Γράφει o Γιώργος Λεκάκης
Α ΜΕΡΟΣ
Από την απώτατη αρχαιότητα ακόμη, η ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και δη της Θεσσαλονίκης είχε παίξει πρωτοπόρο ρόλο στην εξέλιξη και πρόοδο της μουσικής, στον ελληνικό χώρο.
Αν αναλογισθεί κανείς πως το αρχαιότερο μουσικό όργανο που βρέθηκε στον σημερινό γεωγραφικό χώρο της Ελλάδος, είναι ένα μακρόστενο οστέινο αντικείμενο (μήκους 8 εκατ.), ένας αυλός, του 6000 π.Χ. που ανακαλύφθηκε στις ανασκαφές του οικισμού Αξού Α’ Γιαννιτσών[1].
έλος, στην Τούμπα Κρεμαστής Κοιλάδας Κοζάνης βρέθηκε οστέινος αυλός, που χρονολογείται στο 5400 π.Χ.[2]
Επίσης, άλλος αυλός νεολιθικής εποχής έχει ευρεθεί στο Δισπηλιό της Καστοριάς και ανάγεται στο 5300 π.Χ. Είναι ένας αυλός, από κόκκαλο ποδιού προβάτου.[3]
Πρόκειται για το μόνο απόλυτα ακέραιο μουσικό όργανο της αρχαίας ελληνικής μουσικής, που έχουμε στα χέρια μας.
Έτσι μπορούμε να ισχυρισθούμε – και βάσει ευρημάτων – πως η οργανοποιία, ιδίως των πνευστών, και η μουσική είναι μια καθαρά μακεδονίτικη υπόθεση, η οποία ξεκίνησε από την Μακεδονία και διαδόθηκε στην λοιπή αρχαία Ελλάδα. Κι αυτό εξηγεί την ισχυρή έως σήμερα παράδοση στα (χάλκινα πια) πνευστά, της Δυτ. Μακεδονίας!
Τα χρόνια περνούν, οι Θράκες με τον Ορφέα βάζουν τα θεμέλια της μουσικής. Η πόλις Θεσσαλονίκη ιδρύεται από τον Kάσσανδρο[4] (του Αντιπάτρου), το 315 π.X. με την συνένωση 27 μικρών πολισμάτων, κυριωτέρα των οποίων ήταν η Θέρμη[5].
Η νεοϊδρυθείσα πόλη επήρε το όνομα της ετεροθαλούς (από άλλη μητέρα) αδελφής του Μ. Αλεξάνδρου, συζύγου του Κασσάνδρου.
Η περιοχή της Θεσσαλονίκης ακμάζει πάρα πολύ στα γράμματα, τις τέχνες και φυσικά και στην μουσική! Τόσο που «εφηύρε» την παρτιτούρα!
Στα σημερινά Βρασνά Θεσσαλονίκης ευρέθη «σκελετός μελωδίας» με συμφωνικό (οργανικό χαρακτήρα), σε αρχαία μαρμάρινη πλάκα του 4ου αι. π.Χ. με σημειωμένες τους φθόγγους πάνω από κάθε συλλαβή του κειμένου: Το φα-φα-ρε-ρε-μι-φα–λα των αρχαίων Ελλήνων.[6]
Αυτή η ανακάλυψη είναι ένα από ελάχιστα σωζόμενα μουσικά κείμενα της αρχαιότητος, που και πάλι θέτει την περιοχή της Θεσσαλονίκης στο κέντρο των εξελίξεων της επιστήμης και της τέχνης της Μουσικής!
Από την καλλιτεχνική της εξέλιξη δεν έμεινε έξω το θέατρο: Τα αρχαία θέατρα της Πέλλας, των Φιλίππων, του Δίου, της Βεργίνας, της Θάσου, κ.ά. μαρτυρούν την εξάπλωση της πανάρχαιας υποκριτικής τέχνης στην Μακεδονία. Ο Ευριπίδης 70χρονος και αυτοεξόριστος στην αυλή του Αρχελάου της Μακεδονίας γράφει τις «Βάκχες». Και το κτίσιμο αρχαίων θεάτρων από Μακεδόνες στα πέρατα της Οικουμένης, όπου περνούσε και εκπολίτιζε ο Μ. Αλέξανδρος, μαρτυρά του λόγου το άληθες.
Τα χρόνια περνούν, η Θεσσαλονίκη γίνεται «Mητέρα ολόκληρης της Mακεδονίας»[7], «Χρυσή Πύλη» για την Ευρώπη, «συμβασιλεύουσα» του Βυζαντίου…
Aπ’ την Bυζαντινή Aυτοκρατορία έως τα μέσα του 19ου αι. πάρα πολλά χάνια ευρίσκονταν έξω από τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Kι αυτό γιατί με την δύση του ήλιου οι πύλες έκλειναν κι οι ταξειδιώτες έπρεπε να διανυκτερεύουν έξω απ’ αυτήν!
Σ’ αυτά μουσικοί έπαιζαν τύμπανα και ζουρνάδες, τραγουδούσαν και χόρευαν, ηθοποιοί έδιναν παραστάσεις μπροστά σε μπερντέδες, αθλητές έκαναν παλαιστικές επιδείξεις και αυτοσχέδιους αγώνες, και έπειτα έβγαινε δίσκος… Σε τεκέδες-καταγώγια, κυνηγημένοι από τους οθωμανούς, οι δερβίσηδες συνέχιζαν κρυφά την μυσταγωγία τους, με νέια και αμανέδες… Μια μείξη πολιτιστικών στοιχείων, που διαμόρφωσε αυτό που σήμερα λέμε λαϊκό πολιτισμό…
Από το 1718[8] πολλοί Mακεδόνες εγκαθίστανται στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και διαπρέπουν. Ελέγχουν το εμπόριο, καλλιεργούν τα ελληνικά Γράμματα. Είναι γνωστή η επιρροή των Μακεδόνων στην διαμόρφωση της μουσικής της Κεντρικής Ευρώπης, κυρίως στην Βιέννη, όπου οι Κοζανίτες ίδρυσαν πνευματική αποικία – με πιο γνωστό τέκνο αυτής τον Χ. φον Κάραγιανν.
Όσον αφορά στην πόλη της Θεσσαλονίκης δημιουργούνται το πρώτο ελληνικό σχολείο[9], το πρώτο παρθεναγωγείο (1835-45), το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο και το πρώτο ελληνικό διδασκαλείο (1870-75). Η πόλις ακμάζει πνευματικά και ελληνικά, κάτω από την μύτη της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γεννιέται στην πόλη ο μουσικός και ποιητής Αιμίλιος Ριάδης (1880)[10].
Η περιοχή ακμάζει και τεχνολογικά, αφού γεννά και τον κινηματογράφο στα Βαλκάνια. «Γονείς» οι αδελφοί Γιάννης και Μίλτος Μανάκιας[11], οι οποίοι τον Μάιο του 1905 γύρισαν την πρώτη τους ταινία[12] με τον τίτλο «Υφάντρες» στην γενέτειρά τους Αβδέλλα Γρεβενών με πρωταγωνίστρια την ηλικίας 116 ετών γιαγιά τους!
Παρά τον Μακεδονικό Αγώνα, τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην Θεσσαλονίκη ανθεί η πνευματική κίνηση. Και με την Μικρασιατική Καταστροφή, η πόλη γίνεται το πανδοχείο των προσφύγων, η «πρωτεύουσα των προσφύγων», αφού 80.000 ταλαιπωρημένοι Έλληνες εγκαθίστανται μονομιάς στην πόλη.
Τώρα το 1/3 του πληθυσμού της είναι Έλληνες από τις πανάρχαιες πατρίδες της Ανατολής. Αλλά αυτή η νέα ελληνική πρόσμειξη έδωσε νέα πνοή στην πόλη. Οι Έλληνες πρόσφυγες, από Πόντο και Ιωνία, μεταφέρουν τον ίδιον πολιτισμό τους, που σε αγαστή μείξη με τον μακεδονικό, δημιουργούν ένα νέο και πολύ ενδιαφέρον στοιχείο…
Στις διαβόητες φυλακές του Επταπυργίου (Γεντί Κουλέ) σμίγουν δίκαια ή άδικα διαφωνούντες ιδεολόγοι, αντικαθεστωτικοί, με τον υπόκοσμο. Νέα πρόσμειξη ετερόκλητων στοιχείων πολιτισμού θα δώσει εμπνεύσεις για νέα τραγούδια, μελωδίες, θεματογραφία…
Η Θεσσαλονίκη του 1920-30 γεννά έναν σπουδαίο μουσικοσυνθέτη και σολίστα του μπουζουκιού, τον Μανώλη Χιώτη (21.3.1920)[13], μια ηθοποιό του μουσικού θεάτρου και τραγουδίστρια, την Αικατερίνη Οικονόμου, γνωστή ως Καίτη Ντιριντάουα (1920), έναν εξ ίσου σπουδαίο τραγουδιστή, τον Τάκη Μπίνη (1923), αλλά και έναν άνθρωπο που έμελλε να γράψει την ιστορία του ελληνικού μιούζικαλ, τον Γιάννη Δαλιανίδη (1923).
Ενώ λίγοι γνωρίζουν, πως η κοσμοπολίτισσα Θεσσαλονίκη γεννά την ελληνικής καταγωγής Ιταλίδα καλλονή ηθοποιό Υβόν Σανσόν (1926), που έμελλε να ενσαρκώσει τον τύπο της μοιραίας γυναίκας.[14]
Την ίδια δεκαετία, η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔEΘ) είναι γεγονός (1925) – συνέχεια των Δημητρίων. Ιδρύεται το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (1926). Βιομηχανίες, ξενοδοχεία, εστιατόρια… έντονη ζωή… εμπορική, κοινωνική, πνευματική…
Kαι ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός της Eλλάδας είναι γεγονός (στην Έκθεση του 1932), ο οποίος μάλιστα ήταν… ιδιωτικός. Ιδρύεται η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών (1939).
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που στα Γράμματα εμφανίζεται η λεγόμενη «Σχολή Θεσσαλονίκης» με την «γενιά του ’30»: Τ. Βαρβιτσιώτης, Γ. Βαφόπουλος, Γ. Δέλιος, Γ. Θέμελης, Ζ. Καρέλλη, Στ. Ξεφλούδας, Ν. Γ. Πεντζίκης, Π. Σπανδωνίδης, κ.ά.[15]
Το 1938 είναι μια σημαντική χρονιά για το λαϊκό τραγούδι στην πόλη: Ο Γιώργος Μητσάκης ξεκινά και παίζει μπουζούκι στους δρόμους της Θεσσαλονίκης και βγάζει «πιατάκι» για το χαρτζιλίκι.[16] Ενώ ο Βασίλης Τσιτσάνης φθάνει στην Θεσσαλονίκη (Μάρτιος 1938) για να υπηρετήσει την θητεία του στο Τάγμα Τηλεγραφητών.
Στο πειθαρχείο του τάγματος, στο Ντεπώ γράφει την «Αρχόντισσα» την πρώτη του επιτυχία. Αρχόντισσα η… Αρχοντούλα, μια καλλονή που δούλευε στου «Περικλή», στην Αγγελάκη, ένα κέντρο-πανσιόν-οίκος ανοχής, το πιο ακριβό κέντρο της εποχής.
Η Θεσσαλονίκη του 1930-40 γεννά σε έναν προσφυγικό καταυλισμό στο Επταπύργιο, κοντά στις φυλακές του Γεντί Κουλέ τον Σταύρο Κουγιουμτζή (1932), που έμελλε να γράψει μερικά από τα ωραιότερα ελληνικά λαϊκά τραγούδια. Γεννά για να προσφέρει στο θέατρο, το τραγούδι και τον κινηματογράφο την Ζωζώ Σαπουντζάκη (1934) και τον Κώστα Βουτσά.
ΠΗΓΗ:
Γ. Λεκάκη «Η Θεσσαλονίκη στο ελληνικό τραγούδι», γ΄ έκδ. εκδ. Τσουκάτου, τηλ. 210-88.17.341.
Του ιδίου «Μουσικής Μύηση» εκδ. MadMelody.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…
(*) Απόσπασμα από την ομιλία του Γ. Λεκάκη στην εκδήλωση «Η Θεσσαλονίκη στο θέατρο και το τραγούδι», που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Θεσσαλονικέων εν Αθήναις, στην Αθήνα, στο θέατρο του Αμερικανικού Κολλεγίου, στις 10.12.12. Την εκδήλωση, στην οποία παρήλασαν πλήθος Θεσσαλονικέων καλλιτεχνών, παρουσίασε ο Κώστας Βενετσάνος.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Τις εργασίες διηύθυνε η αρχαιολόγος Π. Χρυσοστόμου, της ΙΖ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων – βλ. σχ. ανακοινώσεις της συνάντησης «10 χρόνια αρχαιολογικό έργο στην Μακεδονία και την Θράκη», Θεσσαλονίκη, 1997.
[2] Βρέθηκε κατά την διάρκεια ανασκαφής (που χρηματοδοτείται από την “Εγνατία” ΑΕ) τον Αύγουστο του 1999.
[3] Βρέθηκε τον Αύγουστο του 1995, από τον καθηγητή κ. Χουρμουζιάδη.
[4] Εξ ου και Kασσανδρεία το άλλο της όνομα.
[5] Απ’ την οποία επήρε την ονομασία του ο Θερμαϊκός κόλπος.
[6] Την ανάγνωση της επιγραφής έκαμε η αρχαιολόγος Πολυξένη Αδάμ-Βελένη. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα γράμματα των ελληνικών αλφαβήτων, αποτελούσαν – πιθανότατα – «σημειωτικά φθογγόσημα μουσικής». Τα γράμματα αντιστοιχούν σε νότες. Και μια πρόχειρη μεταγραφή στο πεντάγραμμο θα «έδινε» την μελωδία που συνθέτουν οι σημερινές νότες: Φα-φα–ρε-ρε-μι-φα-λα. Η αποκρυπτογράφηση πραγματοποιήθηκε από τον καθηγητή Δημήτριο Θέμελη, βάσει των πινάκων και την αντιστοιχία ταξινομήσεώς τους, που μας διέσωσε ο Αλύπιος, θεωρητικός της αρχαίας ελληνικής μουσικής, που έζησε κατά τον 4ο μ.Χ. αι.
[7] βλ. σχ. Aντίπατρος ο Θεσσαλονικέας, επιγραμματοποιός του 1ου μ.X. αι.
[8] Συνθήκη Πασσάροβιτς.
[9] Το πρώτο Γυμνάσιο που ιδρύθηκε στην νεώτερη ελεύθερη Ελλάδα, μετά την Επανάσταση του 1821, ιδρύθηκε στις 21.6.1829 δαπάναις ΙΜ Χοζοβιωτίσσης, στην Αμοργό.
Στις 22 Οκτωβρίου 1822 αποφασίσθηκε η ίδρυση στο Άργος Αλληλοδιδακτικής Σχολής για την εκπαίδευση των διδασκάλων, βάσει των διατάξεων του Β΄ Συντάγματος, για την παιδεία και την ίδρυση σχολείων. Ενώ Σχολή (της Μονής Κεκαυμένης) στο Άργος είχε λειτουργήσει μετά τα ορλωφικά (1770), ιδρυθείσα από τον Χατζη-Αντώνιο Παπαντωνόπουλο, με την σημαντική χορηγία του μητροπολίτου Ιακώβου Αρμόγιαβλη Γαλάτση. Η Σχολή μεταφέρθηκε εντός της πόλεως του Άργους, στον Ι.Ν. Αγ. Ιωάννου. Εδίδαξαν σε αυτήν ο Αγάπιος (έως το 1812), ο Ησαΐας εκ Δημητσάνης (από το 1813), ο Νικηφόρος Παμπούκης, κ.ά.
[10] Μάλιστα πέθανε και στην ίδια πολη, το 1935.
[11] Έκαναν ταινίες για περισσότερα από 60 χρόνια, και όσον αφορά στην Θεσσαλονίκη, απαθανάτισαν την επίσκεψη του σουλτάνου στην πόλη, την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Μοναστηρίου–Θεσσαλονίκης, κ.ά.
[12] Με μια μηχανή λήψεως μια «Μπίσκοπ Νο.300».
[13] Έμαθε κιθάρα, μπουζούκι και ούτι από επίσης Θεσσαλονικιό μουσικοδιδάσκαλο τον Γιώργο Λώλο.
[14] Μοιραία, αισθησιακή, μελαχροινή βρέθηκε στο πλευρό του Δημ. Χορν στην κλασική ταινία του Γ. Τζαβέλλα «Μια ζωή την έχουμε»,
[15] Τους οποίους ακολούθησαν επάξια νεώτεροι (Μαν. Αναγνωστάκης, Αλ. Ασλάνογλου, Χρ. Ζιτσαία, Κλ. Κύρου, Π. Θασίτης, κ.ά.).
[16] Αργότερα ανέβηκε για πρώτη φορά στο πάλκο και έπαιζε στο ουζερί του Καφαντάρη
xronos..