Ο εφιάλτης των ομολόγων επιστρέφει για την κυβέρνηση καθώς με τη διεθνή οικονομική κρίση σημειώνονται τεράστιες απώλειες για τα ασφαλιστικά ταμεία.
Τα «τοξικά δομημένα» χάνουν 240 εκατ. ευρώ .
Οι εγγυήσεις του Δημοσίου και η σκληρή πραγματικότητα.
Ο εφιάλτης των περίφημων «δομημένων ομολόγων» που αγόρασαν αρκετά ασφαλιστικά ταμεία και αποτέλεσαν πολιτική «νάρκη» για την κυβέρνηση της ΝΔ, κυρίως το 2007, επανέρχεται και προκαλεί πανικό στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Α. ΡΑΒΑΝΟΣ
Σύμφωνα με στοιχεία που έχει στη διάθεσή του «Το Βήμα», αλλά και με την αποτίμηση που υπάρχει στη διεθνή βάση δεδομένων Bloomberg, ως προχθές μόνο τα τέσσερα από τα οκτώ δομημένα ομόλογα υφίστανται απώλειες (ζημιές αποτίμησης) περίπου 240 εκατ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται οι ζημιές που καταγράφονται από τις τοποθετήσεις τους σε επενδύσεις στο Χρηματιστήριο Αθηνών (μετοχές), αλλά και από τοποθετήσεις σε αμοιβαία κεφάλαια.
Με άλλα λόγια, αν τα ασφαλιστικά ταμεία αποφάσιζαν σήμερα να πωλήσουν τα δομημένα ομόλογα που αγόρασαν, θα εισέπρατταν 240 εκατ. ευρώ λιγότερα από αυτά που δαπάνησαν για να τα αποκτήσουν. Η αποκάλυψη του «Βήματος» αναδεικνύει τις απώλειες των 240 εκατ. ευρώ για τέσσερα δομημένα ομόλογα, υπάρχουν όμως εκτιμήσεις από συνδικαλιστές και στελέχη που δραστηριοποιούνται στον χώρο της κοινωνικής ασφάλισης για απώλειες της τάξεως των 700 εκατ. ευρώ για το σύνολο των δομημένων ομολόγων.
«Οι ασφαλιστικοί οργανισμοί έχουν μηδενική έκθεση σε επικίνδυνα – τοξικά – επενδυτικά προϊόντα» δήλωσε προ ημερών η υπουργός Απασχόλησης κυρία Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, αλλά τα στοιχεία που αποτυπώνονται στο Bloomberg παρουσιάζουν μια ζοφερή εικόνα. Και αυτό παρά τις προ διετίας εισηγήσεις των διοικητών των ασφαλιστικών ταμείων που μιλούσαν για αποδόσεις 6,5% τα πρώτα δύο έτη και 4,5% ως 5% το τρίτο.
Απέκρυβαν όμως τους κινδύνους απωλειών που εμπεριείχαν τα δομημένα ομόλογα. Τα ασφαλιστικά ταμεία είχαν αγοράσει ομόλογα (βασισμένα τα περισσότερα πάνω σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου) από διάφορες τράπεζες ύψους περίπου 1,81 δισ. ευρώ. Αυτά τα ομόλογα στη διεθνή πλατφόρμα Bloomberg είτε αναφέρονται με τιμές πολύ μικρότερες από τις ονομαστικές, που σημαίνει ότι αν ένα ασφαλιστικό ταμείο υποχρεωθεί να τα πουλήσει θα εισπράξει πολύ λιγότερα χρήματα από αυτά που έδωσε για να τα αποκτήσει, είτε δεν αναφέρονται καθόλου γιατί κανένας επενδυτής δεν είναι διατεθειμένος να τα αγοράσει.
Με βάση τα επίσημα στοιχεία υπάρχουν τα δομημένα ομόλογα με τους εξής κωδικούς, από τους οποίους και προκύπτουν – αν ανατρέξει κανείς στο Bloomberg – οι πραγματικές απώλειες. Συγκεκριμένα αναφέρονται οι διεθνείς αριθμοί (κωδικοί αναζήτησης στο Bloomberg):
1) XS0 223870907 και XS0 224227313. Δομημένα ομόλογα συνολικής αξίας περίπου 500 εκατ. ευρώ, τα οποία αγοράστηκαν από τα ασφαλιστικά ταμεία ΤΣΑΥ, ΤΑΞΥ, ΤΕΑ, ΤΕΑΥΕΤ και ΤΑΠ-ΟΤΕ. Αναφέρονται στη διεθνή πλατφόρμα Bloomberg με προσφερόμενες τιμές αγοράς ίσες περίπου με το 60% της ονομαστικής τους αξίας.
Αυτό σημαίνει ότι, αν τα ασφαλιστικά ταμεία αποφασίσουν να τα πουλήσουν, θα εισπράξουν περίπου 200 εκατ. ευρώ λιγότερα από αυτά που δαπάνησαν για να τα αγοράσουν. Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία, το εταιρικό ομόλογο XS0 223870907 έχει χάσει το 45,5% της αξίας του, ενώ η εφετινή απόδοσή του είναι 0,97%!
2) XS0 251384904 και XS0 256563429. Πρόκειται για δομημένα ομόλογα συνολικής αξίας περίπου 400 εκατ. ευρώ, αλλά δεν αναφέρονται στη διεθνή πλατφόρμα Bloomberg. Τιμές σημερινής αξίας που είναι ίση περίπου με το 90% της ονομαστικής, χωρίς να σημαίνει ότι είναι διατεθειμένες και να τα αγοράσουν, δίνουν μόνο οι τράπεζες που είχαν αναλάβει να τα διαθέσουν στην αγορά.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, αν τα ασφαλιστικά ταμεία αποφασίσουν να πωλήσουν τα δομημένα ομόλογα που έχουν στην κατοχή τους και οι τράπεζες που τα διέθεσαν στα ασφαλιστικά ταμεία δεχθούν να τα επαναγοράσουν, τα Ταμεία θα εισπράξουν 40 εκατ. ευρώ λιγότερα από όσα δαπάνησαν για να τα αγοράσουν.
Το πρώτο ομόλογο είναι 15ετούς διαρκείας και εκδόθηκε στις 19.4.2006, με αναδόχους τις Alpha Bank και Morgan Stanley, και πουλήθηκε στο Ταμείο από την Alpha Bank.
Αγνοείται η τύχη των τεσσάρων
Για τα υπόλοιπα τέσσερα δομημένα ομόλογα, συνολικής αξίας 910 εκατ. ευρώ, κανένας δεν ενδιαφέρεται «αυτοτελώς», όπως αναφέρουν οικονομικοί παράγοντες, να τα αγοράσει. Αυτή τη στιγμή πιθανολογείται ότι έχουν ενταχθεί σε άλλα δομημένα προϊόντα, οπότε δεν είναι εύκολο να εντοπισθούν πού ακριβώς βρίσκονται, ούτε στη διεθνή ούτε στην εγχώρια αγορά.
Σε αυτά τα τέσσερα ομόλογα ανήκουν και τα δύο περιβόητα ομόλογα των δημοσίων υπαλλήλων (ΤΕΑΔΥ) και των δημοσιογράφων (ΤΣΠΕΑΘ) που επαναγοράστηκαν από την JP Morgan και την Proton Bank. Τα οκτώ δομημένα ομόλογα που είχαν αγοραστεί από τα ασφαλιστικά ταμεία βασίζονταν μεν σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, άρα ήταν εγγυημένο από το ελληνικό Δημόσιο το αρχικό κεφάλαιο, αλλά η ετήσια απόδοση για την πρώτη διετία ήταν σαφής και εκ των προτέρων ορισμένη.
Για το υπολειπόμενο χρονικό διάστημα, που σε πολλές περιπτώσεις φτάνει τα 20 έτη, οι ετήσιες αποδόσεις προκύπτουν από μαθηματικό τύπο που βασίζεται στη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων 10ετούς και διετούς διαρκείας. Η διαφορά αυτή το 2006 έδινε αξιόλογες προβλεπόμενες αποδόσεις αφού τα 10ετή επιτόκια ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα από τα διετή.
Αυτό σήμαινε ότι τα ασφαλιστικά ταμεία τη διετία 2006-2007 εισέπραξαν εκ των προτέρων σαφή και καθορισμένη ετήσια απόδοση. Για το 2008, λόγω και της χρηματοπιστωτικής κρίσης, τα βραχυχρόνια επιτόκια (π.χ., τα διετή) είναι μεγαλύτερα από τα μακροχρόνια (π.χ., δεκαετή) και ο μαθηματικός τύπος που εφαρμόζεται δίνει είτε μηδενικές είτε ελάχιστες αποδόσεις.
Ουσιαστικά οι εκδότριες τράπεζες δάνεισαν το ελληνικό Δημόσιο με μικρότερο από το ισχύον το 2006 επιτόκιο και την ίδια χρονική περίοδο δανείστηκαν και αντικατέστησαν με κεφάλαια των ασφαλιστικών ταμείων τα χρήματα που δάνεισαν στο ελληνικό κράτος αλλά με πολύ μικρό κόστος χρήματος, όπως αποδείχθηκε.
* Πώς χάθηκε η «άσπρη τρύπα»
Με βάση τη δημοσιονομική απογραφή το δημόσιο έλλειμμα στις 31.12.2003 εκτινάχθηκε στο 7,9% του ΑΕΠ. Ακολούθως, και ως τις 31.12.2006, εν μέσω του καθεστώτος δημοσιονομικής επιτήρησης και της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης της ΝΔ, το δημόσιο έλλειμμα μειώθηκε στο 2,6% του ΑΕΠ.
Από τις 5,3 μονάδες που μειώθηκε το δημόσιο έλλειμμα την τριετία 2004-2006 οι δύο μονάδες προήλθαν από την αύξηση της περιουσίας των ασφαλιστικών ταμείων, όπως προκύπτει από τη μελέτη της Eurobank (Μάιος – Ιούνιος 2007). Ηταν η περιβόητη «άσπρη τρύπα» που συνεισέφερε θετικά στην τελική αποτίμηση του εκάστοτε δημοσίου ελλείμματος.
Οπως γίνεται αντιληπτό, η συνεισφορά της μετοχικής περιουσίας των ασφαλιστικών ταμείων στη μείωση του δημοσίου ελλείμματος κατά την τριετία 2004-2007 έχει εξανεμιστεί ήδη. Και αυτό διότι ο γενικός δείκτης και ο δείκτης FTSE 20 βρίσκονται σε επίπεδα μικρότερα της τιμής κλεισίματος 31.12.2004.
Με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν στη ΓΣΕΕ και επικαλούνται και συνδικαλιστές, η άυλη περιουσία (δηλαδή, μετοχές, ομόλογα) των ασφαλιστικών ταμείων μειώνεται σημαντικά αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο το δημόσιο έλλειμμα, που έχει ως συνέπεια μεγαλύτερο δανεισμό από το ελληνικό Δημόσιο. Αυτό οδηγεί σε αύξηση των δανείων που χρειάζεται το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα για να λειτουργήσει.
Εκεί πρέπει να αναζητηθεί η συνεχώς αυξανόμενη διαφορά μεταξύ του διατραπεζικού επιτοκίου Euribor και του κατά πολύ μεγαλύτερου επιτοκίου με το οποίο υποχρεώνεται να δανεισθεί από τη διεθνή αγορά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αυτή η διαφορά προστίθεται στο εκάστοτε Euribor και αυξάνει σε σημαντικό βαθμό τους μηνιαίους τόκους που πληρώνουν οι επιχειρήσεις και οι ιδιώτες για την εκπλήρωση των δανειακών υποχρεώσεών τους.
Η κυρία Πετραλιά υποστήριξε προ ημερών ότι από το σύνολο της περιουσίας των ασφαλιστικών ταμείων ποσό ύψους 1,3 δισ. ευρώ είναι επενδεδυμένο σε αμοιβαία κεφάλαια, 913 εκατ. ευρώ στα δύο αμοιβαία της ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών, η σύνθεση των οποίων αποτελείται από ομόλογα ελληνικού Δημοσίου και μετοχές μεγάλης κεφαλαιοποίησης του ΧΑ, και 400 εκατ. ευρώ σε αμοιβαία κεφάλαια εσωτερικού τα οποία διαχειρίζονται ελληνικές ΑΕΔΑΚ.
Από την κυβέρνηση αποφεύγουν να κάνουν ουσιαστικές αναφορές στις επενδύσεις που έγιναν στα δομημένα ομόλογα και απλώς τα επίσημα στοιχεία που υπάρχουν αναφέρονται στη συνολική περιουσία των ασφαλιστικών ταμείων ως το 2006! Στα τέλη του 2006 το χαρτοφυλάκιο των Ταμείων ήταν στα 4,75 δισ. ευρώ, εκτινάχθηκε στα 5,5 δισ. στα τέλη του 2007 και αυτή την περίοδο υποχωρεί στα 3,69 δισ. ευρώ σημειώνοντας απώλειες 1,8 δισ. ευρώ (εξαιτίας της λογιστικής ζημιάς που έχουν υποστεί τα δομημένα ομόλογα και οι μετοχές τους) σε λιγότερο από δέκα μήνες.
«Κλειδί» των αποτιμήσεων
Το σχέδιο Πόλσον και τα ελληνικά «απόβλητα»
Μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, τον Αύγουστο του 2007, οι διεθνείς δευτερογενείς αγορές ομολόγων έπαψαν βαθμιαία να λειτουργούν αφού κανείς δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει αν τα προϊόντα που διαπραγματεύονταν σε αυτές τις αγορές ήταν αξιόπιστα, είχαν πραγματική αξία και δεν ανήκαν στην κατηγορία των δομημένων ομολόγων.
Αποτέλεσμα της εκ των πραγμάτων υποχρεωτικής αναστολής λειτουργίας των δευτερογενών αγορών ομολόγων ήταν να πάψουν να αποτιμώνται και οι τρέχουσες τιμές των ομολόγων στα οποία υπήρχε η βάσιμη υποψία ότι συμπεριλαμβάνονταν τα «δομημένα ομόλογα», που πλέον έχουν καθιερωθεί να ονομάζονται «τοξικά απόβλητα».
Αυτή η κατάσταση είχε ως συνέπεια οι τράπεζες να παρουσιάζουν στις λογιστικές τους καταστάσεις και στα αποτελέσματά τους τα κάθε λογής ομόλογα που είχαν στην κατοχή τους ως αξιόπιστα επενδυτικά προϊόντα και να τα αποτιμούν με την ονομαστική τιμή τους. Τ
ο «κλειδί» στην αξιολόγηση των δομημένων ομολόγων είναι το περίφημο σχέδιο του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Χανκ Πόλσον. Η φιλοσοφία του σχεδίου Πόλσον είναι να κρατικοποιηθούν μια σειρά στεγαστικά και άλλα δάνεια αλλά και «τοξικά» ομόλογα.
Και αυτό διότι ο ευτελισμός της αξίας τους, όπως αναφέρει η πλειονότητα των οικονομολόγων στις ΗΠΑ, είναι αυτός που έχει προκαλέσει το μεγάλο πρόβλημα στην καρδιά του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ. Οταν θα αρχίσει να εφαρμόζεται ο νόμος Πόλσον, το αμερικανικό Δημόσιο θα αρχίσει να αγοράζει αυτά τα ομόλογα.
Ολες οι αποτιμήσεις των ομολόγων και των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων θα έχουν πλέον ως γνώμονα τον συγκεκριμένο νόμο. Αυτό σημαίνει ότι σε ελάχιστο χρόνο θα κριθεί με έναν αντικειμενικό τρόπο και η αξιοπιστία αυτών των επενδυτικών προϊόντων και η πραγματική αξία τους.
Η κυβέρνηση επιμένει ότι δεν πρόκειται να χάσουν τα ασφαλιστικά ταμεία ούτε ένα ευρώ από τα ομόλογα που έχουν στην κατοχή τους. Οταν όμως αρχίσει η εφαρμογή του νόμου Πόλσον, όλα τα ομόλογα θα μπουν στη «ζυγαριά» και τότε προβλέπεται ότι θα μειωθεί αντικειμενικά και σε μεγάλο βαθμό η σημερινή αξία τους. Επειτα από μια τέτοια εξέλιξη ελάχιστοι είναι εκείνοι που συνεχίζουν να πιστεύουν ότι τα ομόλογα που βρίσκονται στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια και τα οποία οι τράπεζες ως πριν από λίγο καιρό θεωρούσαν αξιόπιστα και αποτιμούσαν με την ονομαστική τους τιμή θα παραμείνουν σε ανάλογο επίπεδο και δεν θα απαξιωθούν συσσωρεύοντας ζημιές και προβλήματα λειτουργίας.
Υπ’ αυτή την έννοια ερμηνεύεται η συνεχιζόμενη μείωση των τιμών των τραπεζικών μετοχών και η συνεπακόλουθη μεγάλη πτώση των διεθνών χρηματαγορών.
πηγή;Το ΒΗΜΑ, 12/10/2008