Γράφει ο Στάθης Τσομίδης
Η περιώνυμη συζήτηση στην Βουλή για την λίστα Λαγκαρντ, ολοκληρώθηκε τις πρωινές ώρες της Παρασκευής. Και το αποτέλεσμα της τετραπλής ψηφοφορίας, ίσως θα πρέπει να προβληματίσει περισσότερο τους ιθύνοντες εκτός Ελλάδας, γιατί οι εντός της χώρας «ηγέτες» προ πολλού έχουν απαξιωθεί όσο τίποτε άλλο στην κοινωνία.
Η αναμενόμενη παραπομπή του κ. Παπακωνσταντίνου, δεν είναι είδηση, φυσικά. Είδηση ήταν η διαδικασία της συζήτησης της ολομέλειας της Βουλής, και τα όσα έγιναν πρίν και μετά από αυτήν , με αποκορύφωμα το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας.
Ούτε τα παιδιά στα δημοτικά σχολεία, που εκλέγουν τα συμβούλια της τάξης τους, δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι θα σταματούσε η διαδικασία στο παρά- πέντε γιατί τα κόμματα δεν είχαν συμφωνήσει στην συνδιάσκεψη των προέδρων πόσες και ποιες κάλπες θα στηθούν.
Βέβαια το μεγαλύτερο πρόβλημα το είχε ο κ. Βενιζέλος, που αποδείχθηκε και ο μεγάλος νικητής της διαδικασίας. Γιατί με κάθε θυσία ήθελε να βγει, και το πέτυχε, από το κάδρο των παραπομπών.
Αντίθετα ο κ. Σαμαράς, που ήταν αυτός που προσέφερε την σανίδα σωτηρίας στον κ. Βενιζέλο, είχε και την μεγαλύτερη άνεση, νομίζοντας ότι η συζήτηση και τα μετρημένα κουκιά δεν μπορούν να δημιουργήσουν πρόβλημα. Δυστυχώς, και αυτός έπεσε στην παγίδα των διαδικασιών.
Όμως, η διαδικασία, αυτή η υπέρτατη αριστερή πρακτική που θεοποιείται, δεν είναι μια τυπολατρία ανώφελη και ίσως παιδαριώδης. Σε μια δημοκρατία, η διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι περιεχόμενο της δημοκρατίας, και προστασία της ατομικής συνείδησης. Εύκολα μπορούμε να διαπιστώσουμε, ότι τίποτα από τα ανωτέρω δεν διασώθηκαν προχθές στη Βουλή. Όταν οι κυβερνητικοί Βουλευτές, επιδεικτικά προσέρχοντο, ενώπιον του κ. Βενιζέλου και του Απόστολου Κακλαμάνη, και ψήφιζαν στην μία κάλπη όπως τους υποδείχθηκε, δεν καταλάμβαναν πόσο κακό έκαναν στην δημοκρατία.
Το ίδιο και χειρότερο ισχύει για τον Αντώνη Σαμαρά, για τον Βύρωνα Πολύδωρα, αλλά και τον καθηγητή Παυλόπουλο. Η μία επιλογή , για κομματικούς, κυβερνητικούς λόγους, δεν είναι η πεμπτουσία της κομματικής γραμμής. Είναι η αφετηρία και η σιωπηρή αποδοχή της φασίζουσαν νοοτροπίας. Η επιλογή, και μάλιστα φανερά, όταν είναι μία, και κανένας, ούτε ο «τρελός του χωριού» που λένε, δεν αντιδράει, τότε η δημοκρατία, δεν λειτουργεί. Είναι πρόφαση δημοκρατίας.
Όμως και έτσι, οι ψήφοι που μέτρησαν για τον Γ. Παπανδρέου, πρέπει ακόμη περισσότερο να προβλημάτισαν την κατοχική συγκυβέρνηση. Γιατί, με δεδομένο, ότι οι δήθεν αριστεροί βουλευτές, που τουλάχιστον τηρούν αυτό που λένε δημόσια με αυτό που ψηφίζουν, δεν δικαιολογούνται από το άθροισμα των κοινοβουλευτικών ομάδων των Ανεξαρτήτων Ελλήνων και της Χρυσής Αυγής, ο αριθμός των ψήφων που έλαβε ο Γ. Παπανδρέου. Είναι κατά πολύ μεγαλύτερος, και άρα πρέπει να προέρχεται από την συντηρητική παράταξη.
Είναι βέβαιο , ότι η προχθεσινή ψηφοφορία, δημιούργησε μια σχέση αίματος του Αντώνη Σαμαρά με τον Βαγγέλη Βενιζέλο, τέτοιας δύναμης και με βάθος χρόνου, ώστε δεν μπορεί να υπάρχει καμιά πλέον αμφιβολία, ότι αυτά τα κόμματα είναι ίδια. Όσοι δεν το αντιλαμβάνονται επιτρέψτε μου να πω ότι εθελοτυφλούν. Και αυτήν, την ανήθικα πολιτικά, σχέση, που δυστυχώς για εμάς την είχαν επεξεργαστεί στη δεκαετία του ενενήντα , τα αμερικανικά ινστιτούτα πολιτικής ανάλυσης και την είχαν δημοσιεύσει, δεν βλέπω πώς μπορεί να την ανεχθεί το εκλογικό σώμα .
Η μόνη παράμετρος που ίσως διέφυγε από τα τότε «πρότζετ» είναι ότι δεν υπολόγισαν στις αναλύσεις τους τον κίνδυνο της ακροδεξιάς που για την χώρα μας δεν έχει τα χαρακτηριστικά του εθνικισμού της Γαλλίας, αλλά διακατέχεται από μισαλλοδοξία, εμφυλιωτικά και ρατσιστικά αισθήματα, κυρίως όμως , στερείται θεωρητικών που να μπορούν να διαβάζουν και να κατανοούν αυτά που διαβάζουν, και όχι να πιθηκίζουν τσιτάτα και ρετσέτες από την εποχή του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.
Δυστυχώς, η Δημοκρατία νικήθηκε εντός του κοινοβουλίου. Και ο κ. Βενιζέλος, όσο και ο κ. Τσίπρας και ο κ. Κουβέλης, δεν αντιλαμβάνονται αυτήν την ήττα πόσο καθοριστική θα είναι , σε συνάρτηση με την παταγώδη αποτυχία της οικονομικής πολιτικής που ακολουθείται.
Το να συμφωνεί ή να διαφωνεί κάποιος με μια παραπομπή έστω και ενός πρώην πρωθυπουργού, και αυτό να μην εκφράζεται με τους κανόνες της δημοκρατίας, εντός του ναού της δημοκρατίας, είναι ελάχιστο μπροστά στην διολίσθηση και τον ευτελισμό των αρχών της δημοκρατίας, που ας θυμηθούμε δεν έχει όπλα και τανκ για να προστατευθεί.
Απόρροια αυτής της σύγχυσης, είναι και η δήλωση της κ. Γιαταγάνα, που ας σημειωθεί ότι εκδιώχθηκε κάποτε από Εισαγγελικός λειτουργός γιατί αποκάλυψε το τι συνέβαινε στις ελληνικές φυλακές, περί επαναφοράς της θανατικής ποινής για το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας, που δήλωσε στην πρωινή εκπομπή του ΣΚΑΙ.
Αν αυτή η δήλωση δεν αποτελεί δείγμα της «τρικυμίας εν κρανίω» που επικρατεί στο σύνολο του πολιτικού προσωπικού που έχει την τύχη της χώρας στα χέρια του, τότε δεν γνωρίζω τι άλλο μπορεί να δούμε, να ακούσουμε και κυρίως να πάθουμε.
ΣΤΑΘΗΣ ΤΣΟΜΙΔΗΣ
Δικηγόρος.
ΥΓ. Όαση σ΄ αυτόν τον κατήφορο αποτελεί η επιστολή του συμπατριώτη Δικηγόρου κ. Κώστα Χορομίδη στο νομικό περιοδικό «ΑΡΜΕΝΟΠΟΥΛΟΣ» για την αναθεώρηση του Συντάγματος που όλο ακούγεται και ποτέ δεν γίνεται. Ίσως κάποιες φωνές, από εδώ απ΄ το Κιλκίς πρέπει να ακουστούν πάλι τώρα πριν είναι αργά για όλους μας.
ΣΘΤ