Aπό το ραδιόφωνο του συζύγου της στην Θεσσαλονίκη ,βάζει τραγούδια γκαβλιάρικα, αφιερωμένα στο συνεταίρο της ίδιας επιχειρήσης ραδιοφώνου , τον οποίον έχει εραστή. Η αμαρτωλή σχέση του συνεταίρου με την παντρεμένη τσαπερδόνα κρατεί καιρό. Βγαίνουν συχνά – πυκνά ραντεβουδάκια τα βραδάκια σε περιοχή όπου λίγοι βολτάρουν, στα Κάστρα σε ένα καφέ μπαρ, όπου ο ιδιοκτήτης είναι φίλος του αμαρτωλού συνεταίρου του ραδιόφωνου.
Κάθε φορά τους ετοιμάζει μια ερωτική ατμόσφαιρα μια και πελάτες σπάνια πατούν στο εν λόγω καφενέ. Με τα χαμηλωμένα φώτα, την αισθησιακή μουσική, και το σπέσιαλ κρασάκι για προθέρμανση ξεκινά πάντα η πολλά υποσχόμενη βραδιά τους.
Πρώτα με τα καυτά φιλιά, έπειτα τα χουφτώματα σε όλο το κορμί και η κατάσταση αρχίζει να ανάβει, τόσο που επειγόντως κατηφορίζουν με το πολυτελές αυτοκίνητο του συνεταίρου προς την φωλιά του Κούκου, όπου γίνεται το έλα να δεις.
Η παρφουμαρισμένη τσαπερδόνα πάντα είναι με μαύρα εσώρουχα και ειδικά βοηθητικά αξεσουάρ που κάνουν πολύ ενδιαφέρον το πρόγραμμα της μπαλαλάϊκας, στο ειδικό ευέλικτο μικρόφωνο μεγάλης έντασης . Ο δε σύζυγος χαμπάρι δεν παίρνει ,αφού που τον χάνεις που τον βρίσκεις, ξημεροβραδιάζεται στο ραδιόφωνο. Αυτός πάλι είναι ερωτευμένος με την δουλειά του, τόσο που παραμελεί την γυναικούλα του, και ούτε που πάει το μυαλό του στην πονηριά.
Έτσι λοιπόν τις ημέρες αυτές το παράνομο ζευγάρι προγραμματίζει και ταξιδάκι αναψυχής σε ψηλό βουνό της Ελλάδος, μάλιστα έχουν έτοιμο και το άλλοθι που θα σερβίρουν στον παρκαρισμένο σύζυγο. Όταν όμως ξυπνήσει και μάθει τι γίνεται τόσον καιρό μέσα και έξω από την επιχείρηση, βλέπω να γίνεται μπουρλότο η οικογενειακή εστία μαζί με την ραδιοφωνική του συχνότητα.
Ως τότε, άϊντε και καλές εκπομπές. . .