“…Όσοι επιζήσουν στον κόσμο αυτό, θα περνούν από την Ελλάδα και θα λένε, …. Εδώ υπήρχε κάποια χώρα που την έλεγαν Αλα…λα…..μπάλα…λα… …Ούτε το όνομα της δεν θα σώζεται…!!!” (Ίωνας Δραγούμης)
Μήπως δικαιώνεται μετά από 89 χρόνια από την θλιβερή ημέρα της δολοφονίας του.
Το 1920 στης 31 Ιουλίου ήταν ένα καυτό απομεσήμερο στην Αθήνα, όχι μόνο από την ζέστη, αλλά και από τον αναβρασμό που είχε προξενήσει η απόπειρα δολοφονίας του Ελευθέριου Βενιζέλου, στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών, από δύο φανατικούς βασιλόφρονες.
Οι Έλληνες και πάλι διχασμένοι. Όπως σχεδόν πάντοτε μετά από κάθε μεγαλούργημα. Όπως πάντοτε πριν από κάθε καταστροφή…
Στην Βασιλίσσης Σοφίας, που λεγόταν ακόμα τότε Κηφισίας, ένα απόσπασμα από οκτώ στρατιώτες προχωρούσε, έχοντας ανάμεσά τους έναν λευκοντυμένο άντρα. «Ήμουν στην στάση της οδού Παπαδιαμαντοπούλου και περίμενα το τραμ» θα έλεγε αργότερα στον ανακριτή ο Ρώσος ακόλουθος Λεμπέντιεφ.
«Είδαμε οκτώ στρατιώτες με έναν άνθρωπο που πέρασαν ήσυχα – ήσυχα από μπροστά μας. Αν έλειπαν οι ξιφολόγχες από τα χέρια τους το θέαμα θα ήταν πολύ φυσικό, τουλάχιστον για εκείνη την μέρα. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι οι στρατιώτες ήταν κίτρινοι σαν το λεμόνι».
Οκτώ αμούστακα παιδιά των ταγμάτων ασφαλείας του Παύλου Γύπαρη, με έναν λοχία που κρατούσε το περίστροφο στο χέρι. Ο λευκοντυμένος άντρας, ο Ίων Δραγούμης, είχε γνωρίσει τον Γύπαρη στα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα.
Τότε πολεμούσαν μαζί τους Βούλγαρους, είχαν γίνει κουμπάροι, και σίγουρα δεν φαντάζονταν πως 12 χρόνια μετά, το νήμα της ζωής του ενός, θα έκοβαν οι σφαίρες των στρατιωτών του άλλου…
Όταν πριν μερικά λεπτά έπιασαν οι «Γυπαραίοι» τον Δραγούμη στου Θών, καθώς διερχόταν με το αμάξι του, τον χτύπησαν άγρια.
Ο Γύπαρης τους σταμάτησε λέγοντάς του:
«Σε σταματήσαμε και πριν που ανέβαινες στην Κηφισιά. Μού είπες πως πάς στο σπίτι του πατέρα σου. Γιατί ξαναγύρισες;»
Αυτό τον είχε ρωτήσει και η Μαρίκα Κωτοπούλη όταν προσπαθούσε να τον αποτρέψει από το να ξανακατέβει στην Αθήνα, που όσο περνούσαν οι ώρες τόσο πιο πολύ βυθιζόταν στην βία του διχασμού.
«Πρέπει να πάω στην εφημερίδα να γράψω ένα άρθρο κατά της απόπειρας δολοφονίας του Βενιζέλου. Είναι απαράδεκτη πράξη. Πρέπει να σταματήσουμε τον κύκλο της βίας τώρα».
Στον Γύπαρη όμως δεν απάντησε. Ποιος από αυτούς τους φανατικούς θα πίστευε άλλωστε, πως εκείνος που θεωρούταν ένας από τους κορυφαίους αντιβενιζελικούς, κατέβαινε μία τέτοια ώρα στο κέντρο της Αθήνας, για να γράψει ένα άρθρο συμπάθειας για τον Βενιζέλο. Θα το έπαιρναν σαν δικαιολογία και παράκληση να τον αφήσουν.
Και ο Ίων δεν παρακαλούσε ποτέ… Έμεινε σιωπηλός ως το τέλος, που ήξερε πως ήταν πολύ κοντά.
Τον θάνατο είχε μάθει να τον μυρίζει στον αέρα, ήδη από τα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα.
Στην φωτιά της Μακεδονίας
Στην Μακεδονία ο Δραγούμης βρέθηκε ως πρόξενος της Ελλάδος στο Μοναστήρι, το 1902, ήδη 24 χρονών. Γόνος μιας παλαιάς οικογένειας αγωνιστών, αλλά και πολιτικών. Είχε μεγαλώσει με τα οράματα της Μεγάλης Ιδέας, που όμως μετά την ήττα του 1897, είχε δεχθεί ένα μεγάλο πλήγμα. Τότε ήταν και η μεγάλη ευκαιρία, οι τάξεις των φραγκοντυμένων πολιτικάντηδων και μεγαλοαστών να προβοκάρουν το φρόνημα του λαού και να σπείρουν την απαισιοδοξία.
Η νοοτροπία της «μικρής πλην εντίμου Ελλάδος», που δεν θα δημιουργεί ζητήματα στους «συμμάχους» της και που θα αφήνει τους σκλάβους Έλληνες στην μοίρα τους, είχε ανθήσει μέσα στα μεγαλοαστικά σαλόνια των Αθηνών, μαζί με μπόλικα Γαλλικά, πιάνο και ματαιοδοξία. Ο Δραγούμης σιχαινόταν.
Σιχαινόταν την λογική των πολιτικάντηδων που ήθελαν να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους ξεχνώντας τους σκλάβους Έλληνες της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θράκης, των νησιών, της Πόλης, της Ανατολής.
Σιχαινόταν το βάλτο του αστισμού, μέσα στον οποίο κολυμπούσε η Αθηναϊκή κοινωνία, αφήνοντας πίσω της το χρέος της ολοκλήρωσης της Εθνικής Επανάστασης του ’21.
Σιχαινόταν την ξενομανία των ευρωλιγούριδων και την θανατερή στασιμότητα. Θα ριχτεί λοιπόν με όλες του τις δυνάμεις στην δράση.
Θα οργανώσει συνωμοτικά τον Μακεδονικό Αγώνα, για να μπορέσουν οι Έλληνες της Μακεδονίας να αποκρούσουν τις ορδές των Βούλγαρων κομιτατζήδων που είχαν ξεκινήσει εθνικές εκκαθαρίσεις. Από την Αθήνα ο πατέρας του Στέφανος και ο γαμπρός του Παύλος Μελάς θα τροφοδοτούν μυστικά τον αγώνα, ενώ ο Μελάς θα ανεβαίνει στην σκλαβωμένη Μακεδονία με άλλους αξιωματικούς, που αηδιασμένοι από την αδράνεια των κυβερνήσεων θα αναλάβουν να οργανώσουν τους Έλληνες οπλαρχηγούς.
Ο θάνατος του Μελά στην Μακεδονία θα πέσει σαν βόμβα στην βαλτωμένη κοινωνία των Αθηνών.
Ο Δραγούμης με το «Μαρτύρων και Ηρώων αίμα» θα φουντώσει κι άλλο την φωτιά:
«Να ξέρετε πως αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει. Θα μας σώσει από την βρώμα όπου κυλιόμαστε, θα μας σώσει από την μετριότητα και από την ψοφιοσύνη, θα μας λυτρώσει από τον αισχρό τον ύπνο, θα μας ελευθερώσει. Αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, εμείς θα σωθούμε».
«Ανοίγεται τώρα, μπροστά στα θολωμένα μάτια σας, στα σκοτισμένα μυαλά σας, δρόμος αληθινός! Δρόμος ζωής και πολέμου! Αν τον θέλετε, πάρτε τον! Ειδεμή σαπίστε εκεί που είστε…»
Η ψυχή του λαού εγείρεται, οι αξιωματικοί ακολουθούν μαζικά το παράδειγμα του Μελά, το ρεύμα της Μεγάλης Ιδέας έχει αρχίσει να συνεπαίρνει και πάλι τους νέους, ο Δραγούμης έχει αρχίσει να γίνεται επικίνδυνος, γι’ αυτό και τον αρχίζουν στις μεταθέσεις. Οπουδήποτε μακριά από την Μακεδονία.
Οπουδήποτε που να μην δημιουργεί προβλήματα. Όπου και να βρεθεί όμως δεν σταματά να φουντώνει το φρόνημα, να οργανώνει τους Έλληνες, να γράφει και να γεννάει νέες ιδέες που επηρεάζουν όλο και πιο πολλούς. Ελληνικός Ιδεαλισμός
Τα άρθρα και τα βιβλία του Δραγούμη βρίθουν μίας σκέψης έμπλεης μέσα στο φως του Ελληνισμού. Πατέρας ενός νέου Ελληνικού Ιδεαλισμού, ενός ιδιότυπου σοσιαλισμού βαφτισμένου μέσα στα νερά του Ελληνορθόδοξου Κοινοτισμού, ενός Εθνικισμού εθνικοαπελευθερωτικού μακριά από κάθε ακραία αλλότρια ιδεοληψία που θα μπορούσε να τον μολύνει, λάτρης του δημοτικισμού, γιατί τον θεωρούσε γνήσιο καρπό του αγνού λαϊκού πολιτισμού. Και μαζί με όλα αυτά πάνω από όλα μαχητής, άνθρωπός της δράσης, αεικίνητος υπερασπιστής κάθε Ελληνικής υπόθεσης.
«Ο καθένας πρέπει να φαντάζεται πως αυτός πρέπει να σώσει το έθνος του. Πρέπει να φαντάζομαι πως από μένα μόνον εξαρτάται η σωτηρία του έθνους. Να μην κοιτάζω τι κάνουν οι άλλοι και να φαντάζομαι πως εγώ έχω το μεγάλο χρέος της σωτηρίας».
«Οι Ελλαδίτες πολιτικοί κατάντησαν να συναντήσουν με το νου τους κράτος και έθνος ή καλλίτερα μη μπορώντας να φτάσουν στην γενικότητα του «έθνους» έκαμαν την ανικανότητά τους θεωρία. Το κράτος δεν ήταν πια πρόσκαιρο, δεν είχε δημιουργηθεί για να περιμαζέψει το έθνος γύρω του δεν ήταν σταθμός παρά τέλος. Συνέβηκε τούτο το παράδοξο, τούτοι, οι εξωμερίτες, περίμεναν την Ελλάδα να τους γλιτώσει και η Ελλάδα περίμενε μήπως τύχη και σηκωθούν μοναχοί τους να γλιτώσουν τον εαυτό τους».
«Τι χρησιμεύει ένα κράτος ελληνικό, που αντί άλλης εξωτερικής πολιτικής, διορίζει προξένους σε Ανατολή και πρέσβεις στην Δύση, με την μονάκριβη ευχή και οδηγία: Προσέξτε, μην γεννάτε ζητήματα!»
«Μόνο εμείς, όσοι νοιώθουμε την δική μας την πατρίδα, μπορούμε να νοιώσουμε και των άλλων τις πατρίδες. Πρώτα πρέπει να νοιώσω τον εαυτό μου καλά, έπειτα καλά το έθνος μου και έτσι φθάνω στην ανθρωπότητα. Όσοι λένε πως είναι κοσμοπολίτες και δεν περνούν από όλα αυτά τα στάδια δεν μπορούν να νοιώσουν την ανθρωπότητα».
«Όταν έγινε κράτος η Ελλάς, δεν ήταν ανάγκη, δεν έπρεπε να καταστρέψουν τις κοινότητες και να κάμουν δήμους. Οι κοινότητες ήταν αποτέλεσμα ζωής ελληνικής πολλών ετών, ήταν τύπος ελληνικής υπάρξεως. Χαλνώντας τις κοινότητες χαλάσαμε κάτι στερεό, κάτι που ζούσε, κάτι που ήταν φυσικό».
«Ο εθνικισμός είναι μορφή ενέργειας. Οι ενεργητικοί άνθρωποι δεν μπορεί παρά να είναι εθνικισταί, είτε το ξέρουν είτε όχι. Δεν μπορεί παρά να ζουν ανάμεσα στο Έθνος τους και κει να ξοδεύουν την δύναμή τους, κι από κει να παίρνουν δύναμη». «Ποιος είναι ο τελικός των εθνών, πες τον προορισμό, πες τον αποστολή; Ο πολιτισμός! Να ένα έργο άξιο για τα έθνη, έργο αληθινά ανθρώπινο. Να η δικαιολογία των εθνών. Να πως τα έθνη είναι χρήσιμα στην ανθρωπότητα και να που έσφαλε ο Μαρξ πολεμώντας τα έθνη…
..Πολιτισμούς γεννούν τα έθνη και αυτά μονάχα. Δεν φθάνει όμως να είναι ένα έθνος πολιτισμένο, πρέπει να είναι πολιτισμένο και από δικό του πολιτισμό. Σε αυτό λοιπόν χρησιμεύουν τα έθνη. Οι πολιτισμοί γεννιούνται ο καθένας σε κάποια πατρίδα, σε κάποια εποχή και σε κάποιο έθνος. Έξω από αυτά δεν μπορεί να σταθεί πολιτισμός».
«Υποστηρίζω την θρησκεία μας, επειδή είναι αχώριστη από την ιστορία μας, είναι η Ιστορία μας, είναι η συνέχεια της Ιστορίας του γένους». Ιδέες Ελληνικές. Ιδέες που ξεκουνούσαν από το βόλεμα. Ιδέες που ωθούσαν στον αγώνα. Ιδέες ενοχλητικές…
Εκτέλεση
Το απόσπασμα με τους οκτώ στρατιώτες και τον λευκοντυμένο άντρα είχε φτάσει κοντά στα στρατιωτικά λουτρά, απέναντι περίπου από εκεί που βρίσκεται σήμερα το Χίλτον. Ένας δεύτερος λοχίας έφτασε τρέχοντας και είπε κάτι στο αφτί του Λοχία που οδηγούσε το απόσπασμα.
«Εδώ – εδώ» φώναξε εκείνος. Εκτελώντας τις εντολές του, οι στρατιώτες μουδιασμένοι έστησαν τον Ίωνα στο τοίχο. Έπειτα παρατάχθηκαν απέναντί του. Ο λοχίας πλησίασε τον Δραγούμη και κάτι του είπε στο αυτί. Πιθανόν του ζήτησε αν έχει κάποια τελευταία επιθυμία. Αυτός δεν του απάντησε. Ήρεμος έβγαλε από την τσέπη του το δεύτερο μονόκλ που είχε για τις περιπτώσεις που σπάει το πρώτο. Εκείνο είχε γίνει θρύψαλα την ώρα της σύλληψης του στου Θών. Το έβαλε αργά και στάθηκε κοιτώντας τους στρατιώτες στα μάτια.
«Επί σκοπόν» φώναξε ο λοχίας. Γύρω όλη η Βασιλίσσης Σοφίας κινούταν στους καθημερινούς ρυθμούς.
«Λίγα δευτερόλεπτα πριν είχε περάσει μία μοτοσυκλέτα» θα θυμηθεί αργότερα ένας από τους στρατιώτες. «Ένα δευτερόλεπτο μετά πέρασε ένα τραμ». Ο Ρώσος ακόλουθος βρισκόταν μαζί με άλλους στην απέναντι στάση του τραμ. «Εμείς περιμέναμε το τραμ κι ένας άνθρωπος εκατό μέτρα πιο κάτω περίμενε τον θάνατο» θα πει στον ανακριτή.
«Πυρ» διέταξε ο λοχίας.
Κανένας από τους οκτώ στρατιώτες, λες και ήταν συνεννοημένοι, δεν πάτησε την σκανδάλη.
«Ρίχτε ρε» φώναξε ο λοχίας και πυροβόλησε πρώτος με το περίστροφο. Η σφαίρα βρήκε τον Ίωνα στο στήθος. Ένα δευτερόλεπτο μετά ακούστηκαν άλλοι οκτώ πυροβολισμοί. Ο λοχίας πλησίασε πάνω από τον πεσμένο Ίωνα κι έριξε την χαριστική βολή.
Στην Βασιλίσσης Σοφίας, εκεί που σήμερα υπάρχει μία λευκή στήλη με απόσπασμα από την «Νεκρική Ωδή» που έγραψε ο Παλαμάς για την δολοφονία του Δραγούμη, ένας λευκοντυμένος άντρας κείτονταν μέσα σε μία λίμνη αίματος.
Ένας άντρας σαν αυτούς που έγραφε ο Ίωνας στο «Μαρτύρων και Ηρώων αίμα». Τους Πατριώτες, τους ιδεολόγους, τους αγωνιστές «που αφού αποφασίσουν και αναλάβουν ένα σκοπό δεν θα σταματήσουν πιά ως τον θάνατο.
Στιγμές ολιγοψυχίας θα νοιώσουν. Ίσως και κούραση και λύπη και αηδία, αλλά επειδή προβλέπουν πως το έργο τους, μπορεί και την ζωή τους να πάρει, δυσκολίες δεν βλέπουν, εμπόδια δεν γνωρίζουν και τίποτα δεν θα τους σταματήσει. Και αν στο δρόμο τους τύχουν εμπόδια τέτοια που ζητούν την ζωή ενός ανθρώπου θα δώσουν την ζωή τους…»/ πηγή: Ελληνικές Γραμμές,thermopilai.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται…
Αυτά που έγραψε ο Ίων Δραγούμης αποκρύβοντας την προέλευσή τους, θα νομίζαμε ότι γράφτηκαν στις μέρες μας…
«Τι χρησιμεύει ένα κράτος ελληνικό, που αντί άλλης εξωτερικής πολιτικής, διορίζει προξένους σε Ανατολή και πρέσβεις στην Δύση, με την μονάκριβη ευχή και οδηγία: Προσέξτε, μην γεννάτε ζητήματα!»
«Όταν έγινε κράτος η Ελλάς, δεν ήταν ανάγκη, δεν έπρεπε να καταστρέψουν τις κοινότητες και να κάμουν δήμους. Οι κοινότητες ήταν αποτέλεσμα ζωής ελληνικής πολλών ετών, ήταν τύπος ελληνικής υπάρξεως. Χαλνώντας τις κοινότητες χαλάσαμε κάτι στερεό, κάτι που ζούσε, κάτι που ήταν φυσικό».
“Πήγαινε στα Δημοτικά τραγούδια, στην Δημοτική τέχνη, και την χωριάτικη και την λαϊκή ζωή για να βρεις την γλώσσα σου, και την ψυχή σου. Και μ΄ αυτά τα εφόδια, εάν έχεις ορμή μέσα σου και φύσημα, θα πλάσεις ότι θέλεις, παράδοση κα πολιτισμό και αλήθεια και φιλοσοφία”
Ισως να χρειαζόμαστε έναν νέο Ίων Δραγούμη…Ίωνας Δραγούμης- Πολιτικός, Διπλωμάτης
Ίων δραγούμης
ο Επίκαιρος
Η Θέση του Ίωνος Δραγούμη στα νεοελληνικά γράμματα, την πολιτική σκέψη, και κυρίως την πράξη είναι πράγματι δεσπόζουσα. Γοητευμένος στη μορφή, συναρπαστικός στο λόγο και αποφασισμένος 9και για τούτο αποτελεσματικός) στο έργο σφράγισε ανεξίτηλα το πέρασμα του.
Ανήκε στο σχετικά σπανιότερο είδος δημοσίων ανδρών που είναι ταυτόχρονα και “ρητήρες” λόγων και “πρηκτήρες” Η συμβολή του στην αρτιότερη οργάνωση του Μακεδονικού Αγώνα είναι η αψευδέστερη μαρτυρία της ανεπιφύλακτης ολοκληρωτικής αφιέρωσης του σε επικίνδυνες εθνικές αποστολές στην φλεγόμενη Μακεδονία και την Πόλη.
Αν η πράξη του εκ Βογατσικού καταγόμενου αγωνιστή συγκινεί, η διατύπωση ενός συγκροτημένου και οραματικού λόγου, πάνω σε υπαρξιακά ερωτήματα του Ελληνισμού, είναι τελικά μια άλλη μορφή που διατηρεί πάντα τη διάρκεια και την επικαιρότητα της.
Ο Δραγούμης δίδαξε και διδάσκει και σήμερα. Μ΄ αυτήν την έννοια δικαιωματικά στους Δασκάλους του Γένους. Ο τραγικός – σαν σε σκηνή αρχαίας τραγωδίας – θάνατος του τον κατατάσσει στους μάρτυρες του Ελληνισμού:
“Εσένα δεν σου στέκει ανθρώπου θρήνος
μόνο το σκούσμα αισχύλειας μια Κασσάνδρας,
στο λόγο αρχοντικός ανθούσε κρίνος,
στην πράξη όπου κι όπως ήσουν ο άντρας.
Μαρτύρων και ηρώων αίμα το αίμα
που το αγρικούσες κι έβραζεν εντός σου
του μάρτυρα σου φόρεσε το στέμμα
στο θάνατο σου
(Κωστής Παλαμάς)
Όλα σχεδόν τα κείμενα του Δραγούμη έχουν χαρακτήρα μανιφέστου προς το ΄Εθνος. Οι παλαιότεροι έβρισκαν σ΄ αυτά την ευγένεια του ύφους και του ήθους και πάντοτε την ένταση της ψυχής ενός γοητευτικού ανθρώπου Ξεχώριζαν ακόμη το γνώριμο ατομοκεντρικό του Νίτσε – όχι ο Ίων δεν δείχνει να αποθεώνει ποτέ τον υπεράνθρωπο του Γερμανού συγγραφέα – και την πατριωτική έξαρση του Μπαρές.
Σίγουρα γιατί ο τελευταίος, πέρα από την εξέχουσα θέση στα γαλλικά γράμματα, στάθηκε ανάχωμα στον ενδοτισμό των συμπατριωτών του κατά τον Α παγκόσμιο πόλεμο και πάλεψε να εξουδετερώσει κάθε ηττοπαθή διάθεση τους.
Πολλές από τις ιδέες του Δραγούμη σ΄ αυτά τα κείμενα έχουν αυτή την ώρα μια ολοζώντανη επικαιρότητα. Ακτινογραφούν κατάσταση τωρινή. Ο μικροελλαδισμός του κράτους και η μοιρολατρική διάθεση της ιθύνουσας πνευματικής και πολιτικής τάξης του τότε, αλλά φευ και τώρα, είναι ολόιδια φαινόμενα. Οι σημερινοί φιλάργυροι και αφερέγγυοι ειρηνολόγοι είναι όπως και οι τοτινοί, πρόθυμοι για κάθε υποχώρηση.
Αρκεί να τους ζητηθεί. Δυο ρεύματα κυριαρχούσαν και τότε. Το “Ελλαδικό’ και το “Ελληνικό. Το πρώτο εξέφραζε το κράτος της Μελούνας, το μικροσκοπικό κράτος. Το δεύτερο τον όπου γης ελεύθερο και αλύτρωτο Ελληνισμό. Το “Ελλαδικό” άβουλο, αναποφάσιστο και ανασφαλές ζει με την ψευδαίσθηση μιας απατηλής αυτάρκειας.
Γέννημα του Μεγάλου ξεσηκωμού του 1821 (και μέγεθος των “προστάτιδων” δυνάμεων) ξέχασε γρήγορα την προέλευση του και την αποστολή του. Προβιβασμένο να υπηρετεί το έθνος παρητήθη – το έπραξαν οι ηγετικοί κύκλοι – ενωρίτερα από αυτό του χρέους.
Αντί να στοχεύουν να μεγενθύνουν το κράτος στα όρια του έθνους, τοποθέτησαν το έθνος στην προκρούστεια κλίνη του μικροελλαδισμού για να το συρρικνώσουν στα μέτρα τους.
Αμείλικτος είναι ο συγγραφέας και για τους άλλους, του ιδεολόγους του “μέσου όρου” θα τους λέγαμε σήμερα “ρεαλιστές”. Οι ολιγόπιστοι, αν όχι οι άπιστοι (εννοεί εθνικά όχι θρησκευτικά), αυτοί άνθρωποι, ανάξια παιδιά και εγγόνια εκείνων που δεν σάστισαν να τα βάλουν με μιαν αυτοκρατορία, κατάντησαν ταπεινότατοι πινακογλείφτες της Τουρκίας και της Ευρώπης”.
Είναι προμαχτικός ο εθνικός εκμιθριδατισμός και η γεωμετρική πρόοδος με την οποία επεκτείνεται και διαβρώνει τις ψυχές των Ελλήνων. Ξεκινούσε η υπόθεση από το Αθηναϊκό κράτος και ύστερα επεκτεινόταν στους εκτός. Εκείνους που βαστούσαν περισσότερο.
Όμως η πολύχρωμη απαντοχή εκούραζε τον κόσμο και τον έσπρωχνε κάποιους από τους εξωμερίτες να κατηφορίσουν κατά τον συμβιβασμό. Τότε αντικαθιστούσαν την Μεγάλη Ιδέα με αυτήν ενός μικρού και νοικοκυρεμένου κράτους χωρίς πόθους. Και για αυτοϊκανοποίηση ανακάλυπταν το υποκατάστατο της λεγομένης “μέσης ιδέας των προσθηκών”
Δηλαδή ένα ψευτοκόκκαλο. και τότε λοιπόν, αμέσως μετά την ταπείνωση του 1897 και λίγο πριν τη μεγάλη εξόρμηση του 1912. ο Ελλαδικός κόσμος είχε περάσει κρίση εθνική αυτοπεποίθησης και είχε καταντήσει λαός χωρίς εθνικές επιθυμίες. Και τότε στόχος ήταν ο επηρεασμός των έξω Ελλήνων για να γίνουν και αυτοί λιγότερο απαιτητικοί και πιο συμβιβαστικοί. Και τότε εθνικό ζήτημα δεν υπήρχε, μονάχα κρητικό – διάβαζε αντί κρητικό: κυπριακό το οποίο μισοϋπάρχει τελματωμένο σήμερα.
Αυτό σημαίνει ότι μοναδικός τρόπος λύσης των εθνικών θεμάτων είναι η άνευ όρων παράδοση στις αξιώσεις του αντιπάλου. Και η παραίτηση από το δικαίωμα. Έτσι τελειώνει το πρόβλημα και μαζί το δικαίωμα!!
Θα αντιληφθούν, άραγε, οι νυν Έλληνες όσο σχετικώς έγκαιρα το αντελήφθησαν οι Έλληνες των Βαλκανικών πολέμων ότι κατά την έκφραση του Ίωνα “αυτά που του έψαλλαν (και του ψάλλουν), οι βραχμάνες του γένους (πολυώνυμοι πολιτικοί αναλυτές, ειρηνολόγοι και ένιοι του πολιτικού κόσμου κ.λ.π) ήταν μια μεγάλη βλακεία και το έθνος είναι ζωντανό.
Το έθνος πράγματι είναι ζωντανό, ευτυχώς συχνά , σε πείσμα των κάθε λογής ταγών του. “Δεν έχει το δικαίωμα να πει το κράτος δεν με μέλλει τι γίνεται έξω από τα σύνορα, αποφαίνεται ο Δραγούμης. Δυστυχώς το νεοελληνικό κράτος το είπε πολλές φορές και το εφάρμοσε κατά σύστημα. Δεν είπε το 1974 πως η Κύπρος είναι μακρυά και άρα δεν μπορούμε να τα η προστατεύσουμε στατιωτικά.;;
Αλλά αυτό το δοκίμιο ιστορικής αυτογνωσίας του Νεοελληνισμού παρέχει την ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν μερικά κρίσιμα πράγματα και έννοιες – κλειδιά για την κατανόηση του Νεοελληνικού γίγνεσθαι.
Η Τουρκοκρατία υπήρξε η βαρύτερη δοκιμασία του Γένους. Τουλάχιστον τα πρώτα 150 χρόνια είχε σταματήσει το σύμπαν. Ο ραγιάς είναι αντικείμενο και όχι υποκείμενο. Δεν είναι επομένως καθόλου υπερβολική η αλληγορική ρήση του σ : “όπου πατήσει Τούρκου ποδάρι, όχι λουλούδι μα ούτε χορτάρι δε φυτρώνει. Έχει δίκιο ο George Horton να επισημάνει ότι ο “μοναδικός πολιτισμός που υπήρξε στην Τουρκία από την αποφράδα μέρα του 1453 ήταν αυτός που πρόσφεραν τα απομεινάρια της γηραιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας”
Η φυγή των λογίων στην Δύση και η απαγόρευση πάσης εκπαιδευτικής κινήσεως στην πρώτη φάση του οσμανλικού κράτους, ακινητοποιεί και αχρηστεύει, ευτυχώς προσωρινά, τις πνευματικές δυνάμεις του Γένους. Οι υπερεθνικές και διαχρονικές αξίες, που φορέας είναι ο Ελληνισμός, επέτρεψε την επιβίωση και την ανανέωση του πολιτισμού, χωρίς να έχει πρωτογενή εξουσία.
Η εθναρχούσα Ορθόδοξη Εκκλησία διεδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην προστασία των πιστών και παρά ορισμένες περιπτώσεις προσωπικής αναξιότητας στην αντίσταση κατά των καταχρήσεων εξουσίας και αργότερα στην ανατροπή της τυρρανίας. Ο Οικουμενικός Θρόνος κράτησε πάντοτε τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στον εθνικισμό και την οικουμενικότητα. Από την πλευρά της η εκκλησία με τους αγώνες και τις θυσίες της, με την καθημερινή αδιάκοπη παρουσία της εγγυήθηκε την ανεμπόδιστη συνέχεια του Γένους. Γι΄ αυτήν τη συνέχεια και την ενότητα του Ελληνισμού άγχεται κυριολεκτικά ο Ίδας που δεν παύει ποτέ να διαλαλεί την πίστη του στο μέλλον του Έθνους.
Στην κλιμακούμενη στον καιρό του αντιπαράθεση ανάμεσα λογιωτατισμού και δημοτικισμού ο Ίωνας τάσσεται φανατικά με τους δημοτικιστές. “ Ο Χυμός του δέντρου είναι η δημοτική παράδοση”
Τα δύο πρωτογενή στοιχεία της νεοελληνικής πραγματικότητας, ο κοινοτισμός και η Ορθοδοξία, δεν τράβηξαν ισοδύναμα την προσοχή του. Ο κοινοτισμός τον απασχόλησε, τον μελέτησε, τον υιοθέτησε και τον πρόβαλε. Επέκρινε μάλιστα αμείλικτα τη ξενόφερτη βασιλεία που με τα όργανα της απέβαλε τους αυτόχθονες δημοκρατικούς θεσμούς του κοινοτισμού και του εθιμικού λαϊκού δικαίου και επέβαλε ξένα ήθη, δίκαιο και συγκεντρωτικούς πολιτικούς θεσμούς που προσιδίαζαν ίσως στη Βαυαρία, αλλά καμιά σχέση δεν είχαν όσα ο Μάουερ εισήγαγε με την παράδοση του Ελληνισμού.
Επηρεασμένος μάλλον από την αστική ευρωπαϊκή ιδεολογία των συγχρόνων του ο Μακεδόνας διπλωμάτης και πολιτικός δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται τη διάσταση της Ορθοδοξίας ως στοιχείου της εθνικής μας ταυτότητα και ως κινητήριος δύναμης του έθνους προς τα εμπρός.
Υπήρξε βλαπτική για το έθνος άποψη που μεταπελευθερωτικά οδήγησε σε ένα άλμα προς τα πίσω απευθείας στην Ελληνική αρχαιότητα, περιφρονώντας τα χίλια χρόνια της βυζαντινής ακτινοβολίας ενός μεγάλου πολιτισμού που συνέζευξε την κλασική σκέψη με την Χριστιανική Αποκάλυψη, σε εποχή μάλιστα που η Δύση διήνυε ένα σκοτεινό Μεσαίωνα.
Εξάλλου, στην μετά το 1821 Ελλάδα δεν πρυτάνευσε το πνεύμα του Αγώνα. Την επομένη του Εικοσιένα σταμάτησε μια εξελικτική πορεία που θα προήγε τη βιοτεχνία, το εμπόριο, τους κοινοτικούς θεσμούς και την κοινωνική οπισθοδρόμηση προς την αγροκτηνοτροφική οικονομία.
Ο Δραγούμης αντιτίθεται στον Ευρωπαϊκό μαϊμουδισμό των Νεοελλήνων που αντιγράφουν τα Ευρωπαϊκά κακέκτυπα ζωή και συμπεριφοράς και προσηλώνονται τυφλά στους μηχανισμούς κοινωνικής παθολογίας που αναπαράγει η Ευρωπαϊκή αντιφατικότητα κατά του ελληνισμού. Εδώ διακατέχονται από κόμπλεξ εθνικής κατωτερότητας και ανοίγουν διάπλατα τις πύλες στην ξένη πολιτική εισβολή. Μια τέτοια στάση δεν έχει την ανάλογο στην ιστορία μας. Τα ζωντανά κύτταρα του πολιτισμού μας δεν απέκρουσαν την επικοινωνία με τους άλλους πολιτισμούς , αλλά αφομοίωσαν γόνιμα και δημιουργικά ό,τι μπορούσαν να προσβάλουν.
Για τον Ελληνοκεντρικό συγγραφέα “ ο ξενόφερτος βασιλιάς με οργανωτές χοντρούς Βαυαρέζους αντέγραψαν νόμους φράγκικους και συντάγματα ισοπεδωτικά. Τους νέους τους έστειλαν στην Ευρώπη για να σπουδάσουν Ευρωπαϊκά και άμα ξαναγύριζαν, με ένα δίπλωμα στο χέρι, τους είχαν για θεούς. Οι μικροί αυτοί διπλωματούχοι θεοί, καταφουσκωμένοι από ξένη μάθηση κακοχωνεμένη, πολεμούσαν να κλονίσουν ακόμα περισσότερο την πεποίθηση των Ρωμιών στον εαυτό τους (..) Και ό, τι έφτανε ίδια από την Ευρώπη εφάνταζε και λαμποκοπούσε. Ό, τι ήταν εντόπιο περιφρονημένο (…) Η ξενομανία του κράτους έφτασε σε τέτοιο σημείο που έστειλε και κορίτσια στην Ευρώπη να μάθουν…νοικοκυρική!!
Σήμερα η Ευρώπη είναι ο αμετάκλητος προσανατολισμός μας στις νέες δομές του ιστορικού γίγνεσθαι. Το δίλημμα “μονοεθνική ή πολυεθνική πρέπει να είναι η αυριανή Ευρώπη”, επιδέχεται μιαν απάντηση Πολυεθνική. Αυτό σημαίνει απόλυτο σεβασμό των πολιτισμικών και άλλων ιδιαιτεροτήτων κάθε έθνους, κάθε χώρας.
Γνάσιος Μακεδνός – όπως υπέγραψε ο Στέφανος Δραγούμης – ο Ίων λάτρεψε την πανώρια χώρα για την οποία και ο “ θάνατος του παληκαριού”. Αυτή την ώρα που επιχειρείται να επισπεύδεται λόγω Ελλαδικών παλινωδιών η νέα κατά της Μακεδονίας επιβουλή, είναι επείγον να ακουσθεί η φωνή του Γενναίου:
“Η Μακεδονία είναι σχολείο ελευθερίας, σχολείο που φτιάχνει άνδρες ελεύθερους (..) Η Μακεδονία θα μας σώσει. Αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, εμείς θα σωθούμε!!!!”
Απόσμασμα από το βιβλίο του Στέλιου Παπαθεμελή “Αντιστάσεις”