(Κριτική της Νίνας Γκατζούλη)
Ένα καλοκαίρι αντί να πετάξουμε από τις Ηνωμένες Πολιτείες κατευθείαν στην Ελλάδα, ο σύζυγός μου και οι δύο τότε έφηβεςκόρες μας πετάξαμε στην Ελβετία και νοικιάζοντας αυτοκίνητο οδηγήσαμε από τη Ζυρίχη στην Ιταλία. Όταν φτάσαμε στο Μπρίντιζι, πήραμε το ferryboat για το νησί της Κέρκυρας, συνεχίσαμε για Ηγουμενίτσα και μετά οδηγήσαμε στη Δυτική Μακεδονία για να φτάσουμε στο χωριό μας τον ΠεντάλοφοΚοζάνης.
Αφήσαμε πίσω την πεδιάδα των Ιωαννίνων και ανηφορίζαμε τον δρόμο προς Κόνιτσα, περνώντας από την οροσειρά της Πίνδου. Οι σκέψεις μου ήταν με τους γονείς μου, χαιρόμουν που θα τους ξαναέβλεπα και ταυτόχρονα φοβόμουν τη στιγμή που θα συνειδητοποιούσα για άλλη μια φορά πόσο είχαν γεράσει από την τελευταία φορά που τους είδα. Ξαφνικά, και από το πουθενά, στη δεξιά πλευρά του δρόμου και στη μέση του βουνού υψώθηκε ένα μεγαλοπρεπές άγαλμα, ένα μνημείο του Έλληνα στρατιώτη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που πολέμησε τους Ιταλούς ακριβώς σε αυτά τα βουνά.
Ντυμένος με τη στολή του στρατιώτη και το βαρύ χειμωνιάτικο μανδύα του, λιτός, αυστηρός και επιβλητικός με το βλέμμα του έδειχνε τα βουνά της Πίνδου, παροτρύνοντας τους περαστικούς να προσέξουν τα απόκρημνα βουνά, τα βουνά όπου εκεί γράφηκαν μερικές από τις χρυσές σελίδες της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, η ιστορία του ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940.
Ξαφνικά με κατέλαβε μια συγκίνηση και δάκρυα άρχισαν να κυλούν από τα μάτια μου. Έριξα μια ματιά στον σύζυγό μου και αυτός ήταν στην ίδια συναισθηματική κατάσταση. Και οι δύο σιωπηλοί και γεμάτοι συγκίνηση αφήσαμε πίσω τον «Άγνωστο Στρατιώτη της Πίνδου» και συνεχίσαμε τη διαδρομή μας για να φτάσουμε στο χωριό μας.
Χωρίς να παρακολουθώ τη διαδρομή πλέον, άφησα τον εαυτό μου να γυρίσει τον χρόνο πίσω στα παιδικά μου χρόνια. Χιλιάδες εικόνες περνούσαν από το μυαλό μου, εικόνες των γονιών μου, των φίλων, των συγγενών και των ατελείωτων πολεμικών ιστοριών που μοιραζόταν μαζί μας ο πατέρας μου, με τα αδέλφια μου. Ο πατέρας μου, ο ήρωας των παιδικών μου χρόνων, τις χειμωνιάτικες νύχτες στη ζεστασιά του σπιτιού μας μοιραζόταν μαζί μας ιστορίες του Ελληνοϊταλικού Πολέμου που μετέφερε τα περισσότερα από τα παλικάρια του δικού μας και άλλων χωριών στην οροσειρά της Πίνδου.
Το βιβλίο του Γιώργου Παπαβίζα Αίμα και Δάκρυα είναι μια συναρπαστική αυτοβιογραφία που διαδραματίζεται αυτά τα ταραγμένα χρόνια 1940-49 στην Ελλάδα.
Ο νεαρός Παπαβίζαςάφησε το ήσυχο χωριό του στη δυτική Μακεδονία για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ο συγγραφέας, ένας ευαίσθητος, ευφυής και ικανός νέος, πολύ σοβαρός φοιτητής στο πανεπιστήμιο,παρακολουθεί την πατρίδα του και