έτσι τον αποκαλούν στα νυχτερινά δρώμενα της Θεσ/νίκης, που τον γνωρίζουν καλά. Αλλά ας πάμε από την αρχή την ιστορία. Ο γνωστός μουσικός ξεκίνησε την καριέρα του στην περιοχή αεροδρομίου της Θες/νίκης, στο κέντρo “Κοσμοδρόμιο”. Οι συνάδελφοι μουσικοί της ορχήστρας τον είχαν στην πλάκα, και διασκέδαζαν μαζί του όταν τον δούλευαν ψιλό γαζί σε καθημερινή βάση.
Του είχαν δώσει το παρατσούκλι ο “μουσικός της σφαλιάρας”. Ο εν λόγω μουσικός μετά από κάποιο χρονικό διάστημα έφυγε από το κέντρο, όταν ένας τραγουδιστής που είχε μεγάλο σουξέ τον καιρό εκείνο, τον πήρε στο μουσικό σχήμα να παίζει σαξόφωνο.
Και εκεί όμως απέκτησε παρατσούκλι “μουσικός της ευκαιρίας” και αυτό γιατί ο νους του ήταν συνεχώς στις αρπαχτές. Αφού ξεμπέρδεψε από άλλα 4-5 κέντρα, όπου πέρασε για ένα φεγγάρι, ήλθε πολύ κοντά με κάποιους επιχειρηματίες κέντρων, οι οποίοι φυσικά δεν γνώριζαν καλά τον επαγγελματικό του βίο, και τους έπεισε για να τον πάρουν ως μαέστρο.
Ήταν τόσο πολύ πειστικός που ανταποκρίθηκαν στην πρόταση του, αφού πρώτα τον αμόλησαν να βρει νέους μουσικούς, τους καλύτερους. Ο “μουσικός της ευκαιρίας” αντί να ψάξει, πήγε κατευθείαν στους μουσικούς που γνώριζε από τα κέντρα που δούλευε και που τον δούλευαν ψιλό γαζί. “…Ακούστε μάγκες τους είπε, έχω αναλάβει μαέστρος στο Χ κέντρο και σας θέλω εκεί. Όσο μεροκάματο θέλετε θα σας το δώσω, αλλά για να δείξω στα αφεντικά ότι είμαι σπουδαίος με κύρος, μπροστά τους τακτικά θα σας μαλώνω τάχαμ-δήθεν, αλλά εσείς δεν θα το παίρνετε στα σοβαρά, καθώς πρέπει να παίξουμε αυτήν την πολιτική για να τους φάμε, αντί να μας φάνε αυτοί….”
Οι μουσικοί αν και δεν πίστεψαν τον “καλαμπόρτζη” με το τρίτο παρατσούκλι του, εντούτοις όμως ενέδωσαν στην πρόταση, αφού πήραν τα λεφτά που ούτε στο όνειρο τους δεν φαντάζονταν. Δούλεψαν δοκιμαστικά μία εβδομάδα καλά, πήραν ζεστό ρευστό με το οποίο γλυκάθηκαν και είπαν οκέι θα παίξουμε το παιχνίδι του “καλαμπόρτζη”.
Όλα κύλησαν ήσυχα και ο μαέστρος κέρδιζε συνεχώς την συμπάθεια των επιχειρηματιών, τους οποίους έγδερνε κανονικά. Αυτό το αμαρτωλό σύστημα συνεχίστηκε για κάμποσα χρόνια, απέκτησε μια ψεύτικη εικόνα προς τα έξω, και άρχισε να μπαίνει πιο βαθιά στα δρώμενα της νύχτας, μανατζάροντας καλλιτέχνες, μαζί μ΄αυτό και το πορτοφόλι του γινόταν υπέρβαρο, μια και ήταν αυτό το ζητούμενο.
Όμως η λαιμαργία τον έκανε να κάνει και πολλά λάθη τα οποία δεν έβλεπε, φτάνοντας σιγά – σιγά σε ασυγχώρητα λάθη, νομίζοντας ακράδαντα ότι όλα τα κάστανα είναι ίδια.
Πούλησε ανθρώπους που τον βοήθησαν, απέκτησε πάρα πολλούς εχθρούς οι οποίοι τον έχουν στην μαύρη λίστα, ενώ με πολλούς καλλιτέχνες βρέθηκε στην απέναντι όχθη, με τους οποίους ήδη έχει άσχημα ξεμπερδέματα.
Η δε προσωπική ζωή του άλλαξε άρδην αφού από παράγκα απέκτησε βιλάρα και τεράστια ποσά σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Αντί να απολαύσει όλα τα αγαθά που απέκτησε και να διορθώσει κάποιες θεόστραβες καταστάσεις, επιπλέον στην πιάτσα κέρδισε και το τέταρτο παρατσούκλι του “μουσικού φιλάργυρου” .
Συνεχίζει το αμαρτωλό έργο όπως ακριβώς το σχεδίασε στα νυχτερινά δρώμενα, χωρίς καμιά μετάνοια και γι΄ αυτό το Ελληνικό Φαινόμενο θα τον συμβούλευε μια και διαβάζει την τηλεφημερίδα, να αλλάξει ρότα και στάση ζωής, για να μην κερδίσει πέμπτο, έκτο και ούτω καθ΄ εξής παρατσούκλι,αλλά και να μήν του συμβεί, όπως λέει το άσμα
“…Γυάλινη πόλη, γυάλινες αγάπες ….όλα γίναν δήθεν και όλα αυταπάτες…..”