Γράφει ο Δημήτρης Ζιαμπάρας.
Η μάχη των Αμερικανικών εκλογών έφερε ξανά στο προσκήνιο την συζήτηση για την πολιτική ορθότητα (political correctness). Ο Τραμπ δηλωμένος «αντι-κορεκτίλας», δεν χάνει ευκαιρία να εκφράσει την απέχθειά του για αυτόν τον νεοπουριτανισμό. Όσοι τον πολεμούν αντιμετωπίζουν το μένος των υπερμάχων του. Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα να δεις να υποκύπτει, αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σε αυτό που σε συνθλίβει. Φυσικά δεν είναι πρόβλημα μόνο της Αμερικής αλλά πλέον όλης της Δύσης — μηδέ της πατρίδας μας εξαιρουμένης.
Πρόσφατα ο Μητροπολίτης Χίου αγνόησε την πολιτική ορθότητα· ξεστόμισε την λέξη «λαθρομετανάστης». Στην δήλωσή του ότι «δεν υπάρχουν πρόσφυγες, αλλά μόνο λαθρομετανάστες», ο γραμματέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Κωστής Παπαϊωάννου αντέδρασε υποβάλλοντας μηνυτήρια αναφορά στον εισαγγελέα επικαλούμενος τον αντιρατσιστικό νόμο — ο νόμος αυτός έχει ήδη κριθεί μια φορά αντισυνταγματικός ως αντιτιθέμενος πλήρως στην ελευθερία του λόγου. Το τραγελαφικό είναι ότι ο γραμματέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Κωστής Παπαϊωάννου, ο οποίος υποτίθεται ότι υπερασπίζεται τα δικαιώματα του ανθρώπου, ζητεί την παρέμβαση της δικαστικής εξουσίας για να φιμώσει τον λόγο. Προφανώς όποιος δεν συμμερίζεται τις απόψεις του δεν έχει δικαιώματα, αν δεν συνετιστεί με την ρετσινιά του ρατσιστή τον εκφοβίζει με τον αντιρατσιστικό νόμο.
Η πολιτική ορθότητα ξεκίνησε από την πουριτανική Αμερική πριν κάποιες δεκαετίες διαγράφοντας την λέξη «αράπης» από τα κλασικά μυθιστορήματα και έφτασε μέχρι να αμφισβητεί το γένος του Θεού, γιατί «ο Θεός» και όχι «η Θεά». Σήμερα έχει επεκταθεί σε όλη την Δύση επιβάλλοντας ένα πέπλο σιωπής και εκφοβισμού στην κοινωνία, την ίδια ώρα που αυτή βιάζεται – παρά φύσει – να αλλάξει τις αξίες της, π.χ. αν αγαπάς την πατρίδα σου είσαι «φασίστας», αν αντιτίθεσαι την ακτιβιστική ομοφυλοφιλία (π.χ. Gay Pride) είσαι «ομοφοβικός», αν λες λαθρομετανάστης είσαι «ρατσιστής», αν είσαι επιφυλακτικός απέναντι στο ισλάμ είσαι «ισλαμοφοβικός», αν λες την έκφραση ‘φοράω παντελόνια’ είσαι «σεξιστής», αν αναρωτιέσαι για τον αριθμό των μεταναστών που χωράνε στην χώρα σου είσαι «ξενοφοβικός» κτλ.
Το γεγονός ότι η Δύση είναι στην διεθνή πρωτοπορία το οφείλει στην ελευθερία της έκφρασης. Αυτή της επιτρέπει να αυτο-κριτικάρεται και να αυτο-βελτιώνεται συνεχώς. Δεν υπάρχει άλλο μέρος στον κόσμο που οι διαφωνούντες να κινδυνεύουν λιγότερο. Η ελευθερία της έκφρασης κάποτε απειλήθηκε από τον φασισμό, τον ναζισμό και μετά τον σταλινισμό. Τώρα αυτές οι ιδεολογίες θεωρούνται γραφικές και δεν έχουν πλέον την δύναμη να επιβάλλουν την σιωπή. Επειδή όμως στις κοινωνίες πάντα αναπτύσσεται το αντίπαλο δέος στην ελευθερία της έκφρασης, τι έχει αναλάβει αυτόν τον ρόλο; Είναι η πολιτική ορθότητα. Ο Winston Churchill το είχε κάποτε προβλέψει: «οι φασίστες του μέλλοντος θα είναι οι σημερινοί αντιφασίστες». Η πολιτική ορθότητα είναι το νέο αυγό του φιδιού. Ενός όμως πολύ χειρότερου νέου είδους φιδιού.
Το Πανεπιστήμιο του San Francisco το 1974 μελέτησε τις Γιαπωνέζες που είχαν παντρευτεί Αμερικανούς. Αυτές μιλούσαν αγγλικά με τα παιδιά τους και με τους συζύγους τους – και ιαπωνικά μεταξύ τους. Οι ερευνητές απέδειξαν ότι οι απόψεις, που υιοθετούσαν οι γυναίκες, εξαρτιόνταν κάθε φορά από τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν. Για παράδειγμα, τους ζητήθηκε να συμπληρώσουν μια φράση γραμμένη και στις δύο γλώσσες: «Όταν οι επιθυμίες μου συγκρούονται με εκείνες της οικογένειάς μου …». Όταν λοιπόν αυτές έγραφαν ιαπωνικά συμπλήρωναν: «… είναι μία στιγμή μεγάλης θλίψης», ενώ όταν έγραφαν αγγλικά συμπλήρωναν: «… κάνω αυτό που θέλω». Τελικό συμπέρασμα, η γλώσσα δεν αντικατοπτρίζει απλώς τον πολιτισμό, ούτε απλώς εκφράζει την σκέψη· η γλώσσα ποιεί τον πολιτισμό και βοηθά στον σχηματισμό της σκέψης.
Ο George Orwell στο «1984» περιέγραψε μια δυστοπία· ένα καθεστώς άλλαζε τη γλώσσα και επηρέαζε τη σκέψη των πολιτών. Οι μελέτες τον επιβεβαιώνουν. Αν αναγκαστείς να μιλάς διαφορετικά, θα σκέφτεσαι και διαφορετικά. Αν απαλείψεις τις ενοχλητικές λέξεις και εκφράσεις που απαιτεί η πολιτική ορθότητα, θα απαλείψεις και τις ενοχλητικές (για την καθεστηκυία τάξη) σκέψεις. Έχει λοιπόν σημασία να λέμε: «πατρίδα» αντί για χώρα, «έθνος» αντί για λαός, «λαθρομετανάστης» αντί για “παράτυπος μετανάστης”, «μαύρος» αντί για έγχρωμος, «φοράω παντελόνια» αντί για τίποτε, «όνομα πατρός & μητρός» αντί για “όνομα γονέα Α & Β”, «ο Ευρωπαϊκός/Ελληνικός πολιτισμός πρόσφεραν περισσότερα» αντί για το “όλοι οι πολιτισμοί είναι ίδιοι”, «ισλαμική τρομοκρατία» αντί για απλώς τρομοκρατία, «Σκόπια» αντί για Μακεδονία κτλ.
Καθώς «διώκονται» λέξεις και εκφράσεις που κάθε έθνος κουβαλάει στη συλλογική του μνήμη, αποδυναμώνεται η ίδια η σημασία της κάθε εθνότητας. Και ένα είναι βέβαιο: Οι άνθρωποι που δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως μέλος μιας εθνικής και γλωσσικής συνέχειας, μένουν χωρίς ρίζες, παντοτινοί πρόσφυγες, όπου κι αν ζουν.
antibaro