Εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες θα κληθούν να καταβάλλουν ενιαίο, τοπικό φόρο επιτηδεύματος υπέρ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης(ΟΤΑ), σε αντικατάσταση υφισταμένων φόρων και τελών που επιβάλλονται σήμερα σε ορισμένες ειδικές κατηγορίες οικονομικής δραστηριότητας. Τον νέο φόρο προτείνει μελέτη της Ελληνικής Εταιρείας Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ)που εκπονήθηκε για λογαριασμό του Υπουργείου Εσωτερικών, βασικό στοιχείο της οποίας αποτελεί η διεύρυνση της φορολογικής βάσης και η διασφάλιση των εσόδων με την είσπραξη του φόρου από το Υπουργείο Οικονομικών, μαζί με την φορολογία εισοδήματος.
Την διεύρυνση της φορολογικής βάσης σε περισσότερες από 1.000.000 επιχειρηματικές μονάδες όλης της χώρας, αλλά και σε εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες προωθεί η κυβέρνηση για την επιβολή ενιαίου, τοπικού φόρου υπέρ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, του φόρου επιτηδεύματος, που θα αντικαταστήσει σημερινούς φόρους και τέλη.
Την επιβολή του εν λόγω νέου φόρου, προτείνει μελέτη της Ελληνικής Εταιρείας Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Ανάπτυξης (ΕΕΤΑΑ) που εκπονήθηκε για λογαριασμό του Υπουργείου Εσωτερικών κα βρίσκεται ήδη στα χέρια της πολιτικής ηγεσίας του, με βάση την οποία τα έσοδα υπολογίζονται σε τουλάχιστον 200.000.000 Ευρώ και θα εισπράττονται από το Υπουργείο Οικονομικών, μαζί με την φορολογία εισοδήματος.
Υπόχρεοι στον νέο φόρο προτείνετε να είναι τα πρόσωπα που θεωρούνται επιτηδευματίες κατά τις διατάξεις του κώδικα βιβλίων και στοιχείων. Αφορά δηλαδή, εισοδήματα από βιομηχανικές – βιοτεχνικές – εμπορικές επιχειρήσεις, ελεύθερα επαγγέλματα, ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις εστίασης – κέντρα διασκέδασης και λοιπές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών.
Απαλλαγή προτείνεται για τα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες κοινής ωφέλειας εφόσον το 50% του κεφαλαίου τους ανήκει στο κράτος ή σε οργανισμός της τοπικής αυτοδιοίκησης ή επιδιώκουν σκοπούς μη κερδοσκοπικούς (μορφωτικούς, φιλανθρωπικούς ) όσοι παρέχουν υπηρεσίες που δημιουργούν δεσμούς εξάρτησης του άρθρου 3 του κώδικα ΦΠΑ, οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις, οι επιχειρήσεις μεταφορών που εξυπηρετούν δημόσιες ανάγκες, οι επιχειρήσεις πώλησης εφημερίδων – περιοδικών και παροχής υπηρεσιών εντύπων και ηλεκτρονικών Μ.Μ.Ε και οι αγρότες που δεν έχουν ενταχθεί σε κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.
Οι φόροι που προτείνεται να αντικατασταθούν είναι ο τοπικός φόρος 2% και 5% στα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εστίασης και (ενοικίασης δωματίων, ξενοδοχείων, κάμπινγκ, ενοικιαζόμενων δωματίων κ.λ.π ) που χαρακτηρίζονται ως πηγές διατάραξης των όρων ανταγωνισμού λόγω της διακριτής κα δυσμενούς μεταχείρισης των συγκεκριμένων κλάδων, που σταθερά άλλωστε ζητούν την κατάργηση τους. Πέραν δε αυτών, υπάρχουν επιπλέον φόροι και τέλη που επιβάλλονται σε συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελμάτων ή οικονομικών δραστηριοτήτων με καθεμία από τις επιβαρύνσεις αυτές να έχει την δική της νομοθεσία και τις δικές της διαδικασίες βεβαίωσης – είσπραξης.
Πρόκειται για το δικαίωμα εμπορίας πόσιμων υδάτων από τοπικές πηγές, τον φόρο ζύθου, το τέλος του εξωτερικού και το τέλος εκμετάλλευσης αδρανών υλικών και βιομηχανικών υλικών , το τέλος επιβάρυνσης οχημάτων σε πλοία για λιμάνια του εξωτερικού και το τέλος χρήσης φυσικών ιαματικών πηγών.
Αποσπασματικοί χαρακτηρίζονται οι τοπικοί φόροι, οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν μικρή απόδοση με υψηλό κόστος είσπραξης και για τον λόγο αυτό προτείνεται να ενσωματωθούν δε ένα και να επεκταθεί η επιβολή του σε μια σειρά από οικονομικές δραστηριότητες. Τα διεθνή δεδομένα δε , που αποτυπώνονται στην μελέτη δείχνουν ότι ο φόρος εισοδήματος, μαζί με τον φόρο στην ακίνητη περιουσία, αποτελούν τις κύριες πηγές εσόδων για την τοπική αυτοδιοίκηση.
Η μελέτη της ΕΕΤΑΑ, ύστερα από την διερεύνηση της φορολογικής βάσης όπου ο προτεινόμενος φόρος θα μπορούσε να επιβληθεί, επί των ακαθαρίστων εσόδων, επί των καθαρών κερδών, ως πρόσθετο ποσοστό επί του αναλογούντος φόρου και ως αποτέλεσμα ενός σύνθετου δείκτη που θα λαμβάνει υπόψη του πολλούς παράγοντες προκρίνει το τέταρτο σενάριο.
Την επιβολή δηλαδή του φόρου επιτηδεύματος με σύνθετο δείκτη και με τρόπο βασισμένο στις υπάρχουσες δομές του φορολογικού συστήματος.
Ο δείκτης ειδικότερα προτείνεται να έχει δύο παραμέτρους.
Η πρώτη θα έχει ένα σταθερό ελάχιστο ποσό ύψους 50 Ευρώ και θα αντιπροσωπεύει παράγοντες, όπως ο αριθμός των απασχολούμενων, τα μέγεθος της επιχείρησης , τον όγκο των απορριμμάτων κ.λ.π.Το ποσό μπορεί μάλιστα να διπλασιάζεται για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, ακόμα και να τριπλασιάζεται.
Η δεύτερη παράμετρος που αποτελεί το αναλογικό τμήμα του φόρου αντιπροσωπεύει ένα ποσοστό επί των κερδών. Εάν τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης αυξάνονται, ή μειώνονται, η αύξηση, ή μείωση θα παρουσιάζει αντίστοιχα και η φορολογική επιβάρυνση. Στην περίπτωση που τα καθαρά είναι μηδενικά ο υπόχρεος θα καταβάλλει το σταθερό ελάχιστο ποσό.
Η πρώτη παράμετρος εγγυάται ότι ο κάθε επιτηδευματίας θα επιβαρύνεται με ένα ελάχιστο ποσό, ενώ η δεύτερη είναι καθαρά αναλογική.
Τα πλεονεκτήματα της λύσης αυτής, σύμφωνα με την μελέτη, είναι ο δικαιότερος καθορισμός της επιβάρυνσης λόγω των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη, η δυνατότητα άμεσης εφαρμογής, η συμβατότητα με τις Κοινοτικές Οδηγίες, το γεγονός ότι ο φόρος δεν εκπίπτει από το εισόδημα για την επόμενη χρήση και συνεπώς δεν επηρεάζει την φορολογία εισοδήματος και τέλος η αντικατάσταση φόρων που επιβάρυναν την παραγωγή, ή την κατανάλωση και μετακυλίονταν σε φυσικά πρόσωπα.
Στα μειονεκτήματα που αναφέρονται, επισημαίνεται ότι μπορεί να θεωρηθεί ως αύξηση της άμεσης φορολογίας και να είναι λιγότερο αποδεκτός από τους φορολογουμένους. Επίσης σημειώνεται ότι θα μετατεθεί η είσπραξη του φόρου αυτού κατά την πρώτη εφαρμογή με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα για τους δικαιούχους ΟΤΑ, κάτι που ωστόσο μπορεί να αντιμετωπιστεί με κάποιο ποσοστό προκαταβολής, όπως γίνεται στην φορολογία εισοδήματος.
Για την είσπραξη προτείνεται να γίνεται από το Υπουργείο Οικονομικών μαζί με τον φόρο εισοδήματος. Το Υπουργείο μπορεί να στέλνει στους φορολογουμένους την εκκαθάριση για την φορολογία εισοδήματος, η οποία θα περιλαμβάνει τον κεντρικό και τον τοπικό ενιαίο φόρο. Η είσπραξη των δύο μπορεί να γίνεται ταυτόχρονα και το έσοδο από τον τοπικό φόρο να κατατίθεται στον λογαριασμό του κάθε ΟΤΑ.
Το σταθερό τμήμα του φόρου προτείνεται να προεισπράττεται και να αποδίδεται στους ΟΤΑ με την διαδικασία είσπραξης της φορολογίας εισοδήματος, ώστε να λυθούν έτσι τα προβλήματα του ετεροχρονισμού που θα προκύψουν από την αντικατάσταση υφιστάμενων φόρων από τον ενιαίο, τοπικό φόρο.