Τα λόγια αυτά του Αριστοτέλη για τη μουσική τέχνη προβληματίζουν. Εθεωρείτο πολύ σημαντικό για ’κείνη τη μακρινή εποχή ο πολίτης να γνωρίζει απαραιτήτως και μουσική. Διότι μία σωστή μουσική διαπαιδαγώγηση διαπλάθει τον χαρακτήρα, δίνει ήθος και βοηθά την όλη πορεία του ανθρώπου στη ζωή του και κατ’ επέκταση στο Έθνος που ανήκει.
Όμως σήμερα, πολύ λίγοι Έλληνες λόγιοι έδωσαν την ανάλογη προσοχή στα λόγια αυτά του Αριστοτέλη. Και όχι μόνο δεν τους απασχόλησε ποτέ το θέμα «Μουσική», αλλά χωρίς να διστάζουν ομολογούν ότι δε γνωρίζουν μουσική.
Τουλάχιστον αναγνωρίζουν ότι δεν ξέρουν «ευρωπαϊκή» μουσική. Διότι ελληνική μουσική φυσικά δεν υπάρχει που να «ξεχωρίζει» όπως η ευρωπαϊκή.
Διότι τη δημοτική μουσική δεν τη θεωρούν μουσική τέχνη, ούτε τη βυζαντινή. Όμως οι Αρχαίοι Έλληνες επιμένουν ότι, όλοι πρέπει να διδάσκονται τη μουσική. Τι μάθαιναν και με ποιο τρόπο διδάσκονταν τη μουσική τέχνη, αυτό δεν καθίσαμε να το αναλύσουμε, δεν το ερευνήσαμε σε βάθος. Αν είχαμε επιμείνει όπως κάνουμε για κάθε σπασμένο κομμάτι μαρμάρου που βρίσκουμε στη γη, ίσως κάτι να είχαμε ανακαλύψει.
Δεν παραδειγματισθήκαμε από τους ξένους μουσικολόγους που επαναλαμβάνουν επιμένοντας ότι: «Αν δεν υπήρχαν τα μουσικά συγγράμματα των αρχαίων Ελλήνων δεν θα υπήρχε ευρωπαϊκή μουσική». Αυτά είπαν οι Ριχάρδος Βάγκνερ, Οσκαρ Πάουλ και άλλοι ξένοι μουσικοί και μουσικολόγοι.
Έτσι οι ξένοι με την επιμονή τους, πήραν τα στοιχεία που τους ταίριαζαν. Τα μελέτησαν κι όσα μπόρεσαν να καταλάβουν τα πλούτισαν, τα επεξεργάσθηκαν σύμφωνα με τις δικές τους καταβολές. Με τη δική τους θρησκευτική πίστη, με τις δικές τους κλιματολογικές συνθήκες, τα δικά τους φυλετικά βιώματα και ανέπτυξαν τη δική τους μουσική. Και το σπουδαιότερο γι’ αυτούς, την επέβαλλαν σ’ όλο τον κόσμο και φυσικά και σε μας που πάντα είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε κάθε ξένη άποψη.
Ας δούμε όμως που απέβλεπαν οι αρχαίοι Έλληνες δια της μουσικής τέχνης και σε ποιους απευθύνονται οι Ευρωπαίοι με τη δική τους μουσική εξέλιξη.
Οι Αρχαίοι Έλληνες, γράφει ο Παχτίκος: «μετεχειρίσθησαν την μουσικήν θαυμασίως προς τε την διάπλασιν του ήθους και προς τον ωραϊσμόν, του ατομικού, του κοινωνικού βίου και του εθνικού εν γένει βίου». Χρησιμοποίησαν την μουσική ως ισχυρό μοχλό για να εκπαιδεύσουν την νεολαία.
Καλός μουσικός δεν εθεωρείτο αυτός που χειριζόταν επιδέξια ένα όργανο, ούτε αυτός που τραγουδούσε με ωραία φωνή. Αλλά αυτός που μπορούσε να επηρεάσει το ήθος και να μεταδώσει αρετή, αγάπη, ομορφιά.
Χαρακτηριστικό αυτό που είπε για τον Ισμηνία, σπουδαίο αθλητή της εποχής, ο μαθητής του Σωκράτη, ο Αντισθένης: «Δεν είναι δυνατόν και τόσον σπουδαίος αυλητής να είναι, διότι ο άνθρωπος αυτός είναι μοχθηρός».
Η δε Μελπομένη και η Πολύμνια ήταν σύμβολα μουσικής μεγάλης σημασίας. Ενώ για τον Απόλλωνα, τον Θεό της μουσικής, στους Δελφούς ανήγειραν ναό όπου γίνονταν πανελλήνιοι μουσικοί αγώνες. Ήταν τόση η λατρεία των προγόνων μας προς την μουσική, ώστε δημιουργούσαν μουσική για κάθε ηλικία, για κάθε γένος, με άσματα που σώζονται μέχρι σήμερα.
Οι μελωδίες διά του λόγου και της μουσικής, επεξεργασμένες καταλλήλως, είτε μεταβάλλοντας τις φωνές, είτε συνοδεύοντας με διάφορα όργανα, είχαν θαυμάσια απήχηση στους ανθρώπους καλλιεργώντας ήθος, αρετή, αισιοδοξία, χαρά και παρακινούσαν τον άνθρωπο, στη γνώση του καλού και ωραίου. Προέτρεπαν δε «πάντα άνδρα και παίδα, ελεύθερον και δούλον, θήλυν τε και άρρενα…» και σ’ όλους σ’ ολόκληρη την πόλη να μην παύουν να τραγουδούν.
Τόσο δε αγαπήθηκαν τα μουσικά δημιουργήματα αυτής της εποχής, ώστε τραγουδήθηκαν όχι μόνο από τους Έλληνες, αλλά και από αλλοεθνείς. Λέγει ο Πλούταρχος: «Αλεξάνδρου Ασίαν εξημερούντος, Ομηρος ην ανάγνωσμα και Περσών και Γεδρωσίων και Σουσιανών παίδες τας Ευριπίδου και Σοφοκλέους ήδον τραγωδίας».
Ο Λάνδορμυ στην ιστορία της μουσικής (Εκδόσεις «Ελευθερουδάκη», 1930) γράφει: «Αι παραστάσεις των τραγωδιών έπαιρναν τη μορφή επισήμων τελετών και λαϊκών εορτών όπου όλη η πόλις ελάμβανε μέρος. Και αυτό αποδεικνύει ποια θέσι κατείχε η μουσική στην αρχαία Ελλάδα, συνδυασμένη με την ποίησιν, τον χορόν και την μιμικήν».
Έψαλλαν εκτός των χορικών, πολλούς μονολόγους και διάλογους όπως συνέβαινε στα έργα του Αισχύλου. Επίσης τα λυρικά έργα όλων των αρχαίων ποιητών ήταν καμωμένα για να ψάλλωνται. Αοιδοί, ραψωδοί με λύρες, φόρμιγγες και άλλα όργανα έκαναν τις επικλήσεις τους στο Θεό, τραγουδούσαν για τους ήρωες, και είχαν άσματα για όλες τους τις κοινωνικές και ανθρώπινες καταστάσεις.
Βλέπουμε δε ότι, όσο η αρχαία Ελλάδα ήκμαζε, ο πολιτισμός μεταδιδόταν όπου πήγαιναν οι Αρχαίοι Έλληνες. Βέβαια δεν θα πήγαιναν με τους παπύρους να τους εκπολιτίσουν οι διάφοροι έμποροι ή ναυτικοί. Ούτε διαβάζοντάς τους τον Όμηρο, διότι η κάθε φυλή είχε τη δική της ομιλία…
Δεν θα είναι φυσικό η μουσική να έπαιξε ένα πρωταρχικό ρόλο στους λαούς που έρχονταν σε συναναστροφή. Κι ας αφήσουμε το ερώτημα «Τι έγιναν όλα αυτά τα τραγούδια που διέπλασαν και εκπολίτισαν τότε ολόκληρες γενεές Ελλήνων;»
Κανείς δεν μπορεί ν’ αρνηθεί την τεράστια συμβολή της διδασκαλίας της μουσικής στους ανθρώπους. Αλλά, ας συγκρίνουμε τη διδασκαλία της μουσικής των αρχαίων Ελλήνων, με τη διδασκαλία της μουσικής σήμερα. Όλα τα ανεπτυγμένα κράτη έχουν καθιερώσει να διδάσκονται την ευρωπαϊκή μουσική, έτσι όπως έχει καθιερωθεί.
Όμως, όταν η ποίηση συνοδεύεται με κατάλληλη μουσική, βοηθά στην κατανόηση του λόγου. Η μουσική επένδυση μίας ταινίας μας προδιαθέτει τι θα δούμε, και βοηθά στην ψυχική προσέγγιση της υποθέσεως. Ποια επίδραση μπορεί να έχει στον άνθρωπο μία μουσική διδασκαλία χωρίς τη συνύπαρξη του λόγου; ‘Η και αντιστρόφως! Πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί το ήθος και ο χαρακτήρας των ανθρώπων μόνο με το λόγο, χωρίς τη συμμετοχή του ήχου;
Θετικά αποτελέσματα μπορούμε να έχουμε μόνο με τη συνύπαρξη λόγου – μουσικής ώστε να μπορεί να μεταδίδει στον άνθρωπο και ιδιαίτερα στο παιδί μηνύματα, ιδέες, και να εμπνέει υψηλά ιδανικά. Όλοι έχουμε προσέξει πόση σημασία έχει ο τρόπος που θα ειπωθεί μία φράση κι όχι αυτή η ίδια η φράση.
Μία καλημέρα που θα ηχήσει με γλυκύτητα, μεταδίδει μήνυμα αγάπης και διαφέρει από μία κοφτή καλημέρα. Το ηθικό του λαού και του στρατιώτη αναπτερώνεται, όταν ακούσει τα εμβατήρια που μπορεί να τραγουδήσει, τα λόγια μαζί με τη μουσική του δίνουν τη δύναμη για τον αγώνα της νίκης.
Στη φύση όταν βρίσκεται ο άνθρωπος, αισθάνεται την ανάγκη να χορέψει και να τραγουδήσει. Στους γάμους, στις γιορτές, στη λύπη του και σε κάθε ανθρώπινη εκδήλωση θέλει να εκδηλωθεί, να εκτονωθεί.
Βέβαια όλα τα μεγάλα επιτεύγματα κατά την αρχαιότητα εγένοντο κατά τη δημιουργία εκείνου του μεγάλου πολιτισμού των Ελλήνων. Το υψηλό πνευματικό επίπεδο της εποχής εκείνης με τους πολλούς ρήτορες και τους μεγάλους φιλοσόφους, που όλοι ήταν και άριστοι μουσικοί, ακολουθούσε και το επίπεδο της μουσικής, στα θέατρα και στα ωδεία.
Πέφτοντας σε παρακμή ο πολιτισμός, σταματά και η εξέλιξη της μουσικής. Κι ενώ διασώθηκαν πάρα πολλά συγγράμματα και αγάλματα που μας ενημερώνουν κι ακόμα μας διδάσκουν, για τη μουσική λίγα – ελάχιστα μουσικά έργα μας έχουν διασωθεί.
Αν όλος εκείνος ο μουσικός όγκος της αρχαίας Ελλάδος κάπου διασώθηκε και κάποιοι λαοί τον πήραν και τον ανέπτυξαν, δεν μπόρεσαν να μεταφέρουν και τη δύναμη που έκρυβε εκείνος ο πολιτισμός. Διότι, μαζί με τους ωραίους συνδυασμούς των ήχων και άφθαστων μελωδιών που δημιούργησαν οι μετέπειτα μουσουργοί, δεν μπόρεσαν να επιβληθούν στους λαούς και να τους εκπολιτίσουν, κατά τα πρότυπα των αρχαίων Ελλήνων.
Αποξενώνοντας τη μουσική από το λόγο, διότι ως επί το πλείστον η μουσική συμπλήρωνε το λόγο, αφαιρέσαμε τα στοιχεία εκείνα που καρποφορεί και ολοκληρώνεται ένας πολιτισμός πολύπλευρος. Οι διδασκαλίες γλιστρούν αποδοτικά στα παιδιά μόνο δια της μουσικής.
Η μουσική χωρίς λόγια, απλά ψυχαγωγεί κι ευαισθητοποιεί τον άνθρωπο που θα γίνει γνώστης αυτής της μουσικής. Κι ακόμα ο τρόπος που διδάσκεται σήμερα η μουσική δίνοντας μία προτεραιότητα στη δεξιοτεχνία του οργάνου και στον εντυπωσιασμό του ακροατή, δεν προσφέρει στον Έλληνα ουσιαστική μόρφωση.
Κι όσοι κατά τύχη στην Ελλάδα διδάσκονται ευρωπαϊκή μουσική, διότι είναι προνόμιο των ολίγων να διδάσκονται σωστά ή όχι την ευρωπαϊκή μουσική, δεν βρίσκουν στοιχεία που να ικανοποιούν την ιδιοσυγκρασία τους και το χαρακτήρα της φυλής τους.
Στην ιστορία της μουσικής μερικών ξένων εκδόσεων, μαθαίνουμε για τη μουσική των Σουμερίων, Βαβυλωνίων, Κινέζων, Ινδών κ.α. λαών, χωρίς να έχουμε μουσικά δείγματα, ούτε και να συνοδεύονται και με άλλες ενδείξεις υψηλού πολιτισμού, όπως αυτή της Αρχαίας Ελλάδος.
Το σημαντικότερο δείγμα είναι η Αρχαία Ελληνική Τραγωδία. Ποιος ο λόγος να κουράζουμε τα παιδιά ν’ αποστηθίζουν ονόματα κι άγνωστες εποχές που δεν προσέφεραν ουσιαστικά τίποτε στον Πολιτισμό μας και να μη μαθαίνουν π.χ. ποιος ήταν ο Ορφέας ή ο Δημόδοκος, ποιος ήταν ο Αλύπιος, ο Βακχείος.
Ποιος γνωρίζει το έργο του Ευκλείδη «Η Κατατομή Κανόνος» που είναι στοιχεία θεωρίας της μουσικής; Την προσφορά του Πυθαγόρα στην ευρωπαϊκή μουσική και τόσοι – τόσοι άλλοι που διέπρεψαν και έθεσαν τις βάσεις για τη μουσική τέχνη, ώστε να μπορούν σήμερα οι κάτοικοι της Ευρώπης να υπερηφανεύονται για τη μουσική τους και τους δεξιοτέχνες της.
Κι ακόμη, μπορεί κανείς να σκεφθεί, η Ευρώπη με την τεράστια μουσική παραγωγή της και την επιβολή της σ’ όλο τον κόσμο, τι προσέφερε στους λαούς που την ακολούθησαν; Διότι η μουσική αυτή όπως είπαμε, είναι προνόμιο των ολίγων. Δεν μπορούν να την διδαχθούν όλοι οι άνθρωποι.
Και για λόγους οικονομικούς, και αντιλήψεων, και θέλει ν’ αφιερώσει ο μαθητής πολύ χρόνο για εξάσκηση. Η ανθρώπινη κοινωνία είναι άρρωστη. Η τεχνολογία είναι ανίκανη ακόμα να βοηθήσει τον άνθρωπο στον εξανθρωπισμό του.
Πόσο θεωρεί απαραίτητη τη μουσική ο άνθρωπος, το βλέπουμε σ’ όλες τις εκδηλώσεις του. Νυκτερινά κέντρα, και όλα τα παράγωγα αυτών, θέλουν και τη μουσική για να επιβιώσουν. Διότι η κατάλληλη μουσική θα τους φέρει τη λησμονιά, το ξεφάντωμα στο γλέντι, στο χορό, ή όλα τ’ άλλα εκείνα που χρειάζονται για να φτάσουν στο σκοτάδι της λησμονιάς…
Η δύναμη της μουσικής είναι τεράστια. Η καθιερωμένη κλασσική μουσική έτσι όπως διδάσκεται κι έτσι όπως ακούγεται είναι αδύναμη να βοηθήσει τον άνθρωπο. Μήπως όμως μπορούμε να εφαρμόσουμε τις αρχαίες μεθόδους των Αρχαίων Ελλήνων οι σημερινοί άνθρωποι και να ελπίσουμε σ’ ένα δρόμο αρετής;
Μεγάλα τα έργα των γνωστών μεγάλων δημιουργών της ευρωπαϊκής μουσικής. Πόσο όμως συνέβαλαν ή μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ήθους και πόση δύναμη διαθέτουν αυτά τα έργα για να αλλάξουν μία κοινωνία αρρωστημένη σαν τη δική μας; Μία κοινωνία που αυτή η ίδια η εξέλιξη της τεχνολογίας αντί να χρησιμοποιείται για να ανυψώνει τον άνθρωπο, αντίθετα τον έχει φέρει σε απόγνωση.
Τι διδάσκεται ο ακροατής σε μία πολυτελή αίθουσα συναυλιών ακούγοντας ένα οποιοδήποτε έργο των αιώνων μας, χωρίς να καταλαβαίνει τι ακούει παρά μόνο πιάνοντας με την ακοή του κάποιο γνωστό μοτίβο;
Πιθανόν σε κάποιους να αλλάζει η διάθεση και να βγαίνουν ικανοποιημένοι από μία κορώνα μίας εξαιρετικής φωνής ή μία καταπληκτική δεξιοτεχνία κάποιου σολίστα. Όμως αυτό δεν προσφέρει ουσιαστική μόρφωση. Δεν μεταφέρει ιδέες, ιδανικά και προβληματισμούς σαν αυτά που προσφέρει η μουσική μαζί με το λόγο.
Αν φανταστούμε σε μία από τις μεγάλες αίθουσες του τόπου μας, και σε συχνές επαναλήψεις, μουσικές με λόγια φιλοσοφικού περιεχομένου. Με επεξηγήσεις και προετοιμασία γραπτή και προφορική. Αν δώσουμε μία άλλη χροιά στις λεγόμενες συναυλίες, μήπως τότε δώσουμε και άλλο ενδιαφέρον στον Έλληνα ακροατή.
Ο τρόπος που διδάσκεται ο νέος άνθρωπος τη μουσική τέχνη σήμερα, όχι μόνο δεν τον βοηθάει να διαπλάσσει τον χαρακτήρα του, αλλά πολλές φορές αντίθετα τον διαστρεβλώνει. Πότε πληγώνοντάς τον, μη μπορώντας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των σκληρών μουσικών προγραμμάτων και πότε με την αλαζονεία της υπεροχής έναντι των άλλων παιδιών.
Άλλο ένα, που πρέπει να μας κάνει να σκεφθούμε την αλλαγή συστημάτων μουσικής εκπαιδεύσεως στη χώρα μας, είναι η πληθώρα των στιχουργών και των συνθετών.
Πάρα πολλά τραγούδια για μία χούφτα ανθρώπους. Πάρα πολλά τραγούδια, ακούγονται ή τραγουδιούνται. Και πόσα άλλα να περιμένουν τη σειρά τους! Πολλοί οι τραγουδιστές! Αυτός είναι ο χαρακτήρας του Έλληνα. Θέλει να τραγουδάει, θέλει να δημιουργεί, θέλει να εκτονώνεται. Είναι εκρηκτικός! Έχει την ιδιορρυθμία του.
Πώς θα διαπαιδαγωγηθεί μ’ ένα σύστημα ευρωπαϊκού μουσικού προγραμματισμού; Πολύ σοφή η προσπάθεια του Μεγάρου Μουσικής ν’ ακούγονται νέοι συνθέτες, λαϊκοί τραγουδιστές, δημοτική μουσική, μπάντες κ.τ.λ. δεν είναι όμως αρκετό.
Τώρα, ίσως, να έγιναν χειρότερα τα πράγματα. Τώρα μπερδεύτηκαν πολλοί. Θεωρώντας ότι σ’ ένα τέτοιο χώρο ταιριάζει μόνο η υψηλή τέχνη ενός Μπετόβεν, ενός Μότσαρτ!
Για όλα αυτά θα πρέπει να επανεξετάσουν οι υπεύθυνοι των παιδαγωγικών και μουσικών προγραμμάτων, πως πρέπει να διοργανωθεί μία σύγχρονη μουσική παιδεία προς όφελος μιας κοινωνίας Ελληνικής που να βοηθήσει το σύγχρονο άνθρωπο σ’ έναν εκπολιτισμό όπως του ταιριάζει μέσα από την παράδοση και τις ρίζες του.
Πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις ανάγκες του σημερινού παιδιού, το χρόνο που διαθέτει για ένα επαγγελματικό προσανατολισμό και την προετοιμασία του. Το παιδί πρέπει πολύ νωρίς να αποφασίσει τι θα σπουδάσει. Και συνήθως όχι για να μορφωθεί, αλλά για να πετύχει μία επαγγελματική σταδιοδρομία που θα του αποφέρει υλικά οφέλη.
Αλλά παραλλήλως, μία ουσιαστικότερη μόρφωση θα έδινε στον άνθρωπο τη δυνατότητα να χαίρεται το επάγγελμά του, να ενδιαφέρεται γι’ αυτό και να περνάει τη ζωή του για το αντικείμενο που τον ενδιαφέρει με την έρευνα, γνώση και δημιουργία.
Κάτι τέτοιο δίνει στον άνθρωπο προϋποθέσεις και τον βοηθάει να ξεπερνάει δύσκολες προσωπικές καταστάσεις κατά το διάστημα του βίου του. Ίσως δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι αν θέλουμε να επιβιώσουμε σαν νοήμονα όντα, μαζί με τους τόσους άλλους αγώνες που κάνουμε, πρέπει να δώσουμε έμφαση και προτεραιότητα στην εκμάθηση της μουσικής τέχνης.
Δηλαδή: Μουσική – Λόγος – Θέατρο. Αν, στο σχολείο μάθαιναν να γράφουν μουσική, όπως μαθαίνουν μία ξένη γλώσσα. Να μαθαίνουν να μεταφράζουν μερικούς αρχαίους Ελληνικούς στίχους, να τους απαγγέλλουν, να τους βάζουν μουσική κατά βούληση, κι όχι μόνο τους αρχαίους αλλά και όσους ποιητές αξίωσε η χώρα μας να εκθρέψει κατά το διάστημα όλων των εποχών μέχρι σήμερα.
Αν, μπορούσε η μουσική μας παιδεία να προγραμματιστεί έτσι όπως κάθε άνθρωπος θα μπορούσε να αποδώσει, τότε θα είχαμε θετικά αποτελέσματα. Και μόνο να χρησιμοποιεί ο άνθρωπος μαζί με το μυαλό του και την ψυχή, διότι μία καλλιέργεια της ψυχής διευκολύνει ένα δυνατό πνεύμα να δημιουργεί σωστές πράξεις.
Να εκτονώνει τις ανάγκες του και τους προβληματισμούς του χρησιμοποιώντας και τις δυνατότητες που του παρέχει η τεχνολογία σήμερα. Πρέπει να δούμε τη μουσική τέχνη όχι σαν ένα είδος πολυτελείας, αλλά σαν μία μεγάλη ανάγκη για να μπορέσει κάποτε να βγει η κοινωνία των ανθρώπων από αυτή τη δύσκολη καμπή.
Κι αν εμείς αρχίσουμε να διδάσκουμε αυτά που οι πρόγονοί μας δίδασκαν, κι αν εμείς μπορέσουμε να επιβληθούμε στους εαυτούς μας, τότε ας αντιστραφούν οι όροι κι ας μιμηθούν οι άλλοι εμάς. Ίσως φαίνονται ανεδαφικά πολλά από αυτά που αναφέρω. Όμως όχι!
Με ευχάριστη έκπληξη ανακαλύπτει κανείς, ότι αν η Πολιτεία δεν αποφασίζει να πάρει κάποιες αποφάσεις, βλέπει ότι κάποια αλλαγή γίνεται! Κάτι καινούργιο συντελείται! Τα ίδια τα παιδιά αντιδρούν, έπαψαν να υπακούουν στα συστήματα και τα καθιερωμένα μουσικά προγράμματα.
Αν ο δάσκαλος της μουσικής δεν ελιχθεί καταλλήλως να αντιμετωπίσει το μαθητή του, ο μαθητής φεύγει, διακόπτει τα μαθήματα. Συχνά συνεχίζει μόνος του παίζοντας εκείνο που του αρέσει, τις περισσότερες φορές το όργανο κλείνεται για χρόνια χωρίς να παίζεται.
Οι γονείς παραπονιούνται στα παιδιά τους που τόσα χρόνια στο ωδείο πήγαν χαμένα και τώρα δεν παίζουν τίποτα. Και ακόμα χειρότερα υπάρχουν παιδιά που πληγωμένα από τις αποτυχίες των μουσικών τους σπουδών μίσησαν και πιάνο και μουσική.
Άλλη έκπληξη είναι η πληθώρα των μαθητών στις παραδοσιακές σχολές. Απορεί κανείς έπειτα από τόσα που άκουσε για τη χώρα του ο Έλληνας, έπειτα από τόσα ξενόφερτα ακούσματα και τόση αλλοτρίωση, εκείνος χώνεται μέσα στην μουσική του παράδοση και αισθάνεται ψυχική ζεστασιά. Αισθάνεται άνετα. Παίζει και παίζοντας δημιουργεί, κι αυτοσχεδιάζει.
Εδώ κανείς δεν του λέει τόσα πολλά «πρέπει»!, δεν τον απασχολούν οι ασκήσεις και τα γυμνάσματα, ούτε μουσικές άσχετες με την ψυχοσύνθεσή του. Εδώ οι δάσκαλοι μαθαίνουν τη μουσική που ανταποκρίνεται στα ακούσματα των παιδιών. Έτσι με το όργανο ή μαζί με το όργανο και τη φωνή του το παιδί εκτονώνεται, ψυχαγωγείται.
Λίγο ακόμα αν οργανωθούν οι σχολές αυτές, πετύχαμε πολλά πράγματα. Διότι όταν το παιδί μπορεί να δημιουργεί δικά του τραγούδια και να τα εκτελεί, αισθάνεται τη χαρά της δημιουργίας και του δίνει αυτοπεποίθηση.
Ήδη κυκλοφορεί βιβλίο με εργασίες μικρών μαθητών του πιάνου για πρώτη φορά στον κόσμο (Εκδόσεις Σύγχρονη Μουσική, Διδότου 19, Τηλ. 64.50.407). Παιδιά ηλικίας από 5-14 ετών, με τη συμπαράσταση και υπόδειξη των δασκάλων τους, μαθαίνουν μουσική γραφή δημιουργώντας μικρές μουσικές συνθέσεις.
Η εφαρμογή της πρωτότυπης αυτής διδασκαλίας ήδη άρχισε. Και πολλοί δάσκαλοι με ευρύτητα αντιλήψεως άρχισαν να εφαρμόζουν το νέο αυτό Ελληνικό σύστημα με πολύ επιτυχία. Τα παιδιά μαθαίνουν να γράφουν ολοκληρωμένες δικές τους μουσικές, και τραγουδάκια μελοποιημένα σε στίχους Ελλήνων ποιητών.
Δίνοντας στα παιδιά την ευκαιρία να δημιουργήσουν, μαθαίνουν δημιουργώντας. Το ένστικτο και η ευφυΐα τους μαζί με την καθοδήγηση δασκάλων που διαθέτουν γνώση και ευρύτητα πνεύματος, ωθούν τα παιδιά ώστε να μάθουν μουσική γραφή. Μαθαίνουν όλη τη θεωρία της μουσικής σε πρακτική εφαρμογή, ενθουσιάζονται κι αποκτούν αυτοπεποίθηση παίζοντας με τους ήχους.
Το εκπληκτικότερο και το πιο αισιόδοξο μήνυμα μας το δίνουν οι ίδιοι παραδοσιακοί δάσκαλοι. Αισθανόμενοι τις ελλείψεις τους πολλοί απ’ τους νέους παραδοσιακούς δασκάλους, συνεχίζουν τις μουσικές τους σπουδές στο χώρο της ευρωπαϊκής μουσικής.
Αυτό το ζευγάρωμα ευρωπαϊκής – παραδοσιακής μουσικής σίγουρα είναι η αυγή μιας Ελληνικής Μουσικής πριν να ξημερώσει.
Μαρίας Σ. Στούπη
πηγή:http://www.peemde.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=132&Itemid=69