα του ατίθασου χαρακτήρα του. Είναι ένα ζώο έξυπνο, αρκετά ζωηρό, με σταθερή και ισχυρή ιδιοσυγκρασία, λίγο ξεροκέφαλος και περήφανος, με δυνατά σταθεροποιημένα σωματικά και κυνηγετικά προσόντα.
Έχει φοβερή ανθεκτικότητα και αντοχή και σπανίως επισκέπτεται τον κτηνίατρο με προβλήματα υγείας. Αφοσιωμένος φίλος, ακούραστος εργάτης, αεικίνητος, βρίσκεται διαρκώς σε αναζήτηση και μπορεί να κυνηγά όλη μέρα με μικρή ποσότητα τροφής, χωρίς να επηρεάζεται η απόδοσή του. Έχει την ικανότητα να ασκεί μοναχικό αλλά και αγελαίο κυνήγι κι ενώ δεν προκαλεί καβγάδες, στις αψιμαχίες είναι φοβερός μαχητής.Έχει έμφυτο και πολύ πρόωρα ανεπτυγμένο το πάθος για κυνήγι, το οποίο εκδηλώνει πολύ νωρίς. Για το λόγο αυτό δεν χρειάζεται βιασύνη στην εκπαίδευση και ο ιδιοκτήτης του πρέπει να τον χειρίζεται έξυπνα και σθεναρά προκειμένου να αποφευχθούν ανεπανόρθωτα λάθη. Θεωρείται σκληροτράχηλος σκύλος και εκπαιδεύεται δύσκολα στην υπακοή, γι” αυτό και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή σε αυτόν τον τομέα. Όποιος δεν έχει επιμονή και υπομονή, καλύτερα να προτιμήσει τα θηλυκά που είναι πιο καλόπιστα και εκπαιδεύσιμα από τα αρσενικά.
Όταν οι κυνηγετικές τους αρετές φτάνουν στο ζενίθ, οι σκύλοι ιχνηλάτες είναι το κλειδί της επιτυχίας στο λαγοκυνήγι, την παραδοσιακή και πιο δημοφιλή μέθοδο κυνηγίου στην Ελλάδα. Πριν οριοθετήσουμε το προφίλ του πολύ καλού έως άριστου ιχνηλάτη, θα πρέπει να επισημάνουμε ορισμένα ουσιώδη στοιχεία που έχουν άμεση σχέση με τις συνήθειες του λαγού γενικώς.
• Ο λαγός αντιμετωπίζει τους διώκτες του με την πονηριά που μεταφράζεται σε εξυπνάδα και με την ταχύτητα διαφυγής.
• Ο ντορός της βραδινής βοσκής μέχρι το πρωινό γιατάκι είναι πραγματικά ένας λαβύρινθος.
• Εκμεταλλεύεται στο μέγιστο βαθμό το έδαφος με σκοπό να μην αφήσει «φανερά» ίχνη, ιδιαίτερα κοντά στο γιατάκι.
• Στην καταδίωξη πάλι εκμεταλλεύεται το έδαφος, δημιουργώντας πολλά «κενά» χνάρια για να ξεγελάσει και να μπερδέψει τους σκύλους.
• Όταν είναι φοβισμένος «κρατάει» τη μυρωδιά, δηλαδή δεν αφήνει ντορό.
• Χίλια κόλπα κάνει γενικώς για να μπερδέψει τους διώκτες του, αλλά για τον ιχνηλάτη έχουν σημασία τα ίχνη που αφήνει.
Επιπλέον, ας αναλύσουμε τη μυρωδιά του λαγού σε σχέση με το περιβάλλον γενικώς για να καταλάβουμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο σκύλος και παράλληλα τα προσόντα που πρέπει να διαθέτει για το κυνήγι. Τη μυρωδιά του λαγού ο σκύλος την αντιλαμβάνεται σαν «οσφρητική εντύπωση», που καταγράφεται στο μυαλό του.
Όμως, ο λαγός μέσα σ’ ένα βράδυ βοσκής θα πατήσει σε χώμα, σε βράχο, σε λιβάδι, σε νερά, σε λάσπες, ανάλογα την εδαφική σύσταση του βιότοπου που ζει. Η μυρωδιά του λαγού και η μυρωδιά του εδάφους δημιουργούν άμεσα ένα «κοκτέιλ» οσμής, το οποίο μεταβάλλεται σε ένταση και σύσταση ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν τη συγκεκριμένη μέρα στην περιοχή. Μέσα σ’ αυτό το «κοκτέιλ», η μυρωδιά του λαγού άλλοτε είναι δυνατή και υπερισχύει και άλλοτε είναι αδύνατη έως ανύπαρκτη. Άρα έχουμε κάθε φορά διαφορετικές οσμές και συνεπώς διαφορετικές «οσφρητικές εντυπώσεις» για το σκύλο. ικανότητα ιχνηλασίας του σκύλου στο λαγό τελειοποιείται όσο αυτός μεγαλώνει και αποκτά εμπειρίες στις διαφορετικές «οσφρητικές εντυπώσεις», πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να κυνηγήσει σε διαφορετικές εδαφικές και κλιματικές συνθήκες, όπου θα συναντήσει τις διαφορετικές «μυρωδιές» του λαγού, γιατί δεν είναι μόνο η μυρωδιά του που τον οδηγεί στο γιατάκι, αλλά οι «οσφρητικές εντυπώσεις» που προκάλεσε αυτός με το πέρασμά του και είναι ο σημαντικότερος παράγοντας για έναν ιχνηλάτη.