ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ & ΤΙΣ ΑΞΙΕΣ ΤΟΥ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ
Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, η μεγάλη κεντροδεξιά δημοκρατική Παράταξη υπέστη μια βαριά ήττα ασύμβατη με την ιστορία της, την υπόστασή της και το πολιτικό της μέγεθος, δυσανάλογη με την προσφορά της στον Τόπο και την ελληνική κοινωνία από τη Μεταπολίτευση και μετά.
Αυτές, λοιπόν, τις κρίσιμες και δύσκολες ώρες επιβάλλεται πρώτα απ’ όλα νηφάλια ανάγνωση και θαρραλέα αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος, του περιεχομένου και της ανθρωπογεωγραφίας του. Κανείς από αυτούς που αγαπούν αυτήν την Παράταξη δεν δικαιούται να επιχαίρει ή να στρουθοκαμηλίζει σε εκλογικές αποτυχίες “βαπτίζοντας το κρέας ψάρι” προκειμένου να διατηρήσει “οφίτσια” και “καρέκλες”.
Η βαριά αυτή ήττα μεταφράζεται σαφώς ως μια δομική και όχι συγκυριακή αμφισβήτηση του ελληνικού λαού προς την πολιτική που άσκησε η ηγεσία της Παράταξης και η στενή ηγετική ομάδα. Αυτό το κλειστό κονκλάβιο, δηλαδή, θεσμικών και εξωθεσμικών συμβούλων, “γυρολόγων-αλεξιπτωτιστών”, που με όρους “αυλικών” λάμβαναν ετσιθελικά όλες τις αποφάσεις μαζί με τους εκπροσώπους του προνομιακού τέως “κυβερνητικού εταίρου” και μοναδικούς εντολείς μια χούφτα υπαλλήλους της Τρόικας αψηφώντας θέσεις τακτικών συνεδρίων, προεκλογικές δεσμεύσεις του 2012, κομματικά όργανα, κοινοβουλευτική ομάδα, την πλειοψηφία του εκάστοτε Υπουργικού Συμβουλίου, αλλά πάνω από όλα τη βούληση και τις υπαρξιακές ανάγκες του κοινωνικού και παραγωγικού ιστού.
Η ευρεία ήττα δεν μετετράπη σε μη αναστρέψιμη συντριβή γιατί η Παράταξή μας στη μνήμη, στη συλλογική συνείδηση και την καρδιά των Ελλήνων έχει συνδεθεί άρρηκτα με το Καραμανλικό Κεφάλαιο.
Η διαδρομή καταξίωσης που ξεκινά από τη βελούδινη αποκατάσταση της Δημοκρατίας, τις Κορυφαίες Εθνικές Επιλογές και Αποφάσεις του Εθνάρχη μας Κωνσταντίνου Καραμανλή που εγγυήθηκαν την εθνική κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την κοινή προκοπή έως τα μεγάλα ΟΧΙ, το όραμα του “ενεργειακού κόμβου” και της παραγωγικής ανασυγκρότησης του Κώστα Καραμανλή, μια πολιτική εθνικής υπερηφάνειας και αναπτυξιακής προοπτικής με την κοινωνία των εργαζομένων στο επίκεντρο και όχι στο στόχαστρο που δικαιώνεται μέρα με τη μέρα παράλληλα με την ανάδειξη των πραγματικών λόγων της υπονόμευσης της κυβέρνησης του.
Οι υβριστές του, άλλωστε, απαξιώθηκαν και καταποντίστηκαν σε όποια παραλλαγή κομματικού σχηματισμού κι αν επέλεξαν να αναζητήσουν είτε την πολιτική τους επιβίωση, είτε τη διατήρηση της παρέμβασής τους στα πράγματα έστω κι αν η ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ για το πώς μπήκαμε στο Μνημόνιο “κιτρινίζει” ακόμη στα συρτάρια των αρμοδίων μαζί με τις “λίστες” των γνωστών-άγνωστών και επώνυμων φοροφυγάδων.
Οποιαδήποτε άλλη (παρ)εμηνεία για τη σχετική ανθεκτικότητα της Παράταξης σε αντίθεση με τα άλλα κόμματα που υλοποίησαν μνημονιακές πολιτικές-εκτός ίσως ενός μικρού “μερίσματος φόβου”- φαντάζει τουλάχιστον πολιτικά άτοπη, μυωπική και σίγουρα μικρόψυχη.
Η επανεκκίνηση, λοιπόν, αυτής της διαδρομής είναι πλέον εθνικά, ιδεολογικά και παραταξιακά επιτακτική με στόχο την ανασύνθεση της Κεντροδεξιάς και την επανένωσή της στο βασικό της κορμό, την Καλύτερη Ελλάδα που θέλουμε και αξίζουμε, τη δικαιότερη κοινωνία που διεκδικούμε αλλά και την εξουδετέρωση των άκρων που δείχνουν να παγιώνονται στο πολιτικό σκηνικό.
Απαιτείται, μια ενδοσκόπηση που δεν πρέπει να οδηγήσει σε εσωστρέφεια, περιχαράκωση και περιδίνηση, αλλά σε εξωστρέφεια, ταχεία και υγιή ανασύνταξη δυνάμεων ώστε να επιστρέψουμε στον ιδεολογικό μας προσανατολισμό, στα πολιτικά μας θεμέλια, στην κοινωνική μας παρακαταθήκη.
Μια ενδοσκόπηση που προϋποθέτει τη γενναία αυτοκριτική, την ανάληψη ευθυνών και την άμεση δρομολόγηση διαδικασιών και εξελίξεων για να ξαναβρούμε το βηματισμό μας στις ριζοσπαστικές-κοινωνικά φιλελεύθερες αξίες μας μέσα από ένα Έκτακτο Συνέδριο Αρχών και Θέσεων.
Η μεγάλη κεντροδεξιά Παράταξη είναι παντός καιρού, έχει διαχρονικό και όχι “εποχιακό” χαρακτήρα, όσο και αν κάποιοι έκαναν τα πάντα για να την ταυτίσουν πολιτικά με μια συγκεκριμένη “εποχή του χρόνου”… Εδράζεται σε μια ευρύτερη πολυσυλλεκτική κοινωνική συμμαχία, δεν ήταν ούτε θα γίνει “απόκομμα” που του ταιριάζουν οι λογικές “στην αναβροχιά καλό είναι και το χαλάζι” όταν συρρικνώνεται η εκλογική του βάση και η διαφορά είναι στο -8,5%.
Χωρίς αμφιβολία, η επικοινωνιακή στρατηγική-τακτική που ακολουθήθηκε την προεκλογική περίοδο κινήθηκε μεταξύ απόλυτης αστοχίας και ανοησίας, όμως, σε καμία περίπτωση δεν αποτέλεσε βασική αιτία της ήττας, αν και συνέβαλε στη διεύρυνση της “ψαλίδας”.
Τα πολωτικά και εκβιαστικά διλήμματα, ο διχαστικός λόγος και η τρομολαγνεία προσέβαλαν τον πολιτικό πολιτισμό, τη δημοκρατική αισθητική, τις αρχές της εθνικής συμφιλίωσης και της μετριοπάθειας που υπηρετήθηκαν από αυτήν την Παράταξη με πατριωτική συνέπεια και υπευθυνότητα, ακόμη κι όταν άλλα κόμματα επιστράτευαν εχθρική-προβοκατόρική ρητορεία και ρεβανσιστικές πρακτικές.
Ήταν απλά το τελευταίο “επεισόδιο” στο σίριαλ του λάθους που άρχισε όταν η ηγεσία μαζί με το κονκλάβιο αποφάσιζαν αφενός να συνεχιστεί η καταστροφική πολιτική του εθνικού ολετήρα ΓΑΠ, και αφετέρου να υλοποιηθεί αποδίδοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στα “ψυχοπαίδια” του Σημιτικού ΠΑΣΟΚ (οι εμπνευστές του ΕΝΦΙΑ), εκείνους δηλαδή που υπό το μανδύα του ψευτοτεχνοκρατισμού άλωναν κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον.
Αυτή την κάστα των “εκλεκτών” προεξεχόντων των κ.κ. Παπαδήμου και Στουρνάρα που θυσίασαν προς όφελος συγκεκριμένων Τραπεζιτών και τοκογλυφικών funds όχι μόνο την κοινωνική συνοχή αλλά και τις πραγματικές ανάγκες του Τραπεζικού Συστήματος.
Η Συγκυβέρνηση επένδυε στο φόβο ενώ γίνονταν όλο και πιο φοβική απέναντι στην Τρόικα. Εγκλωβίστηκε στους εκβιασμούς για την κάθε επόμενη δόση υπακούοντας τυφλά σε μια Τρόικα που λειτουργούσε ως “πλυντήριο” ξεπλένοντας άλλοτε τις παράλογες, τιμωρητικές και εξοντωτικές απαιτήσεις των Δανειστών και άλλοτε τις πιο ανάλγητες υποδείξεις εργοδοτικής αυθαιρεσίας κατά των εργαζομένων.
Η Παράταξη έχασε επαφή και έκοψε τους δεσμούς της με την παραδοσιακή κοινωνική της βάση με συνέπεια τη διάρρηξη της συμμαχίας της με τους βασικούς της κοινωνικούς πυλώνες, τους εκφραστές της αστικής δημοκρατίας. Διαγραφές και νέες μεταγραφές επηρέασαν σημαντικά την ιδεολογική της φυσιογνωμία. Αλλοιώθηκε η σχέση εμπιστοσύνης με τους ανθρώπους του μόχθου, τον κόσμο της μισθωτής εργασίας και τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.
Την ώρα που ο ελληνικός λαός υποβάλλονταν σε δυσβάσταχτες θυσίες πολλαπλασιάστηκαν οι αλαζονικές συμπεριφορές. Τα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα έμειναν ανυπεράσπιστα, οι νοικοκυραίοι εξαθλιώθηκαν, η μεσαία τάξη εγκαταλείφθηκε και ο “μεσαίος χώρος” την εγκατάλειψε…
Ο κοινωνικός αυτοματισμός ήταν κοινός παρανομαστής σε κάθε επώδυνη επικαιροποίηση των Δανειακών Συμβάσεων, η κραυγή απόγνωσης της κοινωνίας συκοφαντήθηκε ως “συντεχνιακή” όταν οι “συνομιλίες” με την οικονομική ολιγαρχία πλήθαιναν, τα “Συνδικάτα” στοχοποίηθηκαν ως κρατικοδίαιτα ενώ ο εναγκαλισμός με τους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες ενισχύονταν. Αυτή η μετάλλαξη της Παράταξης “αστικοποίησε” και τροφοδότησε κομματικούς σχηματισμούς που κινούνταν εκλογικά μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Η ΔΑΚΕ Ι.Τ. είχε έγκαιρα κρούσει των “κώδωνα του κινδύνου” της άλωσης του μεσαίου χώρου που ξεκινά με την επιλογή στήριξης της κυβέρνησης Παπαδήμου και όχι την άμεση προκήρυξη εκλογών, συνεχίζεται με την υπαναχώρηση από τις μέχρι το 2011 κεντρικές της θέσεις (όχι φυσικά τις ανεκπλήρωτες φαντασιώσεις των Ζαππείων) και κλιμακώνεται με τις ακολουθούμενες πολιτικές από το 2012 και μετά με την υιοθέτηση ενός εκρηκτικού μείγματος άκρατου νεοφιλελευθερισμού και σοβιετικού τύπου ισοπεδωτισμού. Η “προίκα” της κοινωνικής ευαισθησίας και της εργασιακής δικαιοσύνης που συνοδεύει την Παράταξη μας όλα αυτά τα χρόνια δεν μπορεί να χαρίζεται σε κανέναν προκειμένου να εξευμενιστούν τα “πνεύματα” του Σόιμπλε και της Λαγκάρντ.
Το ηχηρό μήνυμα των Ευρωεκλογών αγνοήθηκε και η Συγκυβέρνηση έβαινε επί τα χείρω. Η κρίση εκπροσώπησης της κοινωνικής της βάσης διογκώθηκε και η κοινωνική της απονομιμοποίηση εντείνονταν με αναπόφευκτη κατάληξη το αποτέλεσμα των Εθνικών Εκλογών.
Είναι ξεκάθαρο από όλα τα παραπάνω ότι τον “λόγο” τώρα έχουν οι διαδικασίες τις οποίες η παρούσα ηγεσία έχει υποχρέωση να διευκολύνει όχι μόνο ακολουθώντας το παράδειγμα των προηγούμενων αρχηγών αλλά ως αναγκαία συνθήκη για την ταχεία επανασυσπείρωση, ανασυγκρότηση και ανασύνθεση του κεντροδεξιού χώρου. Άλλωστε όπως στη Δημοκρατία έτσι και στη Νέα Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα…
Η βάση πρέπει να αποφασίσει για τον Πρόεδρο που θα αναλάβει αυτό το κρίσιμο έργο χωρίς βέβαια ο σημερινός να στερείται του δικαιώματος υποβολής εκ νέου υποψηφιότητας εφόσον επιθυμεί να κριθεί από εκείνους που κάποτε τον εξέλεξαν, και αφού πρώτα εξηγήσει τί έπραξε ώστε να συνεχίσει “Η Νέα Δημοκρατία (να) είναι η πολιτική παράταξη που ταυτίζει το έθνος με το λαό, την πατρίδα με τους ανθρώπους της, την πολιτεία με τους πολίτες της, την εθνική ανεξαρτησία με τη λαϊκή κυριαρχία, την πρόοδο με το κοινό αγαθό, την πολιτική ελευθερία με την έννομη τάξη και την κοινωνική δικαιοσύνη”, (K.Kαραμανλής 1974).
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΙΟΥΤΣΟΥΚΗΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΔΑΚΕ Ι.Τ.
(Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εργαζομένων Ιδιωτικού Τομέα)