Τρίτη, 7 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΟμογενειακά"Αρχέγονος Ελλάς, Ήπειρος"

“Αρχέγονος Ελλάς, Ήπειρος”

1914: Η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου  Του Κ. Καλυμνίου (Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας) “Αρχέγονος Ελλάς, Ήπειρος” αποκάλεσε ο γεωγράφος της ελληνιστικής εποχής Κλαύδιος Πτολεμαίος την Ήπειρο, διότι κατά την παράδοση, από την Ήπειρο πρωτοκατέβηκαν τα δωρικά φύλα στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στο μεταίχμιο πάντα του πολιτισμού και του χάους, είτε με γείτονες Ιλλυριούς είτε με μεταγενέστερους πληθυσμούς, η Ήπειρος αποτέλεσε πάντοτε προπύργιο φωτός και ελληνισμού στα Βαλκάνια.

Τελευταία θα υποκύψει στον οθωμανικό ζυγό μετά από τη μεγάλη επανάσταση του Βορειοηπειρώτη Γεώργιου Καστριώτη, πρώτη θα αντισταθεί στον ζυγό αυτό, κάτω από την ηγεσία του Κροκόδειλου Κλαδά το 1556 και από τότε οι εξεγέρσεις υπέρ της απελευθέρωσης της περιοχής ήταν ασταμάτητες μέχρι την προέλαση του ελληνικού στρατού στη Βόρειο Ήπειρο το 1912.

Μέσα στο ζοφερό διπλωματικό κλίμα που επικρατούσε μετά από τους Βαλκανικούς Πολέμους, η Ελλάδα ενώ είχε απελευθερώσει την Ήπειρο και τη Μακεδονία αναγκάστηκε να θυσιάσει προσωρινώς τη Βόρειο Ήπειρο που η ίδια είχε ελευθερώσει, και να δεχθεί στις 17 Δεκεμβρίου 1913, το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, το οποίο κατοχύρωσε την ανεξαρτησία της Αλβανίας και της έδωσε άνευ όρων ολόκληρη την περιοχή της Βορείου Ηπείρου, άσχετα αν η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της περιοχής επέμεναν δριμύτατα στην ταύτισή τους με την Ελλάδα και ότι οι αλβανικές ληστρικές ομάδες μάστιζαν κυριολεκτικά τα ελληνικά χωριά ανεξέλεγκτες.

Ο ελληνικός στρατός, έπρεπε μέχρι την 1η Μαρτίου 1914 να εγκαταλείψει τη Βόρειο Ήπειρο. Οι Έλληνες Ηπειρώτες αντιληφθέντες την αδικία των Μεγάλων Δυνάμεων και αντιμετωπίζοντας την οργή των Αλβανών οι οποίοι επιτίθενται εναντίον του ελληνισμού στην περιοχή, αρνήθηκαν να υποκύψουν πάλι στον ξένο ζυγό και ξεσηκώθηκαν.

Η επανάσταση αυτή αποτελεί την πιο ένδοξη σελίδα στην ιστορία της Βορείου Ηπείρου. Το πρώτο επαναστατικό σάλπισμα το Βορειοηπειρωτών αποτέλεσε το άρθρο του Βασιλείου Δημαράτου στις 24 Νοεμβρίου 1913 “Η Ήπειρος διά της Ηπείρου”. Στις 12 Φεβρουαρίου 1914, οργανώθηκε στο Αργυρόκαστρο Πανηπειρωτικό Συνέδριο. Το Συνέδριο αυτό μετατράπηκε σε Συντακτική Συνέλευση και στις 28 Φεβρουαρίου 1914, ανακήρυξε τη Βόρειο Ήπειρο Αυτόνομη Πολιτεία με πρωτεύουσα το Αργυρόκαστρο, ενώ συγχρόνως κήρυξε την αυτονομία της και η Χιμάρα, υπό το θρυλικό Μακεδονομάχο Σπυρομήλιο.

 Η κυβέρνηση της Αυτόνομης Βορείου Ηπείρου ηγούνταν από τον τέως υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας Γεώργιο Χρηστάκη Ζωγράφο, μαζί με τους μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως Βασίλειο, Κορυτσάς Γερμανό και Κονίτσης και Βελάς Σπυρίδωνα. Σε προκήρυξή του προς το λαό της Βορείου Ηπείρου, ο Ζωγράφου αποκάλυπτε ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις τους είχαν αρνηθεί όχι μόνο την αυτονομία μέσα στα όρια της Αλβανίας, αλλά και τις εγγυήσεις για την προστασία της ζωής, περιουσίας, θρησκευτικής ελευθερίας και της εθνικής τους υπόστασης και καλούσε τους ελληνικούς πληθυσμούς να υπερασπίσουν με κάθε θυσία την ακεραιότητα της Βορείου Ηπείρου

 Άρχισαν να συγκροτούνται τα πρώτα τμήματα των Βορειοηπειρωτικών Ιερών Λόχων και να συγκρούονται με τον αλβανικό στρατό, ο οποίος διοικείτο από Ιταλούς και Αυστριακούς αξιωματικούς και ήδη είχε περάσει τα σύνορα του αυτόνομου κρατιδίου, εισβάλλοντας στα χωριά τον Ελλήνων, λεηλατώντας, σκοτώνοντας και προκαλώντας καταστροφές.

Η εξέγερση της Βορείου Ηπείρου δεν προερχόταν ούτε υποστηριζόταν από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία πιεζόταν να συνετιστεί με τις διατάξεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Συναισθηματικά όμως η Ελλάδα αναμφισβήτητα συμπαραστάθηκε στους Βορειοηπειρώτες. Άλλωστε, μόνο με στρατιωτικό νόμο θα μπορούσε ο Βενιζέλος να εμποδίσει τους Βορειοηπειρώτες να ανακηρύξουν την αυτονομία τους. Μία τέτοια πράξη όμως, θα προκαλούσε αναβρασμό στην Ελλάδα και πιθανόν την παραίτηση της κυβέρνησης. Πράγματι, ο Βενιζέλος ήταν σε πολύ δύσκολη θέση.

 Έπρεπε να εγκαταλείψει τους ελληνικούς πληθυσμούς στις διαθέσεις της Ευρώπης χωρίς να λάβει καμία εγγύηση για την ασφάλειά τους. Κατά τον ίδιο καιρό, οι ιεροί λόχοι των Βορειοηπειρωτών μάχονταν σκληρά με τους Αλβανούς στη Χιμάρα, Δέλβινο, Πρεμετή και Αργυρόκαστρο και τελικά οι Έλληνες κατάφεραν να φέρουν τις περιοχές αυτές υπό τον έλεγχο της αυτόνομης κυβέρνησης.

Ένα τάγμα Βορειοηπειρωτών ανταρτών κατάφερε να καταλάβει το Ελμπασάν της κεντρικής Αλβανίας, ενώ ένα ακόμη τάγμα απελευθέρωσε τη Μοσχόπολη. Στην Κορυτσά ωστόσο, οι αυτονομιστές δυσκολεύτηκαν πάρα πολύ. Ο συνταγματάρχης Αλέξανδρος Κοντούλης, ο οποίος διοικούσε την πόλη, τηρούσε κατά γράμμα της εντολές των Μεγάλων Δυνάμεων. Αφόπλισε τους Έλληνες Κορυτσιώτες και απειλούσε με σύλληψη τους πρώτους που θα τολμούσαν να υψώσουν τη σημαία της αυτονομίας.

 Έτσι, σύμφωνα με την εντολή των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Κοντούλης παρέδωσε την Κορυτσά στην αλβανική χωροφυλακή που μόλις είχε σχηματισθεί. Ωστόσο, ο Βενιζέλος κατέβαλε τιτανικές προσπάθειες να διαφυλάξει τα δικαιώματα των Βορειοηπειρωτών.

Οι Μεγάλες Δυνάμεις, απαντώντας στις 24 Απριλίου σε ελληνικό υπόμνημα της 21 Φεβρουαρίου, ανακοίνωσαν ότι είχαν δώσει εντολές στην Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου, που διαχειριζόταν τα οικονομικά της Αλβανίας, να υποστηρίξει την αρχή της γλωσσικής και θρησκευτικής ισότητας, να συμπεριλάβει τοπικά στοιχεία στην χωροφυλακή και να μελετήσει μικρές διορθώσεις στα σύνορα. Αυτή η απάντηση είχε ως αποτέλεσμα την άμεση υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από την υπόλοιπη Ήπειρο, που είχε παραχωρηθεί στην Αλβανία.

 Εξακολούθησαν σοβαρές ταραχές σε αρκετά σημεία μεταξύ Αλβανών και ισχυρών βορειοηπειρωτικών δυνάμεων, οι οποίες κατέλαβαν την Ερσέκα και προχώρησαν στο Φράσαρι και, μετά από απανωτές ενέδρες, στην Κορυτσά. Η Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου ήταν της γνώμης ότι μόνον αν επενέβαινε ενεργώς θα μπορούσε να εμποδίσει τη σφαγή και την ερήμωση.

 Η Επιτροπή πρότεινε στην κυβέρνηση της Βορείου Ηπείρου τη σύναψη ανακωχής και τη διενέργεια διαπραγματεύσεων που είχαν ως αποτέλεσμα, την υπογραφή του πρωτοκόλλου της Κερκύρας στις 17 Μαΐου 1914.

Σύμφωνα με αυτό, η Βόρειος Ήπειρος αποτελεί αυτόνομο κρατίδιο εντός των αλβανικών συνόρων. Αποτελείται από τις περιφέρειες Χιμάρας, Αγίων Σαράντα, Αργυροκάστρου, Πρεμετής, Κορυτσάς και Μοσχόπολης. Σχηματίζεται τοπική ελληνική χωροφυλακή, απαγορεύεται η είσοδος αλβανικών στρατευμάτων εντός των ορίων της αυτόνομης επικράτειας, υπάρχει ανεξαρτησία σε θρησκευτικά και περιουσιακά ζητήματα, η ελληνική γλώσσα διδάσκεται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, η θρησκευτική διδασκαλία και η λειτουργία διεξάγονται στην ελληνική, ενώ εγκαθίσταται επίσημη γλώσσα ενώπιον όλων των αρχών.

 Επίσης, η Χιμάρα, η οποία έχαιρε ιδιαίτερου καθεστώτος από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, θα διατηρούσε όλα τα προνόμια της. Κυρίως όμως, οι μεγάλες Δυνάμεις θα εγγυούνταν την εκτέλεση και τη διατήρηση των παραπάνω μέτρων. Μετά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας η ελληνική κυβέρνηση φάνηκε ικανοποιημένη.

Αντίθετα, οι Τούρκοι, ενοχλημένοι από τον τρόπο διευθέτησης του θέματος, εξωθούσαν τους μωαμεθανούς Αλβανούς της κεντρικής Αλβανίας να πάρουν τα όπλα εναντίον της κυβέρνησης του ηγεμόνος Αλβανίας Γουλιέλμου του Βήδ, επισείοντας τον κίνδυνο να χαθεί υπό τη νέα χριστιανική ηγεσία το πλεονέκτημα της κοινωνικής υπεροχής που διέθεταν υπό την τουρκική κυριαρχία.

 Η επανάσταση που εκδηλώθηκε στις 17 Μαΐου στην κεντρική Αλβανία προκάλεσε σοβαρή κρίση. Η χώρα βρέθηκε κυριολεκτικά χωρίς κυβέρνηση και ο ηγεμόνας Βηδ σε απελπιστικά περίπλοκη θέση. Λόγω του χάους που επικρατούσε στην Αλβανία, το Πρωτόκολλο της Κερκύρας δεν μπορούσε να εκτελεσθεί. Στο σημείο αυτό αποφασιστικό ρόλο ανέλαβε η ελληνική κυβέρνηση, η οποία δεν είχε αναμειχθεί ώς τότε στις διαπραγματεύσεις, αλλά ανησυχούσε μήπως το επαναστατικό κίνημα εξαπλωθεί και στους αλβανικούς πληθυσμούς της Βορείου Ηπείρου.

 Ο Βενιζέλος, προσεγγίζοντας την αυτόνομη κυβέρνηση της Βορείου Ηπείρου παρακινούσε το Ζωγράφο να επικυρώσει το Πρωτόκολλο και να μην προβάλει παράλογες αξιώσεις. Η κυβέρνηση όμως της Βορείου Ηπείρου αξίωνε να εγκρίνουν και να εγγυηθούν το Πρωτόκολλο οι Μεγάλες Δυνάμεις.

Τελικά, οι Μεγάλες Δυνάμεις την 1η Ιουνίου 1914 επικύρωσαν τη συμφωνία της Κέρκυρας και λίγο αργότερα, στις αρχές Ιουνίου, η αλβανική κυβέρνηση αποδέχθηκε τη συμφωνία με ορισμένες επιφυλάξεις, οι οποίες τελικά παραμερίσθηκαν και αποσιωπήθηκαν στο επίσημο έγγραφο που δόθηκε στην αυτόνομη κυβέρνηση στις 23 Ιουνίου 1914.

Όταν στα τέλη Ιουνίου συνήλθε στο Δέλβινο το Ηπειρωτικό Συνέδριο για να συζητήσει το ζήτημα της επικύρωσης του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας, η αυτονομιστική κυβέρνηση διατύπωνε ενδοιασμούς. Οι Βορειοηπειρώτες αντιπρόσωποι, πιστεύοντας ότι το αλβανικό κράτος του Βηδ κατέρρεε οριστικά, δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν ότι υπήρχε επιτακτική ανάγκη να αποδεχθούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα τη συμφωνία που συνομολογήθηκε υπό την πίεση εντελώς διαφορετικών συνθηκών.

 Εξακολούθησαν να πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να επιτύχουν ευρύτερη αυτονομία, δε δέχονταν με κανένα τρόπο να καταλάβει τη χώρα η Διεθνής Επιτροπή υπό την σκέπη ξένου ή ελληνικού στρατού, εκτός αν ο Βηδ και οι Μεγάλες Δυνάμεις αποδέχονταν την ευρύτερη αυτονομία και επιδίωκαν αναβολή. Τελικά, η επιμονή του Βενιζέλου να υποχωρήσουν ανάγκασε τους Βορειοηπειρώτες να επικυρώσουν το Πρωτόκολλο της Κερκύρας, με εξαίρεση τους αντιπροσώπους της Χιμάρας, οι οποίοι αποχώρησαν ζητωκραυγάζοντας υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα.

Λίγες ημέρες αργότερα, η αποδοχή της συμφωνίας ανακοινώθηκε στην Διεθνή Επιτροπή. Το Πρωτόκολλο της Κερκύρας έδινε κάποια λύση στο πρόβλημα της Βορείου Ηπείρου, αλλά προτού εφαρμοστεί, κηρύχθηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η επικρατούσα αναρχία στην Αλβανία, οδήγησε τις Μεγάλες Δυνάμεις να δώσουν τον Οκτώβριο του 1914 εντολή στην Ελλάδα, να εισέλθει στη Βόρειο Ήπειρο και να επιβάλλει την τάξη.

Για δεύτερη φορά, η πατρογονική εστία του ελληνισμού απελευθερώνεται. Το όνειρο της ένωσης με την πατρίδα, αναπτερώθηκε στις καρδιές των Βορειοηπειρωτών. Με τη μυστική Συμφωνία του Λονδίνου το Μάρτιο του 1915, μεταξύ των δυνάμεων της Τριπλής Συνεννοήσεως και της Ιταλίας, η Βόρειος ‘Ηπειρος παραχωρήθηκε στην Ελλάδα, ενώ η Ιταλία κράτησε την Αυλώνα και τη νήσο Σάσωνα.

Τον Ιανουάριο του 1916, έγιναν δεκτοί στο ελληνικό κοινοβούλιο οι εκλεγέντες βορειοηπειρώτες βουλευτές. Οι εξελίξεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στο βαλκανικό μέτωπο, η πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων (ιδίως της Ιταλίας) και, τέλος, ο εθνικός διχασμός στην Ελλάδα, είχαν ως κατάληξη την για δεύτερη φορά εκκένωση της Βορείου Ηπείρου, από τα ελληνικά στρατεύματα, τον Αύγουστο του 1914.

Τον Ιούλιο του 1919, και με τη συμφωνία Βενιζέλου-Τιτόνι, η Ιταλία ανέλαβε να υποστηρίξει τις ελληνικές θέσεις και διεκδικήσεις, για τη Βόρειο Ήπειρο, στο συνέδριο ειρήνης των Παρισίων. Το Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι, τον Ιούλιο του 1919, αποφάσισε την παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα.

 Δυστυχώς, οι εσωτερικές εξελίξεις στα Βαλκάνια, η Μικρασιατική εκστρατεία και, πάνω από όλα, ο εθνικός διχασμός, επηρέασαν δυσμενώς την τύχη της Βορείου Ηπείρου. Ακόμα και η ίδια η Αλβανία, αναγνώρισε τα δικαιώματα της Ελλάδας, επί της Βορείου Ηπείρου, μέχρι οριστικής ρύθμισης του θέματος με τη συνθήκη της Καπεσίτσας, το Μάιο του 1920.

 Την ίδια χρονιά η αμερικανική Γερουσία, ψήφισε την παραχώρηση της πανάρχαιας γης, στην Ελλάδα. Παρ’ όλες τις αποφάσεις και τις συμφωνίες, επικράτησαν τα σχέδια και τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων, που για άλλη μια φορά κατέπνιξαν τα δίκαια αιτήματα των Βορειοηπειρωτών.

Η Ιταλία που είχε καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της Βορείου Ηπείρου, παρέδωσε την Αυλώνα στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος, το οποίο αναγνωρίζεται στο Παρίσι από τις Μεγάλες Δυνάμεις το 1921, που χάριν της πολιτικής σκοπιμότητας παραβλέπουν την ιστορία της περιοχής και τη θέληση των Ελλήνων κατοίκων της. Το αλβανικό κράτος, δεν σεβάστηκε πλέον ούτε τα προσυμφωνημένα, ούτε και την υπογραφή του στο “Πρωτόκολλο της Κέρκυρας”, για αυτονόμηση της Βορείου Ηπείρου.

Εντούτοις, άρχισε την εφαρμογή ενός μεθοδικού σχεδίου για τον πλήρη αφελληνισμό και εξαλβανισμό της περιοχής. Στα πλαίσια της ανθελληνικής πολιτικής τους, τα Τίρανα απαγόρευσαν τη λειτουργία των ελληνικών σχολείων και τη δημιουργία Αυτοκέφαλης Αλβανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Το 1935, μετά από προσφυγή της Ελλάδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, δικαιώθηκαν οι ελληνικές θέσεις και επέβαλε στην Αλβανία την επαναλειτουργία των ελληνικών σχολείων.

Δυστυχώς, η λειτουργία αυτή διακόπηκε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συνέχεια το παρανοϊκό, ολοκληρωτικό καθεστώς του Εμβέρ Χότζα εξαπέλυσε μεγάλη επίθεση προς το πατριωτικό και θρησκευτικό φρόνημα των Ελλήνων.

Σήμερα, η αλβανική κυβέρνηση δεν επιτρέπει τη λειτουργία ελληνικών σχολείων εκτός των ορίων μιας στενής “αναγνωρισμένης μειονοτικής ζώνης”, ενώ εντός της ζώνης αυτής, ελληνικά σχολεία υπολειτουργούν υπό συνθήκες πίεσης, άθλιου εξοπλισμού και έλλειψη κονδυλίων αν και καταβάλλονται από της δύο πλευρές προσπάθειες ώστε να εξομαλυνθεί αυτή η κατάσταση.

 Οι Ηπειρώτες απανταχού της γης μόνο κατά το ήμισυ θα εορτάζουν τη μνήμη των πεσόντων του αυτονομιστικού αγώνα και όσων υπέφεραν ή μαρτύρησαν για την πατρίδα τους και την ταυτότητα τους αυτές της ημέρες διότι αν και η κατάσταση των αδελφών τους στη Βόρειο Ήπειρο δεν παρουσιάζει σχετική βελτίωση, ορισμένοι, φανατισμένοι από πλέον αναχρονιστικές πολιτικές αντιλήψεις, αρνούνται παραδόξως την παρουσία των ομοεθνών τους στις πατρογονικές του εστίες.

Η χειρότερη κατάρα είναι αυτή της λησμονιάς και της αδιαφορίας.

Η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας διοργανώνει δοξολογία στον Ιερό Ναό του Αγίου Ευσταθίου South Melbourne για την 98η επέτειο της αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου και της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων, την Κυριακή, 23 Φεβρουαρίου 2008, ώστε να διαφυλαχθεί αμόλυντη η μνήμη των πατριωτών μας που θυσιάστηκαν για την αυτονομία της Βορείου Ηπείρου. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τους σκεπάζει.

πηγή;neoskosmos

spot_img

Τώρα ζωντανά! Web Radio από το Ελληνικό Φαινόμενο!

 

 

Τελευταία νέα

Ο Νίκος Βάνης σας εύχεται Χρονιά Πολλά και Κάλο Πάσχα και καλή Ανάσταση.

Το Πάσχα (Πασκαλιά, Λαμπρή, Λαμπροφόρα, Καλολόγος) στολίζεται η εκκλησία με κορδέλες και δεντρολίβανο. Αυτά έκαναν το Χριστός Ανέστη,και αβγά κόκκινα Κεριά, λαμπάδες, φως της Ανάστασης.. Το Πάσχα (Πασκαλιά, Λαμπρή, Λαμπροφόρα, Καλολόγος) στολίζεται η εκκλησία με κορδέλες και δεντρολίβανο. Οι πιστοί παλιότερα...

Μεγάλο Σάββατο Πορεία προς το θείο πάθος.

Τω Αγίω και Μεγάλω Σαββάτω, την θεόσωμον Ταφήν, και την εις Άδου Κάθοδον του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν δι’ ών της φθοράς το ημέτερον γένος ανακληθέν, προς αιωνίαν ζωήν μεταβέβηκε». Tο απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής, αφότου εξέπνευσε...

Η Μεγάλη Πέμπτη σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία αφιερώνεται στην ανάμνηση τεσσάρων γεγονότων τα οποία περιγράφονται στα Ευαγγέλια.

Η Μεγάλη Πέμπτη σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία αφιερώνεται στην ανάμνηση τεσσάρων γεγονότων τα οποία περιγράφονται στα Ευαγγέλια και τα οποία συνέβησαν σύμφωνα με τις ευαγγελικές αναφορές λίγο πριν τη Σταύρωση: Ο Μυστικός Δείπνος, το ιερό δείπνο του Ιησού...